Μία από τις χειρότερες και πιο πολύπλοκες ψυχολογικές καταστάσεις είναι το λεγόμενο άδειασμα. Το ψυχικό μούδιασμα που βιώνει κανείς όταν έρχεται αντιμέτωπος με έναν ολόκληρο χείμαρρο αρνητικών συναισθημάτων τα οποία δεν μπορεί ούτε να κουμαντάρει, ούτε να βάλει σε σειρά. Έρχεται τότε η στιγμή που ο οργανισμός σου κάνει μόνος του shut down προσπαθώντας να προστατευτεί και να αμυνθεί απέναντι στην ολική κατολίσθηση των προσδοκιών σου, των επιθυμιών σου, των αναμνήσεών σου, των στιγμών που μοιράστηκες και σε καθόρισαν.

Όταν σε κατακλύζουν άπειρα συναισθήματα, όταν σε βασανίζουν αμέτρητες σκέψεις, μοιάζεις πια πολύ μικρός μπροστά στο μέσα σου, νιώθεις ότι δεν μπορείς πλέον να σταθείς πουθενά, ότι δε σε χωράς. Κι έτσι παγώνεις. Παγώνεις γιατί ξέρεις ότι αν παρασυρθείς θα σε καταπιεί η παράνοια της απογοήτευσης.

Η πιθανότερη περίπτωση να αφεθεί άνευ όρων κανείς σε όσα αισθάνεται είναι μπροστά σε έναν άλλον άνθρωπο. Και συνήθως πιο βάναυσα την πατάει ένας ερωτευμένος. Δε σημαίνει ότι κάθε άλλο συναίσθημα έχει μικρότερη βαρύτητα. Δεν μπορούμε παρά να παραδεχτούμε, όμως, ότι ο έρωτας δε χαρακτηρίζεται από την ίδια ωριμότητα και νηφαλιότητα άλλων συναισθημάτων.

Ο ερωτευμένος θα την πατήσει ευκολότερα λοιπόν, λόγω πάθους και όχι απαραίτητα επειδή θα έχει πιστέψει όντως σε κάτι. Όχι απαραίτητα λόγω του ότι θα έχει επενδύσει όντως συναισθηματικά. Όχι μόνο επειδή μπορεί να παρασύρθηκε από προσδοκίες ή υποσχέσεις. Αλλά πολύ απλά επειδή είναι μάλλον ακατόρθωτο να καθορίσεις το πότε και ποιον θα ερωτευτείς. Για ποιον θα νιώσεις στο έπακρο και ποιον θα αποφύγεις. Οπότε στο άσχημο τέλος της όποιας ιστορίας μικρή σημασία θα έχει το αν παραμυθιάστηκες ή αν επέλεξες να εθελοτυφλήσεις. Το αποτέλεσμα μετράει.

Έτσι, το ίδιο εύκολα που ένας άνθρωπος μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για σένα με βάση τα όσα σε έκανε να αισθανθείς, το ίδιο εύκολα μπορεί να σε απογοητεύσει τόσο που να μην ξέρεις τι να πρωτονιώσεις. Να σε αδειάσει τελείως, να σε εξαντλήσει και να σου αφήσει μόνο ένα κρίμα αμανάτι για σουβενίρ. Κι εκεί που τον έβλεπες ή τον σκεφτόσουν και βαρούσε ταμπούρλο η καρδούλα σου, ξαφνικά η ανάμνησή του γίνεται η αιτία που παθαίνεις το λεγόμενο «ευθεία γραμμή καρδιογράφημα». Πάγος. Αγγλιστί numb. Black out. Κι αν ψάξω θα βρω πολλά ακόμη επίθετα ή φράσεις για να χαρακτηρίσω το κενό σου που στην ουσία δεν είναι κενό αλλά ένα σωρό αλληλοσυγκρουόμενα κοχλάζοντα συναισθήματα.

Είναι βάναυσο ο έρωτας και η απογοήτευση να έχουν το ίδιο πρόσωπο. Είναι άσχημο να συνειδητοποιείς ότι η πάλαι ποτέ έμπνευσή σου βασίστηκε σε ένα ψέμα, σε ένα όμορφα αμπαλαρισμένο τίποτα. Σε κάποιον ο οποίος πήρε πίσω τον ίδιο του τον εαυτό τόσες φορές που δε σου άφησε πια τίποτε δικό του αληθινό και άξιο συναισθήματος.

Είναι επώδυνο να φέρνεις στο νου σου τις στιγμές εκείνες που ένα χαμόγελο, ένα φιλί και δυο μάτια μπορούσαν να σε κάνουν να γράφεις ώρες ατέλειωτες κατεβατά για όσα εξαιτίας τους και μαζί τους έζησες, ενώ τώρα συνοδεύονται από σελίδες λευκές, άδειες όσο κι εσύ. Θέλει παλικαριά να παραδεχτείς την ίδια σου την απογοήτευση τελικά αφού αυτή συνδέθηκε όντως με κάτι που πόθησες κάποτε τόσο.

Ναι, όλα εμπειρίες είναι, δε διαφωνεί κανείς με αυτό. Τις κρατάμε και πάμε παρακάτω. Μέχρι να πάρεις απόφαση να αφήσεις πίσω σου τις παραπλανητικές εικόνες του χτες όμως, για να παραδεχτείς επιτέλους την πραγματικότητα του σήμερα, μεσολαβεί μια διαδικασία επίπονη. Διότι ξενερώνεις μεν αλλά όχι από επιλογή, όχι επειδή έτσι τα ‘φερε ο χρόνος, όχι από φθορά. Ξενερώνεις καταναγκαστικά. Σε ξενερώνουν συμπεριφορές αλλοπρόσαλλες που μέχρι να σε «αναισθητοποιήσουν» έχουν παίξει μαζί σου και με τα νεύρα σου ουκ ολίγες φορές καταφέρνοντας πρώτα να σε εξαντλήσουν. Σε ξενερώνουν τα ψέματα που δεν ήθελες να δεις. Σε ξενερώνουν όσα δεν ίσχυαν κι εσύ κάποτε ήθελες όσο τίποτε να ήταν αλήθεια.

Αυτού του είδους το αναγκαστικό ξενέρωμα συνοδεύεται από το απόλυτο ψυχολογικό ξεγύμνωμα. Πέρα και πάνω απ’ όλα απέναντι στον καθρέφτη σου που, σαν να μην έφταναν όλα τα υπόλοιπα, είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να σου ρίξει το πιο μεγαλοπρεπές φτύσιμο γιατί «πώς κατάντησες έτσι εσύ ρε μαλάκα;» θα σου πει. Καλά, τώρα, το αν έχει δίκιο ή άδικο είναι άλλο θέμα συζήτησης. Αλλά και μόνο το ότι εσύ θα νιώθεις έτσι αρκεί.

Μεγαλύτερο κρίμα όμως είναι όταν μια όμορφη ιστορία κηλιδώνεται από ένα ανεπαρκέστατο αναιρετικό μετά. Γιατί δεν ξέρεις τότε αν αξίζει να κρατήσεις μια ανάμνηση ζωντανή ή αν έτσι απλώς διατηρείς αναλλοίωτο στον χρόνο ένα ψέμα.

 

Επιμέλεια Κειμένου Έλλης Πράντζου: Σοφία Καλπαζίδου

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου