Θέλεις να σου πω για όλες τις λέξεις και τις έννοιες που αναγκαστικά επινοήθηκαν, τα καινούργια συναισθήματα που έπρεπε σώνει και καλά να πάρουν θέση, τα παλιά, εκείνα τα χιλιοφορεμένα, που αναστήθηκαν για να μη βολευτούν σε ‘κείνη τη θέση, τα καινούργια, τις φράσεις, τους νέους κόσμους και τις φρέσκες αντιλήψεις που έφεραν γιατί δε γινόταν αλλιώς, τους ανθρώπους που έπλασαν απ’ την αρχή κι αυτούς που τους άφησαν μισοτελειωμένους, κι εκείνους που δεν τους έκανε κανένα σχήμα.

Θέλεις να σου πω για όλα τα κυρίως θέματα, τις υποσημειώσεις και τα κακώς κείμενα που δε δημοσίευε κανείς αλλά ήταν το εγχειρίδιο όλων για εκείνη τη ζωή που κάποτε –να μια μέρα σαν αυτή, μια μέρα σαν τη χθεσινή, μια μέρα σαν όλες– θα ξεκινούσαν να φτάσουν. Και στον εαυτό σου τι θα πεις;

Η φωνή σου πόσα θα παραλείψει πάλι; Αν το πρώτο βήμα είναι να κοιταχτείς στον καθρέφτη, το επόμενο είναι να βγεις έξω απ’ την πόρτα. Βγες και πες το σε όλους. Τους γνωστούς, τους αγνώστους, αυτούς που θα ήθελες να μην ξέρεις, αυτούς που δεν ξέρουν εσένα, αυτούς που σε ξέρουν αλλά δε σε γνώρισαν ποτέ. Πες το. Δώσε τους τον αληθινό λόγο που θέλεις να στα πω όλα αυτά να τα μάθεις. Πες τους ότι αυτά κι άλλα τόσα –εκείνα που έκρυψες κάτω απ’ το χαλί, πίσω από τον καναπέ, στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου, μέσα στη μαξιλαροθήκη κι ανάμεσα στη χαρτούρα του γραφείου– τα κουμαντάρει ο φόβος. Τους καθορίζει την ύπαρξη και το πώς θα σταθούν. Τους φουσκώνει το εγώ και τους πολλαπλασιάζει την επιρροή. Πάνω σου, μέσα σου, δίπλα σου, κι ακόμα πιο μέσα σου.

Από εκεί που ξεκινάει όλο αυτό το «δεν» που ξερνάς κάθε φορά που θες να ‘ναι η πρώτη φορά αλλά δεν είναι ούτε η τελευταία. Γιατί δεν ξεκίνησες, δεν έφτασες στον καθρέφτη. Δεν κοιταχτήκατε με όσα θες. Δεν αλληλοϋποστηριχθήκατε με όσα σε καίνε. Δεν επιβεβαιωθήκατε με όσα σε αγαπάνε. Κι η πόρτα έμεινε κλειδωμένη κι απόψε. Άσε, μωρέ, ποιος θα βγει έξω τώρα να νικήσει τον φόβο; Να ξεπεράσει όρια κι ανθρώπους; Ποιος θα τα βάλει με όσα πρέπει να κάνει για την ψυχή του κι όχι με όσα του λένε; Ποιος θα αναμετρηθεί με αυτόν τον καπνό που περνάει κάτω από πόρτες, χώνεται σε πνεύμονες, εισχωρεί σε κεφάλια κι αναθυμιάζει τις καρδιές;

Να κάτσεις εδώ που είσαι. Δε χρειάζεται να τρέχεις τώρα να σκοτωθείς, να υποτάξεις τον φόβο και να δαμάσεις τον δαίμονα που σε κρατάει πίσω. Που σου υπαγορεύει πώς είναι ο κόσμος, που σου ανακυκλώνει την όραση, που σου ζαλίζει την αντίληψη με αυτό τον καπνό μέχρι να θολώσει και το μεδούλι σου. Κάτσε όπως είσαι. Το πλάνο πάντα ήταν να επιβιώσουμε, από ποτέ γίναμε τόσο πωρωμένοι με το να ζήσουμε; Υπερβολές και μελοδραματισμοί των καιρών που διανύουμε.

Υποκριτές επαναστάτες που τα έβαλαν με το κατεστημένο του φόβου γιατί –και καλά– οδηγεί στην ανυπαρξία. Ενώ είσαι μια κορυφαία ύπαρξη, αν δε φοβάσαι, ας πούμε. Ή αν φοβάσαι, αλλά πράττεις παρ’ όλα αυτά. Μπούρδες. Στο τέλος της μέρας όλοι την ίδια δυστυχία έχουμε. Γι’ αυτό θες να σε αφήσω να φοβάσαι και να κλειδώσεις την πόρτα. Γιατί έχεις μάθει ότι όλα αυτά είναι μπούρδες, όσο δε σε κουνάει κανείς απ’ τον καναπέ σου. Όσο ξέρεις ότι ο κόσμος σου είναι μέχρι την προέκτασή του, άντε και λίγο παραπέρα, μέχρι το φωτιστικό.

Έξω απ’ την πόρτα δε σε ρωτάω. Είναι που το μέτρημα της ευτυχίας τελειώνει σε όσα δάχτυλα έχεις κι εκεί έξω δεν υπάρχει μέτρο. Ούτε στάθμη. Αν δε φοβόσουν, θα ήξερες ότι αυτή είναι η μεγαλύτερή σου ευτυχία. Γιατί θα το έκανες. Ξέρεις ποιο. Αυτό που σε κάνει και ξενυχτάς. Αυτό που θες να αποκοιμηθείς γρήγορα να μην το σκέφτεσαι άλλο. Αυτό που θα ήθελες να πεις σε αυτόν τον ένα ή σε εκείνους τους άπειρους που σε καλούν να ξεμάθεις.

Αυτό που δεν ξέρει ούτε η μάνα σου. Αυτό που θα έκανες ακόμα κι αν φοβόσουν, αν έτρεμε το κορμί σου και δε θυμόσουν πού είναι η καρδιά σου. Αυτό που θα έκανες ή όλα εκείνα που θα άρπαζες και θα τα ζούσες, αν δε φοβόσουν. Αυτά που κανείς δεν μπορεί να στα πει, γιατί κανείς δεν τα ξέρει. Μόνο εκείνος που κοιτάς στον καθρέφτη. Για κάθε «άσ’ το για αύριο» υπάρχει ένα φοβισμένο «τώρα». Για καθετί που δεν έκανες, υπάρχει μια πλευρά σου που θα σκότωνε για να συμβεί. Αν είναι να ξεκινήσετε με φόνους και τακτικές αφανισμού για να βγείτε έξω απ’ την πόρτα, εσύ κι αυτή η πλευρά σου, εκτελέστε πρώτα τον φόβο.

Συντάκτης: Πέπη Νάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη