Οθόνη ανάβει. Επιτέλους λέω, εδέησε και έστειλε μήνυμα. Αμ δε! Διαφημιστικά πάλι. Ή η μάνα μου. Ή ο θείος μου από την Αυστραλία που έχουμε να μιλήσουμε τέσσερα χρόνια και έβλεπε προχθές φωτογραφίες στο οικογενειακό άλμπουμ και με θυμήθηκε. Εσύ ποτέ. Ποτέ όμως.

Τι θα γίνει ρε πουλάκι μου; Πόσο να περιμένω πάνω απ’ αυτό το γαμημένο το κινητό να δω το όνομά σου; Όχι ότι καίγομαι κιόλας, αλλά να, είναι που έχουν περάσει και εκατόν είκοσι οχτώ μέρες, δύο ώρες και τριάντα δευτερόλεπτα από τότε που μου είπες ότι θα στείλεις. Αν δε με θες πες το μου, να συνεχίσω κι εγώ τη ζωή μου! Να μην τρέφω φρούδες ελπίδες ότι θα γεράσουμε μαζί, σε ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα με τα παιδιά μας και δυο Λαμπραντόρ να τρέχουν γύρω-γύρω.

Και ούτε είναι ότι δεν έχω με τίποτα άλλο να ασχολούμαι. Φυσικά και έχω! Μια ολόκληρη εξεταστική. Παραπάνω από ολόκληρη. Μια εξεταστική επτά μαθημάτων με δωράκι άλλα έξι μαθήματα, έτσι για να μη βαρεθώ και πέσω πάλι στην ανάγκη σου. Άντε βρε άνθρωπε, στειλ’ το το ρημαδιασμένο!

Τώρα τι θες δηλαδή; Να ρίξω τα μούτρα μου και να στείλω εγώ; Α όχι. Δεν πάει έτσι. Θα περιμένω μέχρι να ρίξεις εσύ τα δικά σου μούτρα και να επικοινωνήσεις. Τι ψυχή έχει μωρέ ένα μήνυμα; Δυο δεύτερα θα σου πάρει. Δε χρειάζεται να κάνεις ολόκληρη παρουσίαση σε power point για να σου απαντήσω. Κι οι δύο ξέρουμε ότι θα σου απαντήσω. Άντε μπορεί να το παίξω λίγο δύσκολη και να το αφήσω εκεί στο κινητό μου για πέντε λεπτά, αλλά θα τη γράψω την απάντηση, να ‘σαι σίγουρος. Στείλ’ το, το κέρατό μου!

Θα αρχίσω να πιστεύω ότι με έχεις ξεχάσει. Αλλά γιατί να με ξεχάσεις; Μια χαρά δεν τα λέγαμε πριν τέσσερις μήνες που γνωριστήκαμε; Μπα σιγά που με ξέχασες. Απλά μπορεί να έχεις πολλές δουλειές. Μπορεί να μετακομίζεις, μπορεί να έχεις πέσει σε κόμμα στη Σομαλία. Μπορεί να έχασες το κινητό μου βρε αδερφέ! Ή μήπως δε στο έδωσα εγώ σωστά; Να δεις που αυτό θα είναι! Σου έδωσα λάθος αριθμό.

Ορίστε, τέτοια κάνω. Και πώς θα σε βρω τώρα; Πέρασαν και τα Χριστούγεννα για να σε ζητούσα από τον Άγιο Βασίλη. Να κάνω πίτα στον Άγιο Φανούρη να σε βρει; Ή μήπως να σε βάλω σε αγγελία; Θα σε βάλω σε αγγελία. «Αναζητείται άντρας, γύρω στο 1,80, καστανός με μούσια που υποσχέθηκε ότι θα έστελνε μήνυμα. Ξέρει αυτός.».

Τι λέω η γυναίκα. Πού έχω φτάσει τέλος πάντων! Να επικαλούμαι Αγίους για έναν γκόμενο. Και σιγά τον γκόμενο. Λες και δεν υπάρχουν άλλοι εκατό σαν κι εσένα. Ψηλοί, δεμένοι, με πλάτες και ωραία δάχτυλα. Και αμυγδαλωτά μάτια. Και χαμογελάρα. Γαμώτο.

Τα παρατάω. Θα σταματήσω να ασχολούμαι. Θα αρκεστώ στη γνωριμία μας και θα σε βάλω στον φάκελο των απωθημένων. Θα ξεχαστείς, όπως ξεχάστηκα κι εγώ. Άντε μπορεί να πρήξω λίγο ακόμη την κολλητή μου για σένα. Άντε μπορεί να την πρήζω για κάνα μήνα. Ή για κάνα χρόνο. Θα δω.

Και να δεις που εκεί που θα έχω κάνει την αρχή να σε πετάξω σαν σκουπίδι έξω απ’ το κεφάλι μου, θα κάνεις μια θεαματική εμφάνιση και θα βλαστημάω θεούς και δαίμονες. Θα στείλεις εκείνο το μήνυμα με καμιά αιτιολογία του τύπου «Συγγνώμη που δεν επικοινώνησα τόσο καιρό αλλά είχα μετακομίσει στο εξωτερικό για μια καλύτερη ζωή και ξέρεις πώς είναι οι χρεώσεις από κει πέρα. Ε και τελικά κατάλαβα ότι δε μου πήγαινε η ξενιτιά και γύρισα κι αποφάσισα να στείλω.».

Αλλά όχι, κύριε! Δεν είμαι εγώ καμιά λυσσάρα με χαμηλή αυτοπεποίθηση και αβυσσαλέο ντεκολτέ, να τρέξω σαν την τρελή σε σένα. Θα δω το μήνυμα και δε θα απαντήσω. Θα πάω να ξενιτευτώ κι εγώ. Ή θα πιω χλωρίνη. Ή θα πάω κομμωτήριο. Πότε είπαμε ότι θα βγούμε;  

Σημ.: Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική. Εκατόν είκοσι οχτώ μέρες, τρεις ώρες και σαράντα δευτερόλεπτα. 41, 42,43…

 

Επιμέλεια κειμένου Μαριάννας Συμεωνίδη: Ελευθερία Παπασάββα

 

Συντάκτης: Μαριάννα Συμεωνίδη