Συμπέρασμα υψηλών απαιτήσεων, ετών εικοσιπέντε στο νερό, προκαλούμενο από χρόνια κατανάλωση μπουκαλιών με ετικέτα στο 40%, αμφισβητούμενο πολλάκις κι από πολλούς, προϊόν τέχνης, συνειρμών κι απογευματινών φιλοσοφικών διαλόγων. Ένα. Μέγα. Αδιαμφισβήτητο.

Θέλω να είμαι μαζί σου. Εύκολο, μα στην ουσία είναι ό,τι πιο δύσκολο έχω ξεστομίσει ποτέ μου. Κι ακόμα πιο πολύ, ό,τι πιο δύσκολο έχω όντως πραγματικά αποφασίσει. Θέλω να είμαι μαζί σου όταν θα ξεσπάσει πόλεμος, όταν θα έχουμε τόσα λεφτά που θα γίνουμε χαζοί και άπληστοι, όταν ανακαλύψουμε τη ζωή σε άλλους πλανήτες, όταν δε θα έχουμε τίποτα απολύτως, όταν κανένα σπίτι δε θα μας χωράει, καμιά σιγουριά δε θα μας χαϊδεύει.

Και τότε, κυρίως τότε, θα είμαι εγώ η σιγουριά σου. Αν έχουμε ένα, θα έχεις πάντα το μισό κι αν δεν έχουμε κανένα, πάλι το μισό θα βρίσκω και θα στο δίνω. Το σκέφτηκα, το ανέλυσα μέσα κι έξω μου, απογοητεύτηκα, με κούρασες, κούρασα και τον εαυτό μου, σκέφτηκα να φύγω γιατί άρχισε η ζωή μας να πιάνει φωτιά.

Και κάπου εκεί, λίγο πριν γίνει ολοκαύτωμα, άρχισε μια όμορφη ζέστη, μια γλυκιά ηρεμία λίγο πριν την καταστροφή. Σε φίλησα. Είπες κάτι, ίσως ήταν «ναι», σίγουρα ήταν γιατί χαμογελούσες. Χαμογελούσες σε μένα, ενώ γύρω σου όλα έπιαναν φωτιά, ενώ γύρω μας ένα προς ένα κάθε τι γνωστό και οικείο σου γινόταν στάχτη, εσύ έβρισκες δύναμη και μου χαμογελούσες. Οπότε τότε, εκείνο ακριβώς το δευτερόλεπτο έγινε η απόφαση πανεύκολη, σαν να σηκώνεσαι μια Κυριακή πρωί απ’το κρεβάτι. Ακόμα και στην κόλαση, δεν μπορεί να είναι άσχημα, αρκεί να είσαι εκεί.

Γιατί η αγάπη, αυτή η περίεργη, πανέμορφη, τρομακτική λέξη που στοιχειώνει την ύπαρξή μας από τη στιγμή της πρώτης αναπνοής, αν σε βρει, δεν μπορεί να σε χάσει. Δε σ’αφήνει να κάνεις βήμα, αν εκείνη πρώτα δε δείξει το δρόμο. Κι εγώ σ’αγαπάω, πραγματικά, ανθρώπινα, με ιδιοτέλεια γιατί ποτέ δεν προσπάθησα να γίνω αλάνθαστη, μα με όση αλήθεια κουβαλάω, σ’αγαπάω.

Και θέλω να είμαι εκεί που είσαι, να πατάω στα βήματά σου, να ακολουθώ τη φωνή σου, να βάζεις εσύ το σπίρτο κι εγώ να τα κάνω όλα μπουρλότο, απλά και μόνο για να ξαναδώ το ίδιο χαμόγελο. Αυτό που ξέρει ότι θα τα καταφέρουμε, αυτό που δεν πονάει, δε φοβάται, πάει καρφί για τον γκρεμό με αφελή και γνήσια γενναιότητα.

Ίσως όλες εκείνες οι φορές που έμοιαζε αδύνατον, οι στιγμές που κάτι δεν κολλούσε κι εμείς πιέζαμε κομμάτια να μπουν σε λάθος θέση, ίσως, λοιπόν, να μας περνούσαν από μια περίεργη, ανορθόδοξη εξέταση αντοχών. Ίσως, για να φτάσεις στη φωτιά, να πρέπει πρώτα να μάθεις να γουστάρεις και να καίγεσαι.  Κι εγώ πεθαίνω να καίγεται κάθε κύτταρό μου, αρκεί να μ’αγαπάς. Όπως θέλεις εσύ, με το δικό σου μοναδικό πανέμορφο τρόπο.

Στην κόλαση, με ευκολία. Χωρίς καμία αναστολή, χωρίς την παραμικρή δεύτερη σκέψη. Κι αν είναι να ‘ρθει κι ο παράδεισος, ας έρθει καλοδεχούμενος. Μα αν δεν έρθει, δε θα προσποιηθώ καν ότι με νοιάζει. Είσαι εκεί εσύ και είμαι κι εγώ. Είμαστε μαζί, απέναντι στον κόσμο. Κι αυτό είναι σπάνιο. Συμβαίνει μία φορά, κρατάει για πάντα.

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου