Σε πόσους από μας πέρασε έστω και μια φορά στη ζωή του η σκέψη πως περνάει τα όρια του επιτρεπτού του μέσα από τις πράξεις και τα λόγια του. Πόσοι αποφασίσαμε να τολμήσουμε, να ζήσουμε, να ξεφύγουμε από κάθε σκέψη και πράξη, οι οποίες αποκλίνουν από την ιδανική τάξη της ζωής του ανθρώπου, όπως ορίζεται η έννοια της αμαρτίας. Και πόσοι σαν εμένα, σας εσάς, σκεφτήκαμε πως κάποια μέρα θα πρέπει να μαζευτούν όλοι αυτοί που μιλάνε για αμαρτίες κι αμαρτωλούς, απαξιώνουν με εκφράσεις προσώπου και σηκώνουν δάχτυλα νουθεσίας σε όλους τους υπόλοιπους, να μας δώσουν να καταλάβουμε τι τελικά εννοούν.

Πείτε μου λοιπόν οι αναμάρτητοι του κόσμου τούτου γιατί εγώ λυπάμαι αλλά δεν ανήκω ανάμεσά σας, τι είναι αμαρτία, ποιος κρίνει τον ορισμό του αμαρτωλού και με ποια κριτήρια; Έχει αρχή και τέλος; Έχει κανόνες κι οδηγίες χρήσης που σε κάνουν να την αποφεύγεις; Κι αν το κάνεις, ποιες είναι οι επιπτώσεις και ποιος κρίνει πώς τις ορίζει ο καθένας;

Θα πιαστώ από μια φράση του Χρόνη Μίσσιου η οποία περιλαμβάνεται στο βιβλίο του «Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι». Έγραψε λοιπόν πως «Ζωή χωρίς αμαρτία είναι ζωή εν τάφω». Ο άνθρωπος λένε πως μπορεί να αμαρτήσει με το μυαλό και με το σώμα του. Αρκεί να επιθυμήσει κάτι κακό κι αμαρτάνει. Αλήθεια τώρα; Αυτό το αμαρτωλό κακό πώς ορίζεται; Και πού υπάρχει η λίστα των κακών και αμαρτημένων για να τα αποφύγουν όσοι παρεκκλίνουν προς αυτά;

 

 

Όλοι μας σ’ αυτή τη ζωή ήρθαμε για να είμαστε οι ίδιοι υπεύθυνοι κι υπόλογοι των πράξεών μας. Να αναλαμβάνουμε το βάρος της ευθύνης και των αποφάσεών μας, να τολμάμε να αποφασίζουμε εμείς πώς αντιλαμβανόμαστε τη ζωή μέσα από τα μάτια μας. Λένε λοιπόν πως η αμαρτία είναι πάθος. Υπάρχουν όμως και πάθη που είναι αρετές. Τι κακό μπορεί να έχει ένα πάθος το οποίο προτιμάμε κι επιλέγουμε να ζήσουμε από την αδιαφορία ενός συναισθήματος που μας «πνίγει», μας «βουλιάζει» και που τελικά αναγκαζόμαστε να αμαρτάνουμε λέγοντας μικρά ή μεγάλα καθημερινά ψέματα για να σωθούμε από αυτό;

«Η μεγαλύτερη αμαρτία είναι να μην κάνεις αμαρτία στη ζωή σου, να μην κοσμήσεις την πλάση με τις κρυφές επιθυμίες και τα μεράκια σου. Δεν υπάρχει αμαρτία, μόνο ύβρις υπάρχει, κι απ’ αυτήν είναι αβάσταχτα φορτωμένη η κάθε μέρα του ανθρώπου» συνεχίζει στο βιβλίο του ο συγγραφέας. Κι αν δεν ήμασταν αμαρτωλοί επιλέγοντας να ζήσουμε μέσα από τα μάτια των άλλων, τι θα ήμασταν; Ίσως άγγελοι που θα περιφερόμασταν στον κόσμο, ίσως σούπερ ήρωες μόνο καλών πράξεων κι έντιμου βίου, ίσως κι αποστειρωμένοι αναμάρτητοι. Αμαρτίες ζουν οι άνθρωποι. Όλοι εμείς. Χωρίς μέτρο μετά την απόφαση της επιλογής μας. Δεν καθίσαμε ποτέ σ’ ένα τραπέζι να πάρουμε μόνο μια συγκρατημένη μπουκιά από το φαγητό μας. Έτσι δε θα μπορούσαμε να έχουμε και ποτέ μας συγκρατημένες αμαρτίες και πάθη.

Και φυσικά έχουμε το δικαίωμα της επιλογής να είμαστε συγκρατημένοι και συνηθισμένοι άνθρωποι. Κι ίσως γεμάτοι αρετές που στο τέλος θα νιώθουμε περήφανοι για τη ζωή μας. Να σας θυμίσω όμως πως και η περηφάνια ή η αλαζονεία είναι ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Άρα πάλι αμαρτωλοί!

«Γιατί η αμαρτία είναι ο μπούσουλας, η μουσούδα της ζωής που ψάχνει να βρει την έκπληξη, την περιπέτεια της χαράς και της αγάπης κι ύστερα, σαν δεν υπάρξει η αμαρτία, πώς θα υπάρξει η γλυκιά συγχώρεση;». Το να φτάνουμε στο σημείο να μπορούμε να ζητάμε τη συγχώρεση εκεί που νιώθουμε την ανάγκη πως πρέπει να γίνει, είναι το βήμα μας προς τη δική μας άφεση αμαρτιών. Καταλαβαίνουμε πως η ζωή μας όλη κυλάει ανάμεσα σε διλήμματα του τύπου αν οι επιθυμίες, οι σκέψεις, οι πράξεις μας, οι ενδόμυχες αποφάσεις μας είναι αμαρτίες. Και μαθαίνουμε να διώχνουμε ή να χάνουμε στιγμές που μπορεί να είναι ευτυχισμένες για μας, να διστάζουμε να πάρουμε αποφάσεις για τη ζωή μας, τον έρωτά μας, να εγκλωβιζόμαστε σε οτιδήποτε γύρω μας, γιατί πολύ απλά μάθαμε ότι η ευτυχία η δική μας εξαρτάται από τον ορισμό της αμαρτίας που δίνουν άλλοι. Μέχρι που στο τέλος περιμένουμε να δούμε «τον αναμάρτητο που πρώτος τον λίθο βαλέτω».

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Ταρασία Γεωργιάδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου