Ξεκινώντας αυτό το άρθρο, θέλω να δηλώσω πως οι Δυτικές Συνοικίες και τα «καλοκαιρινά σ’ αγαπώ στην αμμουδιά» τους, που ήρθαν να γράψουν στο κεφαλάκι μας πως τα ραντεβού στην παραλία είναι εμπειριάρα και αν δεν τη ζήσουμε χάνουμε, είναι αποκλειστικά και καθόλα υπεύθυνες για μερικές από τις πιο αποτυχημένες απόπειρες ρομαντικών ραντεβού (και λέω απόπειρες γιατί είναι λιγάκι ιεροσυλία να το βάλουμε αυτό το πράγμα ατόφιο στην κατηγορία των dates) που είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε ποτέ. Έρχομαι λοιπόν σήμερα, με πολλή αγάπη κι ανιδιοτέλεια, να σου μεταφέρω την εικόνα λίγο πιο ρεαλιστικά μήπως και το ξανασκεφτείς πριν πάρεις το αμόρε απ’ το χεράκι και πάτε κατά θάλασσα μεριά, μπας και γλυτώσεις δηλαδή τον απόλυτο όλεθρο.

Καλοκαιρινά ραντεβού: Η απομυθοποίηση, μέρος πρώτο. Θέλω να σε κάνεις εικόνα με το ταίρι ένα υπέροχο Aυγουστιάτικο μεσημέρι, σε μια απέραντη αμμουδιά, να κυνηγιέστε ανέμελα και να ανεμίζουν οι κοτσίδες σας, ενώ τα πέλματά σας αφήνουν απαλά αποτυπώματα στην άμμο. Ο γάργαρος ήχος από τα αυθεντικά σας γέλια σκορπίζει στην ατμόσφαιρα μια νότα αισιοδοξίας κι έρωτα, ενώ από ένα μακρινό και κάπως boho κοκτειλάδικο φτάνει στα αφτιά σας το “Loving you” της Minnie Riperton. Πιάνεστε τελικά και με απαλές κινήσεις πέφτετε και κυλιέστε λίγο χάμω, πριν καταλήξετε σε ένα παθιασμένο φιλί. Ιδανικό; Πιθανότατα. Ρεαλιστικό; Ας γελάσω.

 

 

Να ξεκινήσουμε από τα βασικά. Αν σου δοθεί ποτέ η επιλογή να περπατήσεις σε μισοσβησμένη λάβα από ηφαίστειο που προ ολίγου εξερράγη ή σε άμμο καλοκαιρινό μεσημέρι, να διαλέξεις λάβα χωρίς δεύτερη σκέψη, το έγκαυμα θα είναι κατά πολύ μικρότερο. Η άμμος τον Αύγουστο είναι για να ψήνουμε πίτσα με τραγανή ζύμη, όχι για να περπατάμε, όλοι το ξέρουν αυτό. Έστω όμως ότι πεις «άσε, το ‘χω, το ‘χω», θεωρώντας πως θα προσπεράσεις το θέμα της θερμοκρασίας κάνοντας το παλιό, το καλό το κόλπο και πηγαίνοντας σε παραλία με βότσαλο. Λυπάμαι, μα κακά μαντάτα σου ‘χω. Το ανέμελο κυνηγητό θα μετατραπεί σε πονεμένο ζεϊμπέκικο και τα «χα-χα» από τα αυθόρμητα γέλια θα μετατραπούν σε «αχ-αχ» από τις κακοποιημένες πατούσες. Χρόνος ανάρρωσης, τρεις ημέρες για τις ελαφριές περιπτώσεις. Περιττό να σου πω πως αν υπάρξει και η πολυπόθητη πτώση μετά κυλίσματος, θα χρειαστείς αναρρωτική.

Έστω τώρα ότι δε σε πτοεί κάτι από τα παραπάνω και λες «θα βάλουμε παπούτσια και θα πάμε απόγευμα». Η θερμοκρασία πεσμένη, τα ποδαράκια προστατευμένα και ξεκινάτε. Βρίσκετε την παραλία τη σωστή την απομονωμένη και λέτε, εδώ είμαστε μόνοι, εδώ καθόμαστε. Θα στο χαλάσω λίγο, μα μόνοι σας στην παραλία, ειδικά μετά τη δύση, δεν είστε ποτέ. Για την ακρίβεια είστε εσείς και τρεις χιλιάδες εφτακόσια πενήντα τρία μυρμήγκια (στο περίπου, δε μέτρησα), έτοιμα να επιτεθούν σε εσάς και σε ό,τι έχετε φέρει για φαγώσιμο (βλέπεις ότι το έχω για δεδομένο πως έχετε πάρει κάτι για φαγώσιμο, αν δεν έχετε ετοιμάσου για διπλή αποτυχία, αφού ως γνωστόν η θάλασσα ανοίγει την όρεξη και πουθενά δεν αναγράφεται πως πρέπει να μπεις και μέσα για να συμβεί αυτό).

Καλοκαιρινά ραντεβού: Η απομυθοποίηση, μέρος δεύτερο. Τη βρήκατε την παραλία την τόσο καλά κρυμμένη που ακόμα και κάτι γλάροι της περιοχής δεν την είχαν εντοπίσει, απομονωθήκατε (τα μυρμήγκια δε μετράνε) κι ετοιμάζεστε να πέσετε για βουτιά. Αυτή είναι συνήθως και η στιγμή που σας χτυπάει κατακέφαλα η φαεινή ιδέα που ακούει στο όνομα «γυμνισμός». Μα φυσικά. Δεν υπάρχει ιδανικότερη στιγμή. Οι δυο σας στη μέση του πουθενά, με μοναδική παρέα νερό και ήλιο. Θέλω όμως να έχετε στο μυαλό σας το εξής. Πρόσφατες μελέτες του MIT, καθώς και η εμπεριστατωμένη έρευνα μιας φίλης μου (εκείνης απ’ το χωριό που φυσικά και δεν ξέρετε) έχουν δείξει πως το δευτερόλεπτο που τα ρούχα αφαιρεθούν και βρεθούν σε ικανή απόσταση, είναι και το δευτερόλεπτο που σκάει μύτη μια παρέα πέντε ατόμων από το μονοπάτι δεξιά, ένα ζευγαράκι από τον δρόμο αριστερά, δύο καΐκια με Ιταλούς τουρίστες από τη θάλασσα μπροστά σας και σε ακραίες περιπτώσεις μια παρέα αναρριχητών που για κάποιο λόγο κατεβαίνουν τα βράχια από πίσω (ξέρω ότι δε με πιστεύεις, αλλά true story λέμε και κλαίμε). Και καταλήγετε εσείς να βγάζετε απόγευμα χωμένοι σε μια σπηλιά ενάμιση επί δύο. Εκτός και είστε λοιπόν αποφασισμένοι να το δοκιμάσετε και σε συνθήκες όχι και τόσο private, ξανασκεφτείτε το.

Πάμε και σε κάτι άλλο τώρα; Για την περίπτωση που δεν είστε φαν Δυτικών Συνοικιών και λοιπών ροκ κι έντεχνων συγκροτημάτων, αλλά το ψήνετε πιο εναλλακτικά και σαν δεύτεροι Χατζηφραγκέτα πείτε το «έλα πάμε παραλία για νυχτερινό μπανάκι», σας έχω μερικά μικρά tips. Πρώτο και βασικότερο; Ζακέτα να πάρετε (καλησπέρα μαμά)! Μπορεί προς μεσημεράκι η παραλία να προσομοιώνει τους δείκτες του θερμόμετρου της κόλασης και να είναι ιδανική για την παρασκευή πήλινων δημιουργημάτων που απαιτούν ψήσιμο σε υψηλές θερμοκρασίες, μα το βράδυ το σκηνικό αλλάζει άρδην! Και προσέξτε με λίγο. Όχι μία. Δύο να πάρετε! Αν περνάει απ’ το μυαλό σας κάτι του στιλ «ευκαιρία να πουλήσω και λίγο μούρη» με κινήσεις τύπου «πάρε εσύ τη ζακέτα μου, εγώ ζεσταινόμουν ήδη λίγο» δε θα περάσετε καλά (τώρα θα μου πεις, σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση διασταυρώσαμε πως θα περάσετε άψογα και μας έμεινε να λύσουμε το θέμα της ψύχρας -και δίκιο θα έχετε δηλαδή, σας το δίνω!). Προειδοποίησα λοιπόν και για αυτό και νίπτω τας χείρας μου. Tip δεύτερο; Εκτός από ζακέτες (μαμά, δε θυμάμαι, καλησπέρα είπα;) και Αουτάν να πάρετε! Αλλιώς αντί να παρτάρετε εσείς, θα παρτάρουν τα κουνούπια της περιοχής με εσάς για επίτιμους καλεσμένους.

Αναθεωρήσατε λοιπόν; Να σας πω την αλήθεια μου, ελπίζω πως όχι. Κι αυτό γιατί όσο κι αν γκρινιάζουμε, το αγαπάμε το καλοκαίρι· και τα ευτράπελά του είναι μέρος της γοητείας του. Όσο κι αν λέμε λοιπόν στη θεωρία «όχι» στα καλοκαιρινά ραντεβού και ρίχνουμε άκυρο σε Χατζηφραγκέτα και Δυτικές Συνοικίες, τόσο τελικά θα επιλέγουμε τα μεν και θα σιγοτραγουδάμε τους δε. Τόσο θα λέμε τα πιο δυνατά μας «ναι» στα πιο επιτυχημένα «αποτυχημένα ραντεβού» όλων τον εποχών.

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη