Αν θέλεις να δεις ολοκληρωμένο το αληθινό πρόσωπο ενός κυνικού πρέπει να τον πετύχεις ακραία ερωτευμένο. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως όλοι οι κυνικοί φοράνε μια μάσκα σκληρότητας η οποία κρύβει την ευαίσθητη ψυχή τους, ένας άνθρωπος δεν μπορεί να λέει πως γνωρίζει τον εαυτό του σε όλο το μεγαλείο των άκρων του αν δεν έχει έρθει αντιμέτωπος με το πιο ακραίο συναίσθημα. Ο έρωτας καλώς ή κακώς είναι αυτός που μας ξεμπροστιάζει παταγωδώς πρώτα στον ίδιο μας τον εαυτό κι έπειτα συχνά και στους γύρω μας. Όπως λένε για τη μουσική πως είναι η κοινή γλώσσα όλων των ανθρώπων έτσι κι ο έρωτας θα μπορούσε να θεωρηθεί η κοινή συναισθηματική μας γλώσσα.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι ίσως να εκφράσει κάποιος τον έρωτά του. Πόσοι τρόποι όμως υπάρχουν για να τον νιώσει κανείς; Οι ερωτευμένοι έχουν μια βάση κοινή. Έναν άνθρωπο έξω από αυτούς, ένα μεγαλειώδες έστω και σε επίπεδο ιδέας «άλλο» που στέκει αξεπέραστο μέσα τους ξεπερνώντας αυτό ακόμη και τους ίδιους. Ίσως δεν είναι ώρα να μπούμε στη διαδικασία ορισμού του έρωτα όταν κανείς δεν έχει καταφέρει να τον ορίσει, πόσο μάλλον αφού κάτι τέτοιο είναι μάλιστα περιττό. Ωστόσο το να ψυχολογήσεις ένα ερωτευμένο ίσως σε βοηθήσει να ψυχογραφήσεις και τον ίδιο τον έρωτα αρκεί αυτό να μη σε οδηγήσει στο να τον εγκλωβίσεις σε κουτάκια. Το ότι ο αληθινός ακραίος έρωτας βιώνεται με τρόπο σχεδόν κοινό από όλους τους ανθρώπους δε σημαίνει πως είναι ένα συναίσθημα πατενταρισμένο, κομμένο, ραμμένο και προσαρμοσμένο σε όλους. Στην πραγματικότητα εμείς είμαστε που προσαρμοζόμαστε κατά κάποιον τρόπο σ’ εκείνον.

Κι αυτό γιατί όχι μόνο πατενταρισμένος δεν είναι, αντιθέτως, είναι τόσο άπιαστος, τόσο χειμαρρώδης, τόσο μεγαλειώδης, τόσο αναπόφευκτος και τόσο οριακός που κανείς δεν είναι ικανός να του ξεφύγει ή να του αντισταθεί. Όταν βιώνεις κάτι το οποίο δοκιμάζει τα όριά σου δεν μπορεί παρά να σε οδηγήσει σε μονοπάτια έξω από τα ήδη γνωστά σου. Σε δρόμους πέρα από την πεπατημένη του τακτοποιημένου σου εαυτού, σε ξεβολευτικές διαδρομές που ξεβρακώνουν ευθαρσώς τις αμυντικές σου καλά τοποθετημένες κόκκινες γραμμές. Όσο κι αν επιμένουν να ισχυρίζονται κάποιοι πως είναι σίγουροι για κάθε τους πλευρά, όσο κι αν βολεύονται στην ιδέα της σκληρότητάς τους, του ρεαλισμού, της λογικής και της ψύχραιμης αντιμετώπισης απέναντι σε κάθε συναισθηματική πρόκληση η πραγματική τους δοκιμασία θα είναι πάντα αυτός. Ο απόλυτος κι ακραίος έρωτας.

Για να είμαι ειλικρινής ξέρω πως θεωρείται αρκετά γοητευτικό το να το παίζει κανείς υπεράνω συναισθημάτων μιας και πολλοί άνθρωποι έχουν ταυτίσει το συναίσθημα ανεξήγητα με την αδυναμία. Δεν μπορώ παρά να χαμογελάω πονηρά όμως μπροστά σε κάθε κοκορευόμενο και καλά κωλόπαιδο που αδυνατεί να ερωτευτεί, να νιώσει ακραία και τα συναφή αφού εκείνο που κρύβεται συνήθως πίσω από ένα τέτοιο χάρτινο οικοδόμημα είναι συναισθηματική ανασφάλεια. Όποιος αρνείται το πιο γυμνό κομμάτι του εαυτού του, όποιος εμπαίζει όσους τολμάνε ακόμη τα άκρα τους είναι εκείνος που συνήθως στην πραγματικότητα φοβάται γι’ αυτό και κρύβεται από όλα όσα θα μπορούσαν να τον εκθέσουν.

Υπήρξα ένα τέτοιο «κωλόπαιδο» και του λόγου μου κι αν με ρωτάς υπό συνθήκες ακόμη έτσι νιώθω. Ωστόσο δε μου βγήκε ποτέ να κοροϊδέψω κάτι τόσο παθιασμένο, δε μου βγήκε ποτέ να το ντύσω με χρώματα απαλά, φανταχτερά ή χαριτωμένα, δε μου βγήκε ποτέ να θεωρήσω χαζορομαντικό οτιδήποτε γεννάει ο έρωτας φοβούμενη ότι θα με χαρακτηρίσουν ευάλωτη. Για μένα ο έρωτας ήταν πάντα το πιο σκοτεινά ζωτικό κι εκτροχιασμένο κίνητρο γνωριμίας με τις πιο ασυγκράτητες πλευρές ενός ανθρώπου. Οτιδήποτε μπορεί να μας κάνει να θέλουμε να εκραγούμε από λαχτάρα και πόθο μόνο τον σεβασμό μας αξίζει. Κι αφού είναι τόσο ικανό να μας βγάλει εκτός προγραμματισμένου εαυτού μόνο αδυναμία δεν το ονομάζεις τελικά.

Εξάλλου, ας μην ξεχνάμε πως οι άνθρωποι ερωτεύονταν πάντα ακόμη και σε καιρούς πολέμων και καταστροφών ανεξάρτητα από το αν κατάφερναν να ζήσουν πρακτικά τον έρωτά τους. Πάντα όμως ερωτεύονταν ακόμη κι αν γύρω τους ο κόσμος χανόταν. Κι αυτό πολλές φορές τους έδινε δύναμη, τους πείσμωνε, τους έκανε θεριά ανήμερα μπροστά σε οποιεσδήποτε συνθήκες, έκανε τον κόσμο τους να γυρνάει, τους γέμιζε λαχτάρα για ζωή. Για άλλους ο έρωτας αποτέλεσε έμπνευση, εξαιτίας του βούτηξαν στην άβυσσο του κόσμου τους και ξαναβγήκαν στην επιφάνεια φορτωμένοι με ένα έργο μεγαλειώδες που άφησαν παρακαταθήκη στους επόμενους. Άλλους τους κατέστρεψε κι αυτό γιατί ο αληθινός κι ανεκπλήρωτος συνήθως μας εκμηδενίζει ή έτσι νιώθουμε οπότε το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.

Όσοι, λοιπόν, το παίζουν και καλά κυνικοί απέναντι σε ένα τέτοιο παντοδύναμο συναίσθημα-ένστικτο, εκείνοι οι και καλά κάφροι κατ’ επιλογή το πιθανότερο είναι πως δεν έχουν καν τα κότσια να τον ζήσουν στα άκρα γι’ αυτό καταφεύγουν στην εύκολη λύση της φαινομενικής απαξίωσής του. Θα ήταν ενδιαφέρον παρ’ όλα αυτά να τους βλέπαμε ακριβώς τη στιγμή που θα τους χτυπούσε ο έρωτας την πόρτα, έτσι αφοπλιστικός και πελώριος όπως στέκει μπροστά σε όλους μας. Αν τολμούσαν πια να ξεμυτίσουν στον έξω κόσμο ως ερωτευμένοι θα καταλάβαιναν κι οι ίδιοι πως εκείνος ποτέ δεν έκανε διακρίσεις όπως αρεσκόμαστε να κάνουμε οι άνθρωποι. Ακόμη και με τον πιο ακραία διαφορετικό άνθρωπο θα βρεις κάτι έντονα κοινό να μοιραστείς αν βρεθείτε στην ίδια παρέα και δηλώσετε κι οι δυο ερωτευμένοι.

Γι’ αυτό φίλε, να καυλώσεις ψυχή τε και σώματι μπορείς; Να πέσεις στη φωτιά τολμάς; Αν ναι είσαι ή έχεις υπάρξει ερωτευμένος κι ας μην το παραδεχτείς ποτέ. Αν όχι τι να σε κάνουμε, πορτατίφ για το κομοδίνο; Αφού δεν ανάβεις καν. Κι έρωτας μας θέλει όλους αναμμένους.

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου