Μπορεί να είμαστε ονειροπαρμένοι που βαριούνται εύκολα τη μονοεπίπεδη πραγματικότητα. Μπορεί να έχουμε ακόμη ζωντανή μέσα μας την παιδική φαντασία και μια μορφή αθώου διασκεδαστικού ψώνιου. Όπως και αν μας χαρακτηρίσεις, όμως, το πιθανότερο είναι πως μαζί μας δε θα βαρεθείς εύκολα. Το πολύ-πολύ να πιάσεις τον εαυτό σου να αναρωτιέται «τι φταίει και είναι έτσι αυτό;» παρακολουθώντας μας.

Βλέπεις, δε ζούμε συνεχώς ανάμεσα στους υπόλοιπους ανθρώπους. Ούτε οι πράξεις και οι κινήσεις μας στοχεύουν πάντα στη λογική. Περιπλανιόμαστε πότε εδώ και πότε στο παράλληλο σύμπαν του μυαλού μας. Μπορεί να νιώθουμε κάτι αληθινά, αλλά την ίδια στιγμή που το βιώνουμε μπορεί να βγαίνουμε από το σώμα μας για να παρατηρήσουμε τόσο το ίδιο μας το συναίσθημα όσο και τις αντιδράσεις που μας προξένησε αυτό.

Τις περισσότερες φορές μας αρέσει να τα ζούμε όλα «διπλά». Μια ως πραγματικοί παθόντες και μια ως πρωταγωνιστές σε δράμα ή κωμωδία που πάσχουν οι ίδιοι ή συμπάσχουν με άλλους.

Η ζωή μας δεν είναι η ίδια η καθημερινότητα για εμάς, αλλά μια κινηματογραφική ταινία. Γι’ αυτό λατρεύουμε τις εντάσεις, τις συγκινήσεις, τις ασυνήθιστες εμπειρίες, όπως και τα δυνατά συναισθήματα. Τα κυνηγάμε ακόμη κι αν γνωρίζουμε πως οι πιθανότητες να βρεθούμε μπλεγμένοι ή πληγωμένοι είναι εναντίον μας.

Δεν έχει ενδιαφέρον για κανέναν θεατή μια ταινία flat χωρίς πλοκή και κορυφώσεις. Κι αν δεν έχει ενδιαφέρον μια flat ταινία για κάποιον άσχετο θεατή, γιατί να θεωρήσουμε εμείς ενδιαφέρουσα μια flat ζωή ως πρωταγωνιστές της;

Συχνά σκεφτόμαστε «αν αυτή τη στιγμή με έβλεπα σε κάποιο έργο θα γούσταρα ή θα ήθελα να κόψω τη φλέβα μου από πλήξη;» Αναλόγως την απάντηση καταλαβαίνουμε αν είμαστε στον σωστό δρόμο. Αν όχι, βγαίνουμε παγανιά για νέες ιστορίες.

Όπως καταλαβαίνεις είμαστε και λίγο ωραιοπαθείς. Όμως έχει κι αυτό την πλάκα του. Κάποιοι θα μας πούνε γραφικούς μα δεν πρόκειται για ντραμακουινιλίκι. Είναι ο τρόπος μας να χρωματίζουμε τη ζωή. Τη βλέπουμε μέσα από ένα πρίσμα αλλιώτικο, σαν σε καλειδοσκόπιο, χωρίς να χάνουμε τη ρεαλιστική της πλευρά. Ψάχνουμε και τις άλλες οπτικές της.

Αν δεν έχεις ποτέ σκεφτεί τη ζωή σου από την οπτική ενός ηθοποιού αλλά και του σκηνοθέτη του, μάλλον δεν μπορείς να καταλάβεις για τι πράγμα μιλάμε.

Ξέρεις τι είναι, ας πούμε, να ζεις το «νταλκάς βαρύς με βάρεσε» σε όλο του το μεγαλείο κι εκεί που κλαις να σκέφτεσαι ταυτόχρονα πόσο γαμάτα θα «έγραφε» εκείνη τη στιγμή ο τόσο βαθύς και πραγματικός πόνος σου στην κάμερα; Πόσο θα άγγιζε έναν τρίτο άνθρωπο, εξίσου ερωτευμένο, το δικό σου συναίσθημα και πόσο θα ταυτιζόταν με σένα, τον πρωταγωνιστή; Κάπως έτσι ηδονιζόμαστε με την παράνοιά μας χωρίς να μειώνεται στο ελάχιστο η οδύνη μας.

Και φυσικά όπως κάθε αριστουργηματική ταινία που σέβεται τον εαυτό της, έτσι και η ζωή μας, δε θα μπορούσε να υστερεί στο κομμάτι της μουσικής επένδυσης. Δεν μπορούμε να ζήσουμε δίχως μουσική. Κάθε μας βήμα συνοδεύεται από το κατάλληλο soundtrack, κάθε μας βλεφάρισμα σηματοδοτεί μια καινούργια έκρηξη συναισθημάτων άρα και μελωδίας. Σε κάθε «κατ» που επιλέγουμε να κάνουμε οι ίδιοι (γιατί είμαστε και πολύ καλοί μοντέρ εκτός όλων των άλλων), εκεί που θεωρούμε πως το κρεσέντο των αισθήσεων έχει εκτοξευτεί στα ύψη, οι νότες γύρω μας και μέσα μας δίνουν πόνο κάνοντας κι εμάς ασυγκράτητους.

Ανατριχιάζουμε σύγκορμοι καθώς ακούμε όσα τραγούδια επιδρούν πάνω μας ερεθιστικά. Μας βλέπουμε μπροστά μας να οργιάζουμε σε όμορφα άγρια πλάνα που θα ξεσήκωναν ακόμη και τους πιο αδιάφορους θεατές. Όμως εμείς δεν ανήκουμε σε αυτούς που αφήνουν τη φαντασία ανεκπλήρωτη. Βάζουμε πλώρη και ζωντανεύουμε τις φαντασιώσεις μας με τη μουσική πάντα σε σπασμένα ντεσιμπέλ γιατί τέτοιοι είμαστε. Τα «πλάνα» μας τα κάνουμε αλήθειες.

Θα μας δεις να περπατάμε στο δρόμο με ύφος ψαρωτικό και αυτοπεποίθηση στα ύψη, μόνο και μόνο επειδή καθ’ όλη τη διαδρομή η μουσική στ’ αυτιά μας βαράει σαν εμμονή. Το ζούμε, πώς το λένε; Κι εκείνη την ώρα, πρέπει να σου πω, με δυσκολία καταφέρνουμε και δε μονολογούμε μέσα στον κόσμο τις σκέψεις μας. Ευτυχώς έτσι γεννηθήκαμε και είμαστε πια εκπαιδευμένοι. Το μόνο πράγμα που δεν ελέγχουμε είναι οι λοξές ματιές στους τυχαίους καθρέφτες που θα βρεθούν στο διάβα μας, αυτοί είναι οι κάμερές μας.

Άσε πια το τι γίνεται όταν καψουρευόμαστε ή χωρίζουμε. Ποσώς μας ενδιαφέρει η συνέπεια στα μουσικά ακούσματα που θα συνοδεύουν τα δάκρυά μας όταν μας λείπει εκείνος ή εκείνη. Μέλημά μας είναι «να αποδοθεί το συναίσθημα στο φουλ» μέσω της μουσικής, να καταστρέψουμε καρδούλες όπως καταστρέφεται η δική μας. Εσωτερικότητα στην «υποκριτική» μας για περισσότερη ένταση, με φιλοθεάμον κοινό τον εαυτό μας, ο οποίος αν δεν αισθανθεί ότι πονάει βαθιά αποτύχαμε.

Αν δεν το έχεις καταλάβει ακόμη, για εμάς η μουσική δεν είναι απλώς διασκέδαση. Ούτε καν μόνο τρόπος έκφρασης. Για εμάς η μουσική, φίλε μου, είναι καμβάς, είναι προϋπόθεση, είναι η μία από τις πολλές όψεις της ζωής μας, είναι ταυτόσημη με την κάθε μας στιγμή. Ζούμε κι ακούμε, νιώθουμε και τραγουδάμε, αναβιώνουμε στίχους και παίρνει υπόσταση το συναίσθημά μας μέσα από αυτούς. Δεν αποτελεί μόνο τρόπο εκτόνωσης όσων ήδη υπάρχουν μέσα μας αλλά και ερέθισμα για να ζήσουμε στην πράξη και όσα μας δημιουργεί η ίδια.

Έτσι είμαστε όλοι εμείς οι «ηθοποιοί» και «σκηνοθέτες» της ζωής μας που πυροδοτούμε την επόμενη κίνηση μας κάτω από το «φώτα, κάμερα, πάμε!» κάθε φορά λίγο πριν μας κατακλύσει το συναίσθημα. Όλα αληθινά είναι, δεν υποκρινόμαστε. Ποιος όμως θα τολμήσει να ισχυριστεί ότι είναι κακό να ανιχνεύεις την ανθρώπινη φύση παίζοντας μαζί της, παρατηρώντας την ή δίνοντάς μια έξτρα ώθηση έντασης;

Μόνο έτσι νιώθεις στο πετσί σου τελικά τι σου λείπει, ώστε να επιδιώξεις να το ζωντανέψεις εσύ σαν ένα ακόμη δρώμενο αλλά με κατάληξη γοητευτικά απρόβλεπτη εφόσον η «ταινία» σου λέγεται ζωή.

 

Επιμέλεια Κειμένου Έλλης Πράντζου: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου