Πριν ξεκινήσω, θέλω να εκμεταλλευτώ τη δημοσιότητα που παίρνω μέσα από αυτό το άρθρο και να ζητήσω μια επίσημη συγγνώμη σε όλους όσους έχω στήσει στη ζωή μου. Με έναν πρόχειρο υπολογισμό μιλάμε για καμιά εκατοστή άτομα! Ελπίζω κάποια στιγμή να με καταλάβετε. Ευχαριστώ.

Στο θέμα μας τώρα.

Ναι, αργούμε. Απλά συμβαίνει. Δεν ξέρω πώς. Σίγουρα δεν το κάνουμε επίτηδες. Ακόμα πιο σίγουρα όμως, ξέρω πως όσο και να προσπαθούμε δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Είναι μέρος του χαρακτήρα μας. Όσο χρόνο και να έχουμε πάντα την τελευταία στιγμή θα βρούμε ένα τρόπο και δε θα είμαστε στην ώρα μας.

Μάλλον λείπει μία λειτουργία από τον εγκέφαλό μας, αυτή του σωστού υπολογισμού του χρόνου. Δεν εξηγείται αλλιώς. Προσπαθούμε κάθε φορά να είμαστε την ώρα που πρέπει, στο σημείο που πρέπει, αλλά ποτέ δεν τα καταφέρνουμε.  Με μεγαλύτερη ή με μικρότερη καθυστέρηση κάθε φορά φτάνοντας εκεί βρίσκουμε κάποιον ή κάποιους να μας περιμένουν.

Μάλλον είμαστε υπερβολικά αισιόδοξοι. Πιστεύουμε πως προλαβαίνουμε να κάνουμε περισσότερα πράγματα, απ’ ό,τι μπορούμε, σε έναν περιορισμένο χρόνο.

Τα υπολογίζουμε όλα με ιδανικούς χρόνους, χωρίς να συμπεριλάβουμε πιθανές καθυστερήσεις. Και δε μιλάω για απρόοπτα που ,όταν συμβούν κάποια στιγμή, θα μπορούσαν να μας συγχωρεθούν. Μιλάω για καθυστερήσεις που συμβαίνουν σε όλους, καθημερινά. Καθυστερήσεις που δεν εντάσσονται στα απρόοπτα.

Ποτέ δεν υπολογίσαμε το τηλέφωνο που χτύπησε την ώρα που ετοιμαζόμασταν. Τον γείτονα που μας έπιασε συζήτηση στην είσοδο της πολυκατοικίας. Την ουρά στην τράπεζα.

Πιστεύουμε πως οι δρόμοι θα είναι άδειοι και όλα τα φανάρια πράσινα περιμένοντας εμάς να περάσουμε. Θέση parking, προφανώς και θα βρούμε, ακριβώς στο σημείο του ραντεβού μας ώστε να μη χρειαστεί να ψάξουμε. Απλά μάλλον τα σκεφτόμαστε όλα πιο ιδανικά απ’ ό,τι είναι.

Η πραγματικότητα δεν ακολουθεί το καλοφτιαγμένο μας πρόγραμμα. Ένα μόνο  «απρόοπτο» είναι αρκετό για να μην είμαστε εμείς στην ώρα  μας. Οπότε το να μην αργήσουμε θεωρείται εξαίρεση στον κανόνα, αφού είναι σίγουρο ότι θα συμβεί τουλάχιστον ένα από τα παραπάνω.

Πλέον δεν μιλάμε για «ακαδημαϊκά δεκάλεπτα» ούτε για «fashionable late». Υπάρχει περίπτωση να αργήσουμε πραγματικά πολύ. Έχουμε εξαντλήσει όλη τη δημιουργικότητά μας στο να βρίσκουμε πειστικές δικαιολογίες σε αυτούς που μας περιμένουν. Μετά από ένα σημείο αυτοί σταματάνε να τις ακούνε, οπότε και εμείς σταματάμε να τις λέμε.

Όσοι μας έχουν μάθει, έχουν υπολογίσει τον χρόνο καθυστέρησής μας και πιστεύουν πως μπορούν να ρυθμίσουν τις αποκλίσεις μας. Λάθος. Αν για παράδειγμα συνήθως αργούμε 20 λεπτά και το ραντεβού μας είναι στις 6, πηγαίνουν κατευθείαν στις 6:20. Εμείς όμως ξέρουμε ότι θα το κάνουν αυτό και χωρίς να το καταλάβουμε φτάνουμε στις 6:40.

Για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις, πρέπει να ξεκαθαρίσω πως σε καμία περίπτωση δεν πιστεύω ότι έχουν άδικο αυτοί που γκρινιάζουν επειδή αργούμε. Έχουν ξεκάθαρα δίκιο και κανένας ποτέ δε θα μπορούσε να το αμφισβητήσει. Απλά όλο αυτό είναι μία προσπάθεια να δικαιολογήσω την ασυνέπειά μας, αφού πλέον καμία άλλη δικαιολογία δεν μπορεί να το κάνει.

Κανένας δεν αργεί επίτηδες. Ούτε πιστεύει πως ο χρόνος του είναι πολυτιμότερος από των άλλων. Απλά όπως κάποιοι άλλοι είναι κυκλοθυμικοί, εσωστρεφείς ή ζηλιάρηδες εμείς αργούμε και μας αγαπάτε κι έτσι!

Επιμέλεια Κειμένου Δώρας Αναστασίου: Σοφία Καλπαζίδου

 

Συντάκτης: Δώρα Αναστασίου