Η διαφωνία μας ξεκίνησε γύρω στις τρεις τα ξημερώματα. Δύο εναντίον ενός, με τον dj να ρίχνει  λίγο αμερικάνικο ροκ στα ηχεία και τα τρία υποβρύχια σφηνάκια μας, να έχουν μόλις αδειάσει. Μπορεί να έφταιγε το τραγούδι, μπορεί να έφταιγε κι ο καιρός που αλλάζει και θέλει η βροχή αγάπη και φιλοσοφίες, αλλά και πάλι δεν είμαι σίγουρη.  Όπως και να έχει, διαφωνούσαμε με όλη μα της δύναμη για να ακουστούμε πάνω από τη μουσική.

«Ο έρωτας έχει τα όριά του, δε θα χάσω και τον εαυτό μου επειδή ερωτεύτηκα» υποστήριζε  η φίλη. Εμείς εμμέναμε σταθεροί στην άποψη μας ότι ίσως να μην έχει ακόμα ερωτευτεί στο εκατό τις εκατό των δυνατοτήτων της. Για να ελαφρύνω τη διαφωνία, πέταξα στην κουβέντα και τον παράγοντα του χαρακτήρα. Τάχα μου πως δεν ερωτεύονται όλοι οι άνθρωποι με τον ίδιο τρόπο, πως είναι θέμα αντίληψης, αντιμετώπισης κι ιδιοσυγκρασίας. Τώρα που το σκέφτομαι με απότιστο κεφάλι, ούτε καν να το υποστηρίξω δεν μπορώ.

Θυμάμαι ένα κείμενο από τη Μαλβίνα να χωρίζει τους ανθρώπους σε αυτούς που επιλέγουν την πλάγια κρούση κι αυτούς που προτιμούν την κάθετη πτώση ή αλλιώς τη μετωπική. Στην πλάγια κρούση, «πέφτεις στον έρωτα» με λιγότερη φόρα κι ο κίνδυνος να καταστραφείς ολοσχερώς είναι σαφώς μικρότερος. Στην κάθετη, ελεύθερη πτώση, οι ίδιοι οι νόμοι της φυσικής έχουν προκαθορίσει το αποτέλεσμα. Θα σκάσεις κάτω με όλη σου τη δύναμη. Κάπου εκεί θυμάμαι αναφερόταν κι ο ορισμός του έρωτα, πως έρωτας δηλαδή είναι η  απορρύθμιση ενός συστήματος από ένα άλλο.

Δεν μπορώ να σε πιστέψω όταν μου λες πως ο έρωτας έχει όρια, αφού μόνο κάθετες κι ελεύθερες πτώσεις έζησα στον έρωτα. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς μπορεί ο ερωτευμένος να έχει αξιοπρέπεια, εξυπνάδα, αυτοσυντήρηση ή έστω και λίγο εγωισμό.

Ο έρωτας, ο σοβαρός κι ο επικίνδυνος δεν έχει λίγο, έχει μόνο πολύ. Ο έρωτας είναι ένα κοκτέιλ από αδρεναλίνη, ντοπαμίνη και σεροτονίνη που κάνει κατάληψη στο μυαλό σου. Ο έρωτας σε αγχώνει για κάθε επικείμενη συνάντηση με το πρόσωπο που σκεφτόσουν όλες τις ώρες της ημέρας και κάνει κυριολεκτικά την καρδιά σου να χτυπάει δυνατά. Ο έρωτας έχει ανεπιθύμητες παρενέργειες. Σου στεγνώνει το στόμα, σου κόβει τα γόνατα και σε αφήνει σαν χαζό να στέκεις μες στη μέση του δρόμου αν και τυχόν πετύχεις τον πόθο σου απροσδόκητα να περπατάει στο απέναντι πεζοδρόμιο.

Θα παραδεχτώ ότι ο έρωτας έχει απομιμήσεις. Είναι εκείνες οι εκδοχές του που σε ξεγελούν και νομίζεις ότι «πάλι ερωτεύτηκες».

Οι απομιμήσεις δε διαρκούν. Μία, δύο, άντε τρεις εβδομάδες και βλέπεις ότι το συναίσθημά σου είναι σκάρτο, στερείται αυθεντικότητας και δυναμικής. Ξεπερνάς τον πόθο σου με τρία ξενύχτια και ένα πακετάκι χαρτομάντιλα. Αυτός ο έρωτας ο μαϊμού, έχει όρια κι αναστολές. Ο έρωτας μαϊμού μπορεί να σε ρεζιλέψει λίγο μόνο στα σκαλοπάτια του ανθρώπου που ποθείς, αλλά δε θα σε ελέγχει κι όλη τη νύχτα. Στο πρώτο όχι που θα ακούσεις, στο πρώτο «ξέρεις εγώ δε σε βλέπω ερωτικά» θα φύγεις να πας σπιτάκι σου.  Την απομίμηση του έρωτα την πολεμάς και την συγυρίζεις στο τέλος στο ντουλάπι. Περασμένα ξεχασμένα λες και το βουλώνεις.

Μα ο έρωτας ο γνήσιος, στο είπα και όταν ήπιαμε το επόμενο σφηνάκι, σε διαλύει. Σου σπάει τα δόντια λες και μπήκες μέσα σε ρινγκ πυγμαχίας απροπόνητος. Δε δείχνει έλεος,  είναι αιμοχαρής. Ο γνήσιος  έρωτας σε κρατάει στα σκαλοπάτια του πόθου σου μέχρι να ξημερώσει και σε ξεπαγιάζει. Στα «όχι» και στα «δεν μπορώ» που ίσως ακούσεις, αυτός ο έρωτας θα σε ρίξει στο κρεβάτι, άρρωστο και καταθλιπτικό.

Δε θα πας στη δουλειά, δε θα φας και δε θα σηκώσεις το τηλέφωνο. Πονάει, πονάει πολύ.  Το κεφάλι σου βαραίνει κι η ανάσα σου κόβεται. Σε πνίγει ψηλά στο λαιμό ένας κόμπος και δεν μπορείς να καταπιείς. Ο έρωτας ο γνήσιος δε χάνει ποτέ τη μάχη του μαζί σου και μην τολμήσεις να αντιμιλήσεις στη φωνή που ακούγεται μέσα στο ερωτευμένο σου κεφάλι γιατί θα υποφέρεις περισσότερο.

Γυρίζω πάλι στην Μαλβίνα, που δεν ντράπηκε ποτέ να ζήσει τον έρωτα πέρα από τα όρια της λογικής και της αξιοπρέπειας. Σου παραθέτω τα λόγια της για να με καταλάβεις:

Δύο ζωές μπορείς να ζήσεις και η μία, αυτή με τις αγάπες τις μετωπικές, είναι πιο κρύα και από τον θάνατο. Πάνω από το νεκροκρέβατό σου θα ολολύζουν συντετριμμένοι φίλοι και θα ρωτάει ο ένας τον άλλο: «Μας πώς το έπαθε; Από τι ερωτεύτηκε; Πέρυσι ακόμα  ήταν καλά.»

Και αν δε σου φτάνουν τα παραπάνω, άκουσε και το τραγούδι να διαμαρτύρεται πως  η αγάπη θα μας διαλύσει.

Συντάκτης: Αμάντα Πατσοπούλου