Διαβάζοντας για εκατοστή φορά αγγελίες εργασίας, παίρνω μια απόφαση. Λέω: «δε θέλω να δουλεύω, να μη μου αρέσει αυτό που κάνω κι ο μισθός να τελειώνει πριν το τέλος του μήνα». Οπότε, σημειώνω με Χ τις αγγελίες για καφέ-μπαρ με τρεις και εξήντα μεροκάματο, ανασφάλιστη. Ξανά Χ στις εταιρίες με Bonus που σε θέλουν για μεσάζοντα, προμότερ να πουλήσεις τα «αγαθά» τους για να πληρωθείς αφού κλείσεις συμφωνίες. Ξανά Χ στα 2 έως 5 έτη προϋπηρεσίας ακόμη και σε τυροπιτάδικο, πού να τα βρω άνθρωπε μου;  Μα περισσότερο δε θέλω να περιμένω στις ουρές του Ο.Α.Ε.Δ. και για προγράμματα των Κ.Ε.Κ. κάτω των 6 μηνών τα οποία πληρώνεσαι έπειτα από αρκετούς μήνες.

Φυσικά στο διάστημα το οποίο δουλεύεις (αν επιλεχθείς) πρέπει να κάνεις κι άλλη δουλειά στη ζούλα για να ζήσεις, αλλιώς να πας στα φανάρια να πουλάς χαρτομάντιλα ή αν είσαι καλλίφωνος και παίζεις κάποιο μουσικό όργανο, να βγαίνεις σε πολυσύχναστες πλατείες για να βγάζεις το φαγητό σου και τσιγάρα σου (αν καπνίζεις, αν πάλι δεν καπνίζεις και πολύ καλά κάνεις, οικονομία από παντού, αν μπορείς κόψε και το φαγητό).

Επίσης, σιχαίνομαι να περιμένω απαντήσεις από τα βιογραφικά που στέλνω και να μην έρχονται ποτέ. Βρε απάνθρωποι, δεν κοστίζει τίποτα ένα αρνητικό e-mail. Αμ το άλλο, «θα σας ειδοποιήσουμε άμεσα», πότε μετονομάστηκε το άμεσα στο : «Σε γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια, άνεργε πολίτη. Κάτσε και περίμενε στις καφετέριες». Ρε, δεν έχουν όλοι 3 ευρώ τη μέρα για καφέ, οι υπόλοιποι περιμένουμε σερφάροντας στα σπίτια μας και αν μας κόψουν το ίντερνετ γιατί δεν έχουμε λεφτά να το πληρώσουμε, τότε πάμε έξω από τα καφέ για το wifi.

Που ‘σαι, ρε Αντώνη, που μας έταζες free wifi σ’ όλη την Ελλάδα; Πιο πριν ο Γ.Α.Π. μας έλεγε λεφτά υπάρχουν, τρέχαμε κι εμείς και χρεώναμε κάρτες και δάνεια. Εγώ πλέον λεφτά έχω μόνο στη Μονόπολη και κάτι κέρματα από τα –και καλά– συλλεκτικά πεντακοσάρικα και κατοστάρικα δραχμές, που έκανα συλλογή πριν το ευρώ, κάτι ξέρατε τότε και τα λέγατε συλλεκτικά. Ακόμη και η αξία του χρυσού έπεσε. Όχι πως είχα και πολλά. Κάτι αλυσιδούλες για το χέρι, ένα δαχτυλιδάκι κι ένα μονόγραμμα που μου χε πάρει η νονά μου στο δημοτικό μαζί με κάτι σκουλαρίκια από τα νήπια, όλα αυτά 130 ευρώ πιάσανε. Ελπίζω ο βαπτιστικός σταυρός με την αλυσίδα του (αφού δεν τον φοράω) στις μεγάλες μου ανάγκες να πιάσει περισσότερα. Μέχρι και σε μαγαζί αγοραπωλησίας χρυσού έδωσα βιογραφικό, αλλά θέλανε να έχεις τελειώσει οικονομικά.

 Εγώ από την άλλη πέρασα σε μια σχολή στην πόλη μου, δεν την τελείωσα ποτέ γιατί πολύ απλά δε μου άρεσε κι έπεισα τους γονείς μου να με γράψουν σε ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο γιατί ήθελα να ακολουθήσω το όνειρό μου, να κάνω το χόμπι μου επάγγελμα. Όλα καλά· και πτυχίο πήρα κι έπαινο μου έδωσαν και κάτι άλλα σεμινάρια από ‘δω κι από ‘κει έκανα και σε δουλειές άνευ αμοιβής πήγαινα για να μάθω καλύτερα το αντικείμενό μου, να αποκτήσω πείρα και γνωριμίες. Αλλά από σταθερή δουλειά το απόλυτο τίποτα. Φίλοι και γνωστοί που μετανάστευσαν μου λέγανε φύγε «έξω» να σωθείς, εκεί δεν έχεις μέλλον. Γονείς και συγγενείς μου λένε: «μείνε, έχει ο Θεός». Εγώ πάλι, δεν έχω. Ψάχνω μα δε βρίσκω, αλλά μένω και επιμένω.

Τρώμε τα νιάτα μας σε εφήμερες δουλειές και μεροκάματα για να βγάλουμε το χαρτζιλίκι μας και για να πληρώσουμε το νοίκι μας, τους λογαριασμούς μας, για να βγουν τα ψώνια της εβδομάδας στο σούπερ μάρκετ. Ωραία ζωή κάνουμε στην πιο παραγωγική μας ηλικία.

Οι γονείς μου πριν χρόνια, έβαζαν λεφτά στην άκρη, βέβαια αυτά που έβαζαν τότε στην άκρη, βγαίνουν τώρα, ίσως και να στέρεψαν γιατί δεν τους φτάνουν όσα βγάζουν από τις δουλειές τους κι εσείς μου λες να μείνω στην πατρίδα μου, να μην εγκαταλείψω και να το παλέψω; Εγώ το πράττω. Εγώ το κάνω. Η λέξη εγώ ισούται με το εμείς. Εμείς οι άνεργοι που λέτε δεν το βάζουμε κάτω. Έχουμε ακόμη όνειρα, στόχους, ελπίδα για το μέλλον μας.

Μέσα στην κρίση γεννήθηκαν εθελοντικές ομάδες σε κάθε πόλη, δήμο, χωριό της χώρας μας, από νέους που δεν εντάσσονται σε κομματικές παρατάξεις, δε φανατίζονται, δεν επιβαρύνουν το κράτος και βοηθάνε με καθημερινές ενέργειες τους πιο κοινωνικά αδύναμους που μέρα με τη μέρα αυξάνονται. Οι περισσότεροι είναι άνεργοι, αλλά αυτό δεν τους πτοεί. Ένα απλό παράδειγμα είναι η βοήθεια που παρέχεται στους Συρίους πρόσφυγες από αυτές τις ομάδες.

Προσφέρουν ρούχα, είδη πρώτης ανάγκης, τρόφιμα και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και στέγη.

Είμαστε όλοι εμείς που δεν κλείνουμε τα αυτιά μας, δεν κλείνουμε τα μάτια μας, δεν το προσπερνάμε. Μπορεί να μην έχουμε σταθερή εργασία γιατί οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν. Ωστόσο βοηθάμε εθελοντικά τους συνανθρώπους μας και αυτό μας γεμίζει. Η προσφορά είναι αγάπη, συμπαράσταση, αλληλεγγύη.

Εσείς εκεί στα έδρανα, τι κάνετε; Πόση ακόμη αδιαφορία χωράει το «εγώ» σας;

 

Επιμέλεια Κειμένου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Αγγελική Κατσουλίδη