Σ’ ένα παράλληλο σύμπαν, τα έμβια όντα που υπερίσχυσαν και κυριάρχησαν στο δικό τους πλανήτη έχουν εφεύρει παρόμοιες τεχνικές επικοινωνίας μ’ εμάς και μας έχουν βάλει στην κυριολεξία τα γυαλιά. Είναι πολύ πιο εξελιγμένοι, πιο σωστοί και τίμιοι μεταξύ τους και τους διακατέχει μια αστείρευτη ειλικρίνεια που τους κρατάει ενωμένους και σε συνεχή πρόοδο ατομικά, αλλά και συλλογικά. Σ’ αυτόν τον πλανήτη, λοιπόν, οι οργανισμοί αυτοί εναρμονίζονται με το ειλικρινές περιβάλλον τους από την πρώτη στιγμή, επηρεάζονται από άλλους και επικοινωνούν σε μια κοινή γραμμή αλήθειας ασχέτως με το αν πληγώνουν ο ένας τον άλλον με λόγια ή με πράξεις. Σημασία έχει πως οτιδήποτε κι αν συμβαίνει είναι αληθινό, ατόφιο, απείραχτο. Δε χρειάζεται να προσθέσουν στο λόγο τους κανένα ίχνος υπονοούμενου, δεν τους χρειάζονται τα βλέμματα γεμάτα πονηριά και σκέρτσο, ενώ τα υποκοριστικά περισσεύουν. Συνοπτικά, δεν τους χρειάζονται οι πλάγιοι δρόμοι για να φτάσουν εκεί που επιθυμούν. Γιατί ξέρουν να εκφράζονται πολύ πιο λακωνικά από εμάς τους επίγειους, αλλά παράλληλα με μεγαλύτερο νόημα χωρίς να κρύβουν την αλήθεια.

Κι επειδή αυτό το ειδυλλιακό μέρος δεν έχουμε ιδέα αν υπάρχει -κι αν όντως υπάρχει είναι χαμένο και δυσεύρετο κάπου στο πλέγμα των πλανητών και δεν έχουμε και χρόνο να το ψάξουμε-, ας επικεντρωθούμε στα δεδομένα που έχουμε εμείς, στο δικό μας πλανήτη και στην δική μας αλήθεια. Η φιλία θα μπορούσε να είναι η αρχή μιας όμορφης, σταθερής σχέσης, όπως είπαν ορισμένοι λόγιοι. Γιατί σταθερής; Διότι γνωρίζετε ο ένας τον άλλον αρκετά καλά και οι αρχικές παύσεις αμηχανίας που πρωταγωνιστούν στην αρχή μιας γνωριμίας, παραβλέπονται, έχοντας ήδη αφομοιωθεί και από τις δύο πλευρές. Κάποιοι πιο πονηρεμένοι, είχαν δηλώσει πως δεν μπορεί να υπάρξει φιλία ανάμεσα σε μία γυναίκα κι έναν άνδρα γιατί πάντοτε είτε ο ένας από τους δύο, είτε και οι δύο, θα έχουν βαθιά φυλαγμένα συναισθήματα ή πιο ρηχά, θα διατηρούν μία έλξη προς τον άλλο. Δεν είμαι ούτε λόγιος, ούτε και πονηρεμένος για να συμφωνήσω ή να διαφωνήσω με τους προηγούμενους αλλά ξέρω πως ίσως μια φιλική σχέση να ‘χει και ρομαντικά στοιχεία, ίσως και ερωτική έλξη.

Ξεκινήσατε σαν φίλοι, πήγατε βόλτες, μιλήσατε αναρίθμητες ώρες για διάφορα θέματα, σχολιάσατε πρώην, πιθανούς νυν παρτενέρ, ερωτικά φετίχ, εστιάσατε σε περαστικούς στο δρόμο, εκμυστηρευτήκατε ο ένας στον άλλον δυο-τρία crush, αλλά δε δώσατε ποτέ σημασία σε αυτόν που είχατε μπροστά σας. Ή μάλλον για να το θέσω ορθότερα, δώσατε την πρέπουσα σημασία, αλλά δεν αφήσατε αυτή την κατά τα άλλα παράλογη ιδέα, ν’ ανθίσει μέσα σας και να εξελιχθεί. Γιατί -πάμε όλοι μαζί! είστε φίλοι. Ξεκάθαρο αυτό.

Ένας από τους δυο σας όμως μπορεί να φέρνει την κουβέντα προς τα εκεί με υπονοούμενα και υποκοριστικά. Το πρόθεμα -υπό ήταν πάντοτε υποκατάστατο όσων πραγματικά θέλουμε να εκφράσουμε είτε σ’ εμάς τους ίδιους, είτε στα υποψήφια crush. Καθόλου καλό πρόθεμα, δεν υπολόγισε ποτέ καμία ειλικρινή επιθυμία. Όταν, λοιπόν, έστω κι από τη μία μεριά, ξεκινήσει εκείνο το ανεπανάληπτο -άκι (γλυκάκι, φιλαράκι, παιδάκι) και το χιλιοειπωμένο -ίτσα/-ούλα/-ούλης (Ζωίτσα, κολλητούλα, κουκλίτσα, καλούλης), τότε δε μιλάμε για απόκρυφο φλερτ, αλλά για ολοφάνερο σινιάλο που αδυνατεί να φανερωθεί. Χωρίς να μακρυγορώ, τα υποκοριστικά, οι καταλήξεις που μόλις σημείωσα πάνω και το πρόθεμα -υπό σηματοδοτούν ένα πράγμα και μόνο. Πως υπάρχει κάτι πέρα από φιλία που υποβόσκει και πως τα αισθήματα δεν είναι και τόσο αγνά.

Οι πολλές γραμματικές μπορεί να σας μπέρδεψαν αλλά το νόημα το πιάσατε. Πολλές φορές οι φιλικές σχέσεις μπορεί να αποκτήσουν και να διατηρήσουν ερωτικά στοιχεία που πιθανώς να μη βρίσκονταν εκεί στην αρχή. Ακόμα και μεταξύ φίλων μπορεί να υπάρχει κάποιο είδος ανεξήγητης έλξης είτε από μέρους σου, είτε εκ μέρους τους -γιατί είναι και πολλοί, ζωή να’ χουν. Οπότε αν σου έβγαλε μέχρι και υποκοριστικό, μήπως δεν είναι τόσο φιλικό;;; -στο σημείο αυτό σκέψου το υποκοριστικό σου και χρησιμοποίησε σωστά την κατάληξη. Κι όπως μας έχει δηλώσει ανεξίτηλα στις ένδοξες στιγμές της κάποτε η ελληνική ιδιωτική τηλεόραση, τι έγινε Κωστάκη; Το υπόλοιπο το ξέρετε… Άντε και καλά crushιά.

Συντάκτης: Γιώργος Γκαρακλίδης
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.