Πολυαγαπημένη και χιλιοειπωμένη η φράση «να μυρίσω τα νύχια μου». Τη χρησιμοποιούμε όταν κάτι είναι αβέβαιο, όταν ο άλλος περιμένει από εμάς να καταλάβουμε τι θέλει, τι του αρέσει και πώς αισθάνεται χωρίς να ανοίξει τα όμορφα χειλάκια του για να μιλήσει.

Η φράση τούτη προέρχεται από αρχαία τελετουργική συνήθεια, αφού ο άνθρωπος ανέκαθεν είχε την ανάγκη να γνωρίζει τι του επιφυλάσσει το μέλλον. Όπως σήμερα τρέχουμε σε μάγισσες και χαρτορίχτρες, οι αρχαίοι Έλληνες πήγαιναν στους ιερείς των μαντείων, οι οποίοι τοποθετούσαν τα δάχτυλά τους σε ένα υγρό με βάση το δαφνέλαιο, το έφερναν κοντά στη μύτη τους και από τις αναθυμιάσεις έπεφταν σ’ ένα είδος καταληψίας κατά την οποία προμάντευαν τα μελλούμενα.

Μόνο που οι ιδιότροποι του έρωτα -ναι καλά κατάλαβες- αυτοί που χρειάζονται απεγνωσμένα να τους καταλάβει ο σύντροφός τους, αλλά κάνουν τα πάντα για να μην τον διευκολύνουν, βαθιά μέσα τους θεωρούν ότι απόδειξη της αγάπης του άλλου είναι να καταλαβαίνει τις ανάγκες τους χωρίς τις βάζουν οι ίδιοι σε λόγια. Αυτοί οι αγαπημένοι μας, δεν έχουν καταλάβει ότι δεν είμαστε ούτε ιερείς των μαντείων, ούτε η Μαντάμ Ζαϊρα.

Καλά μου κορίτσια και αγόρια, έστω κι αν εμείς οι ιδιότροποι -συμπεριλαμβανομένου και του εαυτό μου- δίνουμε προφανή σημάδια για το τι νιώθουμε και τι θέλουμε, μπορεί ο άλλος να μην μπορεί να το καταλάβει ή να ‘χει πολλά στο κεφάλι του. Δεν υπάρχει λόγος να καταλήγουμε σε καβγάδες όταν μπορούμε να εκφράσουμε αυτό που θέλουμε με λέξεις, ώστε να είναι πλήρως κατανοητό.

Εκτός του ότι καταλήγουμε στην χειρότερη περίπτωση χωρισμένοι και στην καλύτερη μαλωμένοι, -μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια – αδικούμε το σύντροφό μας, ιδίως αν δεν είμαστε αρκετό χρονικό διάστημα μαζί, ώστε να μπορεί ο άνθρωπος να να μας μάθει, να ξέρει τι συνήθειες και τα γούστα μας. Ακόμα και σε μία μακροχρόνια σχέση, δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι τη μαεστρία να καταλαβαίνουν τι ζητά ο άλλος, και αυτό δε σημαίνει ότι δεν θέλουν ή ότι δε μας αγαπάνε, ότι είναι αδιάφοροι ή ότι δε μας παρατηρούν. Τα πράγματα είναι απλά, καμία αγάπη και κανένα ενδιαφέρον δε φαίνεται από το αν ο άλλος μπορεί να καταλάβει μόνος του τι θέλει το ταίρι του.

Αν το καλοσκεφτούμε, ακόμα και για μας του ίδιους δεν είναι σωστό, αφού δίχως λόγο και αφορμή βάζουμε τον εαυτό μας σε μία διαδικασία γεμάτη άγχος για να δούμε αν κατάλαβε ή όχι, αν θα κάνει αυτό που ζητάμε ή όχι, Μπορεί ο άλλος να ‘χει χίλια δυο άλλα καλά και εμείς επειδή είμαστε επικεντρωμένοι μόνο σε αυτό που ζητάμε χωρίς να μιλήσουμε, να μην τα βλέπουμε καν. Στη συνέχεια, απομακρυνόμαστε από το ταίρι μας, γιατί έχουμε νεύρα και μετά έρχονται και στο μυαλό μας όλα τα πιθανά-απίθανα σενάρια.

Πολλές φορές σκεφτόμαστε πως μία πράξη του αλλού έχει μεγαλύτερη σημασία απ’ τη στιγμή που τη σκέφτηκε και την έκανε από μόνος του, μεγαλύτερη απ’ ότι όταν ζητήσουμε εμείς να την κάνει. Εδώ θα συμφωνήσω, όμως δεν πρέπει να είναι αυτός ο μοναδικός παράγοντας του συμπεράσματος, ούτε για σένα, ούτε για τον άλλον, ούτε για τη σχέση σου. Υπάρχει όντως κάποιος σημαντικός λόγος να το κάνουμε αυτό στη σχέση μας; Υπάρχει λόγος να επιλέγουμε ένα δύσκολο δρόμο, ενώ μπορούμε να μιλήσουμε στον άλλον ξεκάθαρα, στα ίσα, χωρίς υπαινιγμούς; Ήρθε ο καιρός να βάλουμε ένα τέλος στα παιχνίδια και να εκφράσουμε ανοιχτά όσα έχουμε στο μυαλό μας.

Συντάκτης: Λεμονιά Κροπάλη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.