

Ένα φαινόμενο που μελετά ο κλάδος της ψυχολογίας τα τελευταία χρόνια είναι ο κύκλος της βίας και το πώς, σε ορισμένες περιπτώσεις, το θύμα καταλήγει να γίνεται θύτης. Τι είναι αυτό που ωθεί τελικά τους ανθρώπους να συνεχίζουν και να διαιωνίζουν μια κατάσταση η οποία τους έχει πληγώσει; Πώς μπορεί ένας άνθρωπος που έχει δεχτεί σωματική ή λεκτική βία να φτάσει στο σημείο να κάνει ακριβώς το ίδιο σε άλλους ανθρώπους; Πού χάνεται η ενσυναίσθηση του θύματος και πώς καταλήγει να γίνεται ένα με τον θύτη που είχε να αντιμετωπίσει στο παρελθόν;
Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που οι ψυχολόγοι προσπαθούν να απαντήσουν προκειμένου να προλάβουν τον κύκλο της βίας, μειώνοντας δραστικά τα περιστατικά κακοποίησης στην κοινωνία.
Αν και μπορεί να ακούγεται παράδοξο, το να γίνει κάποιος που έχει υποστεί βία στο παρελθόν ο ίδιος θύτης είναι συχνό φαινόμενο και λειτουργεί ως ψυχολογικός μηχανισμός άμυνας. Το άτομο, ως θύμα, βιώνει έντονο φόβο για το μέλλον και αυτό του προκαλεί μια εσωτερική δυσφορία που χρειάζεται να διαχειριστεί. Στην προσπάθεια αυτή, αρχίζει να βλέπει τα πάντα ως απειλές και να λειτουργεί προληπτικά απέναντι στους άλλους. Όλοι –και όλα– μπορεί να είναι πιθανοί θύτες που θα του προκαλέσουν βαθύτερα ψυχικά τραύματα. Έτσι, κρατά αποστάσεις, κάτι που σταδιακά οδηγεί σε προληπτική επίθεση.
Σε αυτό το σημείο, το άτομο περνά από τη θέση του θύματος σε αυτή του θύτη, προκαλώντας πόνο αντίστοιχο με εκείνον που έχει βιώσει. Εκεί αρχίζει να χάνεται και η ενσυναίσθηση, καθώς για να αντέξει τον πόνο που προκαλεί στους άλλους, ο εγκέφαλος ξεκινά να δημιουργεί δικαιολογίες και να κανονικοποιεί αυτή τη συμπεριφορά. Μια ενδόμυχη τάση για εκδίκηση, σε συνδυασμό με συσσωρευμένο θυμό και έντονο αίσθημα αδικίας, μπορεί να λειτουργήσουν ως καταλύτες, ώστε το θύμα να μετατραπεί συνειδητά σε θύτη και να επιζητά τον πόνο στους άλλους. Αυτή η επιθετική λογική παρουσιάζεται ως τρόπος «επανόρθωσης» της αδικίας που έχει υποστεί: θέλει να προκαλέσει όσα έχει βιώσει, ώστε να νιώσει πως αποκαθιστά το τραύμα. Το αποτέλεσμα, όμως, είναι κάθε νέα σύγκρουση ή επιθετική συμπεριφορά να πυροδοτεί έναν νέο φαύλο κύκλο βίας.
Ένας ακόμη παράγοντας που συμβάλλει στη δημιουργία ενός κύκλου βίας είναι οι μαθημένες συμπεριφορές. Σύμφωνα με τη θεωρία του Bandura, οι άνθρωποι τείνουν να μιμούνται συμπεριφορές που έχουν δει στο περιβάλλον τους – ειδικά όταν αυτές φαίνεται να λειτουργούν και να επιτυγχάνουν τον σκοπό τους, ανεξαρτήτως του αν προκαλούν πόνο. Άτομα που έχουν μεγαλώσει σε οικογένειες ή κοινωνίες όπου η βία χρησιμοποιούνταν ως μέσο διαχείρισης συγκρούσεων, τείνουν να είναι πιο επιθετικά και να επιλέγουν τη βία ως εργαλείο επιβολής. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται κυρίως στα αρσενικά μέλη μιας κοινωνίας, όπου συχνά εξιδανικεύεται η εικόνα του δυνατού και ατρόμητου άνδρα, μαζί με την επιθετικότητα.
Ο κύκλος της βίας, όπου το θύμα γίνεται θύτης, έχει σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις. Η υιοθέτηση αυτής της νέας ταυτότητας αυξάνει τις πιθανότητες για εμφάνιση μετατραυματικού στρες, ενώ τα επίπεδα άγχους εκτοξεύονται. Οι διαπροσωπικές σχέσεις πλήττονται, καθώς κυριαρχούν η δυσπιστία και η απομόνωση, οδηγώντας σε συνεχείς συγκρούσεις. Το άτομο καταλήγει σε έναν μόνιμο εκνευρισμό, που εντείνει ακόμα περισσότερο τον θυμό και το αίσθημα αδικίας.
Γι’ αυτό, είναι απαραίτητο –τόσο σε ατομικό όσο και σε θεσμικό επίπεδο– να υπάρξει ενημέρωση γύρω από τον κύκλο της βίας και το πώς η βία γεννά βία. Χρειάζονται στοχευμένες παρεμβάσεις που να σπάνε τα δεσμά της εκδίκησης και να δίνουν χώρο στην ενσυναίσθηση και την αλληλεγγύη. Όσο και αν έχει πονέσει κάποιος ως θύμα, το να γίνει θύτης το μόνο που κάνει είναι να διαιωνίζει τον φαύλο κύκλο της βίας – και να πληγώνει ακόμα περισσότερο τον ίδιο.