Άνθρωποι αθόρυβοι, ευγενικοί, ιδιόρρυθμοι. Έρχονται από το πουθενά και τρυπώνουν στη ζωή σου. Διακριτικά, γιατί φοβούνται να εισβάλλουν. Δε θέλουν να σε τρομάξουν. Θέλουν να είναι ήρεμοι και γαλήνιοι όταν σού μιλάνε. Θέλουν να σε γνωρίσουν όταν οι άμυνές σου δε θα σού χρειάζονται. Αργά κι εξερευνητικά. Μυστηριωδώς και περίπλοκα.

Δε θα τούς ακούσεις να σου λένε «μ’ αρέσεις». Θα σού πουν «πες μου το αγαπημένο σου θεατρικό ή ταινία, εκείνα που θα ήθελες να είσαι πρωταγωνιστής». Και συ θα σπάσεις το κεφάλι σου να το ανακαλύψεις κι κείνοι θα σε ονειρεύονται μέσα από τον ρόλο που εσύ επέλεξες ως πρωταγωνιστικό.

Κουβαλάνε τις δικές τους ιστορίες. Και δε σε χώνουν στα άδυτά τους, παρά μόνο όταν νιώσουν πως είστε έτοιμοι να βουτήξετε στα βαθιά χωρίς οξυγόνο. Αλλά είναι εκεί -πάντα εκεί- να σε τραβήξουν στην επιφάνεια αν πνίγεσαι και να σε επιβραβεύσουν για την προσπάθειά σου. Και οι ιστορίες τους είναι σαν τα παραμύθια των Γκριμ. Έχουν δράση κι αντίδραση, έχουν πολέμους κι αγάπες που νικήθηκαν. Δεν έχουν happy end.

 

 

Άνθρωποι σαν εμένα, σαν εσένα. Ίσως και ‘μεις οι δυο. Που γελάνε από αμηχανία. Που οι απαντήσεις τους, τούς κάνουν στα μάτια μας τους πιο έξυπνους του κόσμου. Και που οι απορίες τους για τις ζωές που έχουμε βιώσει, μάς σκαλίζουν πετραδάκι πετραδάκι το βάθρο μας. Έχουν μια δύναμη έλξης που προκαλεί μια συνεχή κίνηση, μια ροή κυματική προς το μέρος τους δημιουργώντας με στροφορμή μια υπέροχη δίνη. Άνθρωποι που μάς βρίσκουν όμορφους όπως και να είμαστε. Κι οι ίδιοι είναι τόσο καθηλωτικά όμορφοι. Κι ας μην το παραδέχονται ποτέ τους.

Αυτούς τους ανθρώπους, όποιοι και να είναι, δεν τους αφήνεις να φύγουν. Είναι σημαντικοί. Είναι εκεί παρόντες. Ακόμη και αν ήρθαν μόλις χθες, ήρθαν για να μείνουν. Δεν πέρασαν από άλλους δρόμους, δεν επέλεξαν να μοιραστούν πουθενά, είναι αυτούσιοι για σένα. Κι αυτό είναι το χάρισμά τους. Η μοναδικότητα που σου προσφέρουν.

Αξίζει ένα ταξίδι μ’ αυτούς τους ανθρώπους. Αξίζει μια διαδρομή. Αξίζει να θρέψεις έναν έρωτα μαζί τους. Αξίζει το δόσιμο και η προσφορά σου. Ποτέ μην κάνεις παζάρια στις επιθυμίες σου. Κι αυτός ο έρωτας που γεννιέται τόσο υπέροχα αργά, ξεπερνάει την επιθυμία και γίνεται ανάγκη. Γίνεται εκπλήρωση ευχής. Και ξέρεις πως δε θα είναι σαν κανέναν άλλον. Έρωτας που σε κάνει να γδέρνεσαι από την επιθυμία, μα να περιμένεις όσο χρειαστεί. Να είναι εκείνος ο άνθρωπος αθόρυβα δίπλα σου, μα γυρνώντας ελάχιστα το κεφάλι να σε τρυπούν δυο μάτια. Κι εσύ ν’ αναρωτιέσαι τι έκανες στη ζωή σου που έλεγες πως είχες ερωτευτεί κι άλλες φορές και τώρα σού έρχεται να γελάσεις.

Τέλος, γυρνώ σε σένα. Σού απευθύνομαι, φτιάχνοντας τον επίλογο. Φαντάσου, λέει, εγώ και συ. Έτσι όπως το χτίζεις κι έτσι όπως το αντιλαμβάνομαι. Γεμίζουμε κάθε μέρα τη βαλίτσα μας. Γιατί επιλέξαμε και οι δυο μας να είναι μία και μικρή. Μόνο τα απαραίτητα. Σκέψεις, εικόνες, επιθυμίες. Τις σημειώσεις μου, τα τραγούδια σου. Το ημερολόγιό μου, τα θεατρικά σου. Έτοιμοι για τη μεγάλη φυγή. Αφήνουμε πίσω μας τις δυσάρεστες αναμνήσεις, αφήνουμε πίσω μας όλους εκείνους τους δήθεν εραστές που τελικά δεν κατάφεραν να χωρέσουν ούτε σ’ έναν αναστεναγμό. Πάμε;

Συντάκτης: Ταρασία Γεωργιάδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου