Υπάρχει μια μεγάλη πιθανότητα να μην τα έχεις υπολογίσει πάλι σωστά. Να τα έχεις κάνει όλα λάθος. Δεν είναι ούτε η ώρα ούτε η μέρα σωστές. Ξεκίνα πάλι. Μέτρα από την αρχή. Δε σου βγαίνουν σωστά οι παρουσίες. Ο συνεχής ήχος του τικ-τακ του ρολογιού στο βάθος, έρχεται σε αντίθεση με τη στάσιμη σκέψη στο μυαλό σου. Πόσο διαφορετικές θα ήταν οι ζωές αν ζούσαμε με ρολόγια αντίστροφης μέτρησης αντί για ημερολόγια. Τα πάντα θα μετρούνταν σε στιγμές. Θα δημιουργούσαν ένα φωτεινό πλέγμα από εικόνες της ζωής μας που θα ήταν προέκταση του κορμιού μας. Έτσι ο χρόνος θα ήταν άσχετος, ανεξάρτητος.

Κανείς σας, όμως, δεν μπορεί να σταθεί στο ύψος της περίστασης. Δεν μπορείτε να βοηθήσετε ο ένας τον άλλον. Ο χρόνος δεν μπορεί να σταθεί στο πλευρό σου κι εσύ δεν μπορείς να τον αγκαλιάσεις. Οι παγίδες του για να σε πείσει ότι τρέχει υπέρ σου είναι μόνο ζωηρές υπενθυμίσεις του πόσο φτωχά διεκπεραιώνεις το ρόλο του να περιμένεις.

Ο σκοπός σου δεν ήταν να τον εκπληρώσεις αυτό το ρόλο, ούτως ή άλλως. Θέλεις να παρεκκλίνεις απ’ τον κοινό δρόμο και να βουτήξεις μέσα στην τρύπα των ατέλειωτων πιθανοτήτων. Να υποθέσεις όπως τόσοι άλλοι ότι μπορείς να φτάσεις σε αυτή τη μία και μοναδική παρουσία. Αυτή την πανταχού παρούσα αγάπη που επιθυμείς σε ανθρώπινη μορφή. Αυτή την αγάπη που μπερδεύεις με αυτή που έχεις. Σχεδόν τολμάς να γελάσεις με την αναστάτωση που έχεις προκαλέσει στον εαυτό σου. «Ήταν όλα για το τίποτα; Μήπως ζήτησα πολλά; Ήταν όλα ένα ψέμα;  Τι έχω κάνει λάθος;».

Κι οι σκέψεις που χοροπηδάνε πάνω κάτω στους τοίχους, ξεθωριάζουν στο νου σου όταν θυμάσαι την αρχή. Τότε που οι σφυγμοί σας δυνάμωναν ώρα με την ώρα. Τότε που το στέρνο σας πρηζόταν απ’ την επιθυμία να φιληθείτε, να εξερευνήσετε ο ένας το κορμί του αλλού ξανά και ξανά. Να χαθείτε πάνω στην υγρασία που άφηναν οι κινήσεις σας στα σεντόνια. Τότε που νιώθατε πιο τυχεροί κι από ήρωες βιβλίου σκοτώνοντας τις ανασφάλειες που σας αποδυνάμωναν πολύ καιρό πριν. Τότε που πιστεύατε ότι είχατε φτάσει σε ένα ανώτερο σημείο συνειδητοποίησης νομίζοντας ότι το σύμπαν πανηγύριζε μαζί σας αδιαφορώντας για τον κίνδυνο των δεσμεύσεων. Όταν τολμούσατε να ονειρευτείτε παρά τα σημάδια δυσλειτουργίας. Τα όνειρα δεν κάνουν λάθη, οι άνθρωποι κάνουν.

Όση ώρα μιλάω για δυο, εσύ ακόμα σκέφτεσαι πού είναι το συν ένα, σωστά; Μην μπορώντας να σταματήσεις να αναρωτιέσαι θέλεις να λυγίσεις και να κλάψεις.  Να κρυφτείς στο ασφαλές μέρος των ρομαντικών σου ιδεών που είναι φτιαγμένες από αυτό που είσαι. Αυτού που είμαστε όλοι. Νιώθεις αδυναμία, κυρίως να ξεχωρίσεις τη διαφορά μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, του τι ζεις και τι θα ευχόμουν να ζήσεις. Τελικά λυγίζεις και ξεσπάς σε κλάματα στο πλήρες φως της μέρας. Περίεργο, γιατί πάντα πίστευες ότι οι άνθρωποι κλαίνε μόνο στο σκοτάδι που τους προστατεύει απ’ το να φαίνονται, απ’ το να μην είναι εκτεθειμένοι.

Χωρίς να σου αρέσει η εικόνα του εαυτού σου να σέρνεται για μια απουσία, προσπαθείς να ανακτήσεις την πορεία της σκέψης σου με μια ακόμα προσπάθεια να την καταλάβεις. Γιατί ακόμα περιμένεις; Κάνεις να πιάσεις το τηλέφωνο, το φωνητικό πρακτικό κομμάτι που παραμένει αναπάντητο μέχρι να έρθει το βράδυ. Κουλουριάζεσαι στο κρεβάτι ώσπου νιώθεις δυο χέρια να σε κυκλώνουν, να σε κάνουν να νιώθεις την κάψα, τη ζεστασιά στη σάρκα σου και μόνο στο άκουσμα των λέξεων: «Γύρισα σπίτι».

Γυρνάς απ’ την άλλη για να βρεις το υπόλοιπο σώμα που θες να γίνεις ένα και στα μάτια του βλέπεις τον εαυτό σου κι αυτός τον δικό του στα δικά σου. Εκείνη τη στιγμή έχεις φτάσει ακριβώς στο σημείο καμπής που όλα βγάζουν νόημα πια. Τι διαλύει αυτό που ζεις; Τι το κρατάει ενωμένο; Τι το ανακινεί; Κοιτώντας ο ένας τα μάτια του άλλου στη σιωπή εκτελείς την τελευταία πράξη ανδρείας σου, η οποία είναι να καταλάβεις ακόμα περισσότερο.

Είναι απών γιατί η παρουσία του καταρρέει τόσο γρήγορα μπροστά στο τι πρόκειται να ακολουθήσει απ’ τη δύναμη της αγάπης. Δεν είναι έτοιμος να σηκώσει το βάρος των προσδοκιών και να ανταποκριθεί στα ίδια του τα συναισθήματα. Γιατί όντως νιώθει. Μην ξεγελαστείς ότι δεν το κάνει. Μην κοροϊδέψεις τον εαυτό σου ότι είναι άδειος για να βρεις δικαιολογίες γι’ αυτό που σε σημαδεύει με το σταθερό χέρι ενός δολοφόνου και τελικά σε πυροβολεί χωρίς έλεος. Είναι γεμάτος, αλλά όχι ολόκληρος. Δεν ξέρει πώς να κλείσει το κενό.

Είναι ο Ίκαρος που σπάει το κεφάλι του στο έδαφος, πιστεύοντας ότι μπορεί να πετάξει, μόνο και μόνο επειδή κουβαλάει τα φτερά. Όμως αποτυγχάνει να τα χρησιμοποιήσει κι έτσι δε φτάνει στα σύννεφα, δε διασχίζει τους ουρανούς. Απλά λείπει. Ποτέ δε σου είπε ψέματα ότι μπορούσε, άλλωστε. Η απουσία είναι ειλικρινής. Εσύ είπες ψέματα στον εαυτό σου. Οπότε όλο αυτό το στρώμα συναισθημάτων όσο βαθύ κι αν είναι, γίνεται μια πληγωμένη υπενθύμιση του τι θέλει να γίνει. Και θα γίνει.

Όπως κι εσύ θα γίνεις, μέσα απ’ το τα ίδια σας τα μάτια θα δείτε ότι αυτό δεν είναι κάτι που διδάσκεται ή εξηγείται, κάτι που μπορεί να ερμηνευτεί ή να μπει σε απλούς όρους, ή να χωρέσει στην έννοια της αγάπης και του χρόνου. Είναι αυτό που είναι. Κι αν κάποιος ποτέ προσπαθούσε να το αποδώσει, θα ήταν σίγουρα με την εικόνα του να είσαι έτοιμος. Έτοιμος να σηκώσεις κεφάλι στον εχθρό μέσα σου. Έτοιμος να μην ψάχνεις παρηγοριά λέγοντας ποσό δύσκολο είναι. Έτοιμος  να είσαι παρών στη ζωή σου που σε καλεί να την αδράξεις, έτοιμος να ακολουθήσεις τη φωνή μέσα σου που σου λέει να ασχοληθείς.

Οπότε ναι, είναι γεμάτος, θέλει να φτιάξει μια πραγματικότητα που θα ανακουφίζει τις ανασφάλειες και τους φόβους σου, αλλά δεν είναι έτοιμος. Τώρα πια το ξέρεις. Κι αυτή η δύναμη της γνώσης θα σε σώσει απ’ την αυτολύπηση και την εκδίκηση και θα σου επιτρέψει να αποχωρήσεις με την ίδια αισιόδοξη προοπτική που κατέφτασες. Κάποιος μπορεί να ‘ναι εξωφρενικά ερωτευμένος μαζί σου και να μην είναι έτοιμος. Μπορεί να σε αγαπήσει όπως ποτέ κανείς δεν τον έκανε μέχρι τώρα και να μην μπορεί να σε συναντήσει στη μέση της διαδρομής για να περπατήσετε μαζί. Οποιοιδήποτε κι αν είναι οι λόγοι του, εσύ πρέπει να φύγεις.

Δε χρειάζεται ποτέ να εμπνεύσεις κάποιον να σε συναντήσει στη μέση της διαδρομής, δε χρειάζεται ποτέ να πείσεις κάποιον να κάνει τη δουλειά να γίνει έτοιμος. Υπάρχει εξωπραγματική αγάπη εκεί έξω, περισσότερη από όση είδες ποτέ σε αυτό το τεράστιο άγριο σύμπαν. Να είσαι απόλυτα βέβαιος ότι την αξίζεις.

Όπως κι αυτός αξίζει να βρει το μονοπάτι του, να υπερβεί τη σκιά του, να γίνει περισσότερα, να ωριμάσει σιγουρεύοντας το κάθε βήμα κάτω απ’ τα πόδια του. Να μεγαλώσει το φοβισμένο παιδί μέσα του σε έναν ενήλικα που πράττει παράλληλα με το φόβο. Στο κάτω-κάτω, με τη ζημιά μεγαλώνεις, όχι με τα χρόνια. Να μπορέσει να μάθει με το δύσκολο τρόπο ότι είμαστε αυτό που κάνουμε, όχι ό,τι λέμε ότι θα κάνουμε. Γι’ αυτό να διαλέγεις σωστά τι οδηγεί τις πράξεις σου.

Μέχρι τότε σταμάτα να περιμένεις, να προσδοκείς, να μετράς, να καταρρέεις και να φεύγεις. Σταμάτα ό,τι κάνεις και ξεκίνα τώρα να γίνεις αρκετά γενναίος για να μείνεις. Να μείνεις να ζήσεις την αγάπη. Τα κατάφερες μέχρι εδώ. Το κουράγιο βρίσκεται μέσα σου ήδη. Μπορείς να το κάνεις, αλλά πρέπει να το δεις μόνος σου. Οπότε ξεκίνα τώρα.

Μερικές φορές δεν υπάρχει αύριο κι οι δεύτερες ευκαιρίες μαραίνονται στην υπόσχεσή του, στο φόβο του. Γι’ αυτό ξεκίνα τώρα με ό,τι έχεις. Με ό,τι σου έχει απομείνει από κότσια. Θα ανακτηθούν ξανά και ξανά στην πορεία. Γιατί η αγάπη χρειάζεται όλο σου το κουράγιο. Όσο έχει περισσέψει, το παλιό, το καινούργιο, μέχρι την τελευταία σταγόνα.

Συντάκτης: Πέπη Νάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη