Φήμες λένε πως σε μια σχέση είναι πάρα πολύ σημαντική η ειλικρίνεια. Ότι αν είσαι ειλικρινής, κερδίζεις την εμπιστοσύνη του άλλου και η εμπιστοσύνη παίζει πολύ σημαντικό ρόλο, λένε πως είναι η βάση και τα θεμέλια μιας σχέσης.

Αυτό ισχύει σε μια σχέση είτε φιλική, είτε ερωτική. Είναι ανάγκη του ανθρώπου η συντροφικότητα, να μπορεί να μοιραστεί τα μυστικά του, να ζητήσει συμβουλές και να ξέρει πως όλα αυτά θα καταλήξουν στον τάφο του φίλου του και ακροατή του, μαζί με τον τελευταίο, όταν έρθει η ώρα του.

Κανείς δε θέλει να νιώσει πώς είναι να σε δίνουν στα ίσα, πως είναι να σου παίζουν πουστιά, γιατί κανείς δεν την γουστάρει την προδοσία.

Ακόμα και στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους, όταν τους εκμυστηρευόμαστε κάτι, πιάνουμε πολλές φορές τον εαυτό μας να τους πετάμε ένα, «Ε, βλάκα, μεταξύ μας αυτά, έτσι;»

Ενώ εμπιστευόμαστε τον άλλον –ή έτσι θέλουμε να πιστεύουμε τουλάχιστον– κάνουμε για μια ακόμη φορά ξεκάθαρο πως ό,τι πούμε, πρέπει να είναι Μπενάκης-Βγαινάκης και τοξική περιοχή.

Δίνουμε άπειρη βάση στην εμπιστοσύνη. Προσέχουμε για να έχουμε.

Αν όμως μπλέξουμε σε κατάσταση μη ξεμπλέξιμη, τι έχουμε;

Αν τελικά τη φάμε την παπάρα και μας δώσουν στα ίσα και στεγνά, τι γίνεται τότε;

Θυμώνουμε, τα σπάμε όλα και δεν ξαναμιλάμε στον γλυκούλη που μας ξεφτίλισε, μας πρόδωσε, προφανώς και μας πλήγωσε και σίγουρα μας εξέθεσε.

Σας ακούγεται γνωστή ιστορία;

Είναι η σκηνή που σπάνε τα θεμέλια και πέφτουν να σε πλακώσουν. Τότε σου σφυράνε πως ο κολλητός σου σε μιλάει δεξιά και αριστερά και πως το μωρό σου ξενοπηδούσε.

Όταν κλονιστεί η εμπιστοσύνη, γίνονται όλα γης Μαδιάμ. Άρα, αφού μαζέψεις τα κομματάκια σου και τις ζημιές, κόβεις επαφές με τα άτομα που τελικά δεν άξιζαν ποτέ να εμπιστευτείς. Σωστό;

Μακάρι να ήταν έτσι, τόσο απλό και τόσο εύκολο. Να τα πάρεις όλα και δρόμο. Αλλά όχι, πρέπει να μαλακιστείς λίγο ακόμα μέχρι να την ξαναφάς γιατί θέλει παραπάνω ο κώλος σου.

Μπορεί και να μην ξαναφάς τίποτα βέβαια. Δεν αξίζει να μάθεις; Και ξανά-μανά, μπαίνεις στη διαδικασία να τα ξαναβρείς με τον άλλον.

Ο άλλος στα μεταξύ, σε τάζει λαγούς και πετραχήλια και σου υπόσχεται στη μάνα του ότι θα κάνει ό,τι μπορεί για να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη σου.

Και δέχεσαι. Και για πε’, τι ακριβώς δέχτηκες; 

Ερωτώ τώρα εγώ. Πώς μπορεί να ξανακερδίσει κάποιος την εμπιστοσύνη κάποιου;

Τι πρέπει να κάνει; Να σου φέρνει καθημερινά δώρα και γλυκάκια, να σε πηγαίνει ρομαντικές βόλτες, να σου λέει άπειρα συχνά πόσο πολύ σε θέλει και πόσο χαίρεται που τον συγχώρεσες και σε έχει στη ζωή του;

Αυτά είναι;

Δε νομίζω.

Εγώ είμαι της άποψης πως η ειλικρίνεια και η εμπιστοσύνη είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Μπορείς να είσαι ειλικρινής με κάποιον κι όμως να του κομματιάσεις την εμπιστοσύνη. Μπορείς επίσης να εμπιστεύεσαι κάποιον, ο οποίος δεν είναι ειλικρινής μαζί σου, δεν το ξέρεις και ούτε θα το μάθεις και ποτέ.

Η εμπιστοσύνη εξαρχής κερδίζεται με το να δείχνεις ειλικρινά ποιος είσαι. Αν είσαι μαλάκας και πηδήκουλας, δε θα σε εμπιστευτώ για να σε παντρευτώ, για παράδειγμα. Και έτσι πορεύομαι και στο ανάποδο.

Αν κάποιος όμως, που κερδίσει την εμπιστοσύνη μου, δεν είναι ειλικρινής μαζί μου και το μάθω, τότε θα τον πάρει ο διάολος. Αν πάλι, είναι ειλικρινής μαζί μου και δεν πει ψέμματα –ή έστω, δεν κρύψει την αλήθεια-, μπορεί να γάμησε την εμπιστοσύνη μου, αλλά συνέχισε να είναι ειλικρινής μαζί μου και αυτό θέλει αρχίδια.

Όχι, εντάξει, αρχίδια θέλει να μην κάνεις την πουστιά, όχι να την κάνεις και να την αναγνωρίζεις, αλλά anyway, το πιάσατε το νόημα.

Και αφήστε τα της αρχής, μετά από συμβάν κλονισμού, εν τέλει, πώς μπορεί η εμπιστοσύνη να ανακτηθεί;

Σίγουρα όχι με δώρα και αγαπούλες, αλλά θα ποντάρω στην υπομονή. Και όχι τη δική σου που την έφαγες, αλλά του άλλου.

Να υπομένει πως πληγωμένος της υπόθεσης δεν πρόκειται να τον εμπιστεύεται, πως θα τον αμφισβητεί, ή και τσεκάρει, για ένα διάστημα. Να υπομένει πως για λίγο καιρό έχει το δικαίωμα να του σπάσει τα νεύρα, όσο κι αν προσπαθεί για το αντίθετο.

Να μην κάνει μαλακίες και να είσαι σωστός. Να μην είναι ανισόρροπος, να είναι υπομονετικός. Και το τραύμα θα γιάνει πριν το καταλάβεις.

Τσάμπα το λέγανε οι γιαγιάδες δηλαδή;

Συντάκτης: Δάφνη Παπαϊωάννου