«Η θάλασσα, άπαξ και σε μαγέψει, θα σε κρατάει μπλεγμένο για πάντα στα δίχτυα της». Δεν το λέω εγώ, αλλά ένας από τους μεγαλύτερους λάτρεις της, ο ωκεανογράφος Ζακ Υβ Κουστό. Ο,τι σχετίζεται με τη θάλασσα είναι μαγευτικό. Έτσι λοιπόν οι ναυτικοί, κρύβουν λίγο από μαγεία μέσα τους. Λίγη τρέλα, αυθορμητισμό, λίγη περιπέτεια, ιστορίες για μανιασμένα κύματα κι απέραντους απαλούς ωκεανούς. Το αίμα τους έχει ανακατευτεί με το αλάτι και κάνει τις ζωές τους λίγο πιο γευστικές.

Ανέκαθεν, το επάγγελμα του ναυτικού είχε μια ξεχωριστή θέση. Πολλοί θεωρούν τους ναυτικούς ονειροπόλους και ρομαντικούς, άλλοι κακοποιά στοιχεία. Το στερεότυπο τούς θέλει να κάνουν κρουαζιέρα, να γνωρίζουν καινούρια μέρη, να παίρνουν πολλά λεφτά και να καλοπερνάνε. Η αλήθεια όμως είναι πολύ διαφορετικό. Ένα νόμισμα, με την απόλυτη ελευθερία και τη φυλακή στις δυο όψεις του. Θ’ ακούσεις πολλούς να λένε ότι οι μόνοι που μετράνε μέρες είναι οι φυλακισμένοι κι οι ναυτικοί. Δεν έχουν άδικο.

Να δουλεύεις πάνω σ’ ένα πλοίο είναι κάτι μοναδικό. Δεν μπορούν όλοι να το διαχειριστούν. Μπορεί για μέρες να βλέπεις μόνο ουρανό και θάλασσα και τίποτ’ άλλο. Όταν νιώθεις στρεσαρισμένος, το μόνο που έχεις είναι μια βόλτα στο κατάστρωμα- αν έχει καλό καιρό. Μαθαίνεις να συμβιώνεις με ανθρώπους, που σ’ άλλη φάση της ζωής σου ίσως να προσπερνούσες αδιάφορα. Μαθαίνεις να διαχειρίζεσαι τον χρόνο σου και κάνεις την καμπίνα σου όσο πιο σπιτένια μπορείς. Κολλάς φωτογραφίες για να νιώσεις πως έχεις συντροφιά τους αγαπημένους σου. Είσαι μόνος, συχνά, χωρίς να μπορείς να κάνεις κάτι γι’ αυτό.

Κάθε άνθρωπος που έχει δουλέψει για κάποιους μήνες σε πλοίο έχει αφήσει ένα κομμάτι του να ταξιδεύει μαζί του μέχρι να πάει για παλιοσίδερα. Νιώθεις μια απέραντη ελευθερία. Το παράθυρο του γραφείου σου πάντα βλέπει θάλασσα κι ουρανό. Στη ζωή του ένας ναυτικός μπορεί να γυρίσει ολόκληρο το κόσμο, να πάει σε μέρη που δεν μπορείς να φανταστείς. Να γνωρίσει διαφορετικούς ανθρώπους, άλλες κουλτούρες. Αποκτά μνήμες κι ιστορίες από μέρη μαγικά. Ακόμα κι αν κάπου πέρασες δύσκολα, όλα ξεχνιούνται και θυμάσαι αυτά που είδες κι έζησες με νοσταλγία. Είναι μια αίσθηση που δεν μπορούν να νιώσουν οι στεριανοί. Και πριν προλάβεις να πεις πως υπάρχουν άνθρωποι που ταξιδεύουν τακτικά λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, έρχομαι να σου πω πως δεν είναι το ίδιο.

Δεν είναι όλα τόσο ιδανικά, βέβαια, όσο φαντάζουν. Μην ξεγελιέσαι! Φαντάσου να ζεις σ’ ένα μεταλλικό κουτί. Να κοιμάσαι και να ξυπνάς, να δουλεύεις, να τρως, να διασκεδάζεις πάνω σε τόνους μετάλλου που κινούνται στη θάλασσα. Ν’ αρρωσταίνεις αλλά να πρέπει να κάνεις τη βάρδιά σου γιατί αλλιώς κάποιος άλλος θα επωμιστεί τη δουλειά σου. Να είσαι μίλια μακριά από βοήθεια όταν κάτι χρειαστείς· κάνεις δεν μπορεί να σου μάθει να διαχειρίζεσαι μια σοβαρή ασθένεια ή τραυματισμό. Ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση, οι φυλακισμένοι είναι λίγο πιο τυχεροί.

Ν’ απλώνεις το χέρι σου στο μπουλμέ (κάτι σαν τον τοίχο στο σπίτι μας) του υπνοδωματίου σου και να ξέρεις πως σε χωρίζουν λίγα εκατοστά από τη θάλασσα και τις διαθέσεις της. Να μη γυρνάς σπίτι σου το βράδυ να πάρεις αγκαλιά τον άνθρωπό σου και να κοιμηθείς. Να θες να μιλήσεις αλλά να μην έχει σήμα το κινητό σου. Αν αναλογιστείς πως σε ποντοπόρα πλοία, οι άνθρωποι που δουλεύουν κάνουν μήνες να δουν τους αγαπημένους τους, τότε θα καταλάβεις γιατί όλα τα λεφτά του κόσμου δε φτάνουν για να πληρώσουν αυτά που χάνουν. Σ’ αυτή τη φυλακή δεν υπάρχουν κάγκελα και δεσμοφύλακες. Ο δεσμοφύλακας σου είναι η θάλασσα. Ένας δεσμοφύλακας που μπορεί μέσα σε μια στιγμή να σε τιμωρήσει σκληρά αν δεν τον σεβαστείς. 

Δε σταματάς να δουλεύεις και δεν παίρνεις άδειες επειδή είναι Χριστούγεννα ή Πάσχα ή απλώς επειδή βαρέθηκες να πας στη δουλειά. Ο φόρτος της εργασίας και των υποχρεώσεών σου πλέον είναι τεράστιος. Ο χρόνος παραμονής στα λιμάνια είναι ελάχιστος. Ίσως κάποτε, οι πατεράδες μας ή οι παππούδες μας να έμεναν μήνες σ’ ένα λιμάνι. Σίγουρα έχουμε ακούσει όλοι ιστορίες για θρυλικές εξόδους, παράνομους έρωτες και μέρη μαγικά. Κι όλ’ αυτά, εμποτισμένα με φαντασία. Τώρα πια δεν είναι έτσι. Σπάνια θα βγεις κι αν βγεις θα πρέπει να σπαταλήσεις ώρες από την ελάχιστη ξεκούρασή σου. Πατάς το πόδι σου έξω από το πλοίο, νιώθεις πάλι πώς είναι να είσαι ανάμεσα σ’ ανθρώπους που ζουν και κινούνται καθημερινά σε συγκεκριμένα μοτίβα, κι όταν γυρνάς και βλέπεις τη σκάλα, φαντάζει κορυφή βουνού που δε θες ν’ ανέβεις. Αλλά πρέπει. 

Ανυπομονείς να ξεμπαρκάρεις όσο είσαι μέσα στο πλοίο. Κι όταν βγαίνεις, μετράς τις μέρες μέχρι να ξαναφύγεις. Όλη σου η ζωή μετριέται μήνες πριν το μπάρκο ή μετά. Μια ποινή δίχως τέλος. Ισόβια. ‘Ομως δε θα την αντάλλαζες με τίποτ’ άλλο στο κόσμο.

Ἔβραζε τὸ κύμα τοῦ Γαρμπῆ.
Ἤμαστε σκυφτοὶ κι οἱ δυὸ στὸ χάρτη
γύρισες καὶ μοῦ ῾πες πὼς τὸ Μάρτη
σ᾿ ἄλλους παραλλήλους θά ῾χεις μπεῖ.- Νίκος Καββαδίας 

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Αμάντα Δουλγεράκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου