Λένε ότι ο έρωτας περνάει απ’ το στομάχι. Και παρόλο που δεν το πιστεύω, θα πω ευτυχώς. Είναι μια εκδοχή που συμφέρει πολύ. Αφενός γιατί με την καρδιά και το μυαλό τα πράγματα περιπλέκονται και τρέξε να βγάλεις άκρη, αφετέρου γιατί αν το ταίρι σου ξέρει να μαγειρεύει, έχεις χτυπήσει τζακ-ποτ. Γιατί τα πράγματα με το στομάχι είναι πολύ απλά: αγαπάει όποιον το ταΐζει, τόσο ξεκάθαρα.

Αφού πιάσαμε τα περί έρωτα λοιπόν, σας ρωτώ: μεγαλύτερος έρωτας απ’ τα μακαρόνια υπάρχει; Ναι, μακαρόνια, ούτε σπαγγέτι, ούτε πάστα, ούτε ζυμαρικά. Για εμάς τους  Έλληνες, ό,τι χρώμα κι αν έχουν, σε ό,τι σχήμα κι αν βγαίνουν, όπως κι αν τα ‘χουν βαφτίσει στο εξωτερικό, όλα θα ‘ναι πάντα μακαρόνια, τ’ αγαπημένο φαγητό της παιδικής μας ηλικίας κι όχι μόνο. Τρώγονται μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ, ακόμα και για πρωινό, μετά από ξενύχτι. 

Και γιατί το αγαπημένο; Απ’ τους ποδοσφαιριστές μέχρι και τα νήπια, είναι η απόλυτη τροφή για τους μονίμως πεινασμένους. Ποσότητα και ποιότητα σε χρόνο μηδέν. Πιο γρήγορη κι εύκολη λύση μπορείτε να φανταστείτε; Όχι, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει. Άσε που είναι κι η χαρά της τσέπης. Ιδίως για τους φοιτητές, αφού μας βγάζει ασπροπρόσωπους και το σημαντικότερο χορτάτους, σε περιόδους λιτότητας ή αφραγκίας. Δεν ξέρω αν είναι τυχαίο ή αν φταίει το πολυάσχολο πρόγραμμα της μέσης νοικοκυράς, αλλά η μαμά μου λέει ότι, μαζί με τ’ αυγά και τις πατάτες, τα μακαρόνια είναι απ’ τις καλύτερές της συνταγές.

Από πένες, φιογκάκια, κοφτά, βίδες, κοχύλια μέχρι και το κλασικό σπαγγέτι, είναι μακράν το πιο νόστιμο φαγητό απλά και μόνο με τον εαυτό του. Για να μην αναφερθώ στις ενισχυμένες εκδόσεις τύπου μακαρόνια με κιμά, παστίτσιο, λαζάνια, κανελόνια και λοιπά κολασμένα πιάτα. Τι θέλει πια; Λίγο λάδι, αλάτι και είναι έτοιμο. Προσωπικά, τα μακαρόνια «ορφανά» ήταν ανέκαθεν η λατρεία μου. Κι εφτά μέρες την εβδομάδα να τα τρώγαμε έτσι, εμείς οι μακαρονάδες θα ‘μασταν και πάλι οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι στον κόσμο.

Γενικά, είναι φαγητό που ταιριάζει μ’ όλα. Κόκκινη σάλτσα θες; Κρέμα γάλακτος; Σκέτη κέτσαπ ή τυροκασέρια-για να μη μαλώνουμε βόρειοι και νότιοι- τ’ αντικείμενο της προσοχής είναι η βάση κι ευτυχώς για μας τα λέμε όλοι μακαρόνια. Άλλοι τα θέλουν με μανιτάρια, άλλοι με κιμά, άλλοι με κοτόπουλο, γαρίδες ή σολομό. Μερικοί με μοσχαράκι κοκκινιστό. Οχτώ στα δέκα συνοδευτικά ταιριάζουν απόλυτα με τα μακαρόνια, νομίζω ότι είναι προφανές. Για χορτοφάγους ή παμφάγους, για όλους υπάρχει μια εκδοχή. Ολικής άλεσης, χωρίς γλουτένη, με σπανάκι, καρότο ή μελάνι σουπιάς, για όλους έχει ο φροντίσει η μακαρονοβιομηχανία.

Υπολογίζεται, δε, ότι ο άνθρωπος μπορεί να τραφεί άνετα με μακαρόνια για έναν ολόκληρο χρόνο, αφού υπάρχουν πλέον περισσότερες συνταγές κι από τις 365, στη χειρότερη 366, μέρες του χρόνου. Απ’ την πιο απλή μέχρι και την πιο ψαγμένη, το αποτέλεσμα είναι εγγύηση και για τους πιο αρχάριους ή ατάλαντους στην κουζίνα. Γιατί θέλει πολύ κόπο για να χαλάσει κανείς τα μακαρόνια, τι στο καλό; Είτε al dente είτε παραβρασμένα και πάλι κατεβαίνουν χωρίς πρόβλημα. Εκτός πια κι αν σου βγουν όλα μαζί σε σχήμα κατσαρόλας, εκεί ναι, υπάρχει όντως πρόβλημα.

Τροφή για τους ρομαντικούς και τους όχι και τόσο. Η Λαίδη κι ο Αλήτης μακαρονάδα με κεφτεδάκια και κόκκινη σάλτσα κι ο Σάκης χυλόπιτα απ’ τη Σούλα. Τα μακαρόνια είναι παντού, σας το ‘πα. Με καλή παρέα, τους φίλους, την οικογένεια ή τη σχέση μας κι ένα ποτήρι κρασί, κάνουν τις μέρες μας ακόμα καλύτερες. Θα καθόμουν να γράψω κι άλλους λόγους γιατί είμαστε μακαρονάδες και γιατί είναι το πιο απίθανο φαγητό στον κόσμο, αλλά είπε ότι θα μου μαγειρέψει. Και μεταξύ μας, ελπίζω να ‘ναι μακαρόνια!

 

Επιμέλεια Κειμένου Ελευθερίας Παπαναστασίου: Ιωάννα Κακούρη

Συντάκτης: Ελευθερία Παπαναστασίου