Σαν πολίτες ερχόμαστε συχνά αντιμέτωποι με καταστάσεις που ζητούν την άμεση προσοχή μας, αλλά δυστυχώς πολλές φορές δεν την έχουν. Κανένας άνθρωπος δεν επιθυμεί να βλέπει ή και να βιώνει δύσκολες, ψυχοφθόρες και άσχημες καταστάσεις, μα δυστυχώς ή ευτυχώς η ζωή δεν είναι μόνο πρόσχαρη. Κάθε καλό συνοδεύεται και από κάτι κακό, όταν όμως το ένα ξεπερνά το άλλο οι ισορροπίες χάνονται και έρχεται η στιγμή να χρειαστεί να πάρουμε όλοι μας θέση. Γιατί όμως βαριόμαστε να βοηθήσουμε έμπρακτα τους συνανθρώπους μας και κάποιοι από εμάς επαναπαυόμαστε στην ασφάλεια του καναπέ και της αδιαφορίας; Αν αγνοήσουμε το πρόβλημα, θα εξαφανιστεί και κατά πόσο μπορέι να θεωρηθεί πετυχημένη μια τέτοια λύση «λύση»; Πριν περάσουμε στην απάντηση αυτών των ερωτημάτων, ας δούμε πρώτα 3 θετικά που μας προσφέρει η αλληλεγγύη κι η συνεισφορά, για να καταλάβουμε γιατί θα έπρεπε ν’ ασχολούμαστε με τα προβλήματα των συνανθρώπων μας ακόμα κι αν είναι μακριά από τη δική μας πόρτα.

 

1) Όταν προσφέρουμε στους άλλους, νιώθουμε ευτυχισμένοι

Όταν κάνουμε κάτι για τον εαυτό μας νιώθουμε χαρούμενοι, ναι. Όταν, όμως, κάνουμε κάτι για τους άλλους, νιώθουμε όμορφα με την κίνησή μας, τον χαρακτήρα μας, την προσφορά μας κι αυτό συμβαίνει επειδή νιώθουμε χρήσιμοι στην κοινωνία. Κάνουμε τις προσωπικές μας εμπειρίες δίδαγμα και εργαλείο στήριξης για τους άλλους και παραμερίζουμε τις δικές μας έννοιες για λίγο έχοντας έτσι και την ευκαρία να ξεχάσουμε όσα μας απασχολούν σε προσωπικό επίπεδο.

 

2) Όταν προσφέρουμε, ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας

Όταν βοηθάμε τους συνανθρώπους μας, μαθαίνουμε καλύτερα τα πιστεύω μας και τις εσωτερικές μας επιθυμίες, με αποτέλεσμα να καταλαβαίνουμε καλύτερα τον ψυχικό μας κόσμο και να ερχόμαστε πιο κοντά στο να δουλέψουμε μ’ αυτόν για να βελτιωθούμε. Μερικές φορές, χρειαζόμαστε έναν καθρέπτη για να δούμε πώς δείχνουμε και τον καθρέφτη αυτόν μπορούμε να τον συναντήσουμε στο πρόσωπο του άλλου.

 

3) Ξεπερνάμε τους φόβους μας

Όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με δύσκολες ή πρωτόγνωρες καταστάσεις, μαθαίνουμε γι’ αυτές και ξεπερνάμε τον φόβο του αγνώστου. Ανακαλύπτουμε πόση δύναμη έχουμε μέσα μας· οι φόβοι μας δε μοιάζουν πλέον με απροσπέλαστα εμπόδια, αλλά έρχονται στην πραγματική τους διάσταση: Μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε. Όταν προσφέρουμε βοήθεια και στήριξη σε άλλους, σιγά-σιγά μαθαίνουμε πώς να στηρίξουμε τον ίδιο μας τον εαυτό και πώς να απαλλαγούμε από φοβίες.

 

Όπως και να ‘χει οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούμε πως τα προβλήματα των συνανθρώπων μας δε μας αγγίζουν άμεσα και γι’ αυτό «πνιγόμαστε» μέσα στη ρουτίνα της καθημερινότητας και τα προβλήματα που αυτή παρουσιάζει χωρίς να γυρίσουμε καν κεφάλι για να δούμε αν όντως πνίγεται ο δίπλα. Θεωρούμε πως για το κοινό καλό υπάρχουν άνθρωποι ισχυρότεροι από εμάς σε σημαντικές διοικητικές και οικονομικές θέσεις οι οποίοι έχουν τα μέσα να πολεμήσουν άμεσα τους κινδύνους, τις κρίσεις, τις πυρκαγιές, την πείνα και τη δίψα που ανά καιρούς βιώνει η κοινωνία μας. Με λίγα λόγια πιστεύουμε πως οι μόνοι υπεύθυνοι να βρουν λύση είναι οι άνθρωποι που έχουν στα χέρια τους κάποια εξουσία. Αυτή η αντίληψη όμως είναι εντελώς λανθασμένη και αν δεν καταφέρουμε σαν κοινωνία να την αλλάξουμε σε μεγάλο ποσοστό τότε δυστυχώς το μέλλον προβλέπεται δυσοίωνο.

Γιατί η λύση βρίσκεται στα χέρια μας κι είναι υποχρέωση όλων μας να κινητοποιηθούμε και να αναλάβουμε δράση ώστε να βοηθήσουμε με κάθε τρόπο και μέσον, -ακόμα κι αν χρειαστεί να βγούμε από τη ζώνη ασφαλείας μας- τους ανθρώπους γύρω μας. Γιατί εκτός του γεγονότος ότι αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ‘ναι φίλοι μας, συνεργάτες μας, η οικογένειά μας, θα μπορούσαμε να είμαστε κι εμείς οι ίδιοι στη θέση τους. Αντί όμως να σκεφτούμε έτσι εμείς θεωρούμε πως το πρόβλημα εφόσον δεν είναι δικό μας, δε θα φτάσει και στο δικό μας κατώφλι. Άρα, δε μας επηρεάζει άμεσα, κι έτσι δε γεννιέται η ανάγκη να βοηθήσουμε έμπρακτα. Σήμερα όμως μιλάμε για έναν άνθρωπο, αύριο για ένα χωριό, μεθαύριο μια πόλη και σιγά-σιγά δε θα υπάρχουν εξαιρέσεις.

Η φιλανθρωπία και η αλληλεγγύη προς τον συνάνθρωπο δεν προϋποθέτει απαραίτητα μεγάλη οικονομική άνεση και απεριόριστο ελεύθερο χρόνο. Η μόνη αναγκαία προϋπόθεση είναι ο σεβασμός προς την ανθρώπινη ζωή και τον εαυτό μας. Η ίδια η φύση του ανθρώπου μας οδηγεί να μη μένουμε αμέτοχοι στον πόνο των γύρω μας όταν βλέπουμε πως μπορούμε να βοηθήσουμε. Από ψυχολογική υποστήριξη, οικονομική συνδρομή, τρόφιμα, ρουχισμό, πληροφορίες, κάθε βοήθεια είναι άκρως σημαντική. Βασικός σκοπός όμως της αλληλεγγύης δεν είναι και ούτε πρέπει ποτέ να γίνει η προσμονή ανταλλαγμάτων οποιασδήποτε φύσεως από τους ευεργετηθέντες. Όταν λειτουργούμε σαν σύνολο με κοινή πορεία, επωφελείται η κοινωνία μας σαν σύνολο. Η μοναχική πορεία ανθρώπων μέσα στην κοινωνία μόνο προβλήματα κι εμπόδια μπορεί να δημιουργήσει. Μήπως τελικά δεν είναι και τόσο «ασφαλής» αυτή η ζώνη που κρυβόμαστε;

Ένα μήνυμα κατανόησης με λυπημένες φατσούλες σε μια σελίδα κοινωνικής δικτύωσης, δεν είναι αρκετό για να προσφερθεί η αναγκαία βοήθεια στον συνάνθρωπο. Ίσως είμαστε ειλικρινά λυπημένοι, -στο θέαμα του απόλυτου ολέθρου, ποιος θα μπορούσε εξάλλου να μην είναι;- ωστόσο αυτά, δεν επαρκεί. Χρειάζεται η έμπρακτη συμμετοχή μας ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε καταστροφή που μπορεί ανά καιρούς να πλήξει τον συνάνθρωπο και την ίδια μας τη χώρα. Όσο φυσικό λοιπόν, είναι οι άνθρωποι να έχουν πολλά προβλήματα κατά τη διάρκεια της ζωής τους, άλλο τόσο φυσική είναι και η τάση τους να αλληλοβοηθιούνται. Και δεν αναφερόμαστε στη μέριμνα του κράτους ή των εταιριών που παρέχουν υπηρεσίες , -μιας και το καθιστούν δύσκολο να στηριχθούμε πάνω τους-, αλλά στην αυθόρμητη εκδήλωση στήριξης που παρέχει ένας άνθρωπος σε κάποιον άλλο, χωρίς να είναι η «δουλειά» του ή να είναι «υποχρεωμένος».

Η λέξη εθελοντισμός είναι η σύγχρονη ταμπέλα που χρησιμοποιείται για να συμπεριλάβει όλες τις πράξεις που κάνουν οι άνθρωποι με σκοπό να βοηθήσουν, να στηρίξουν και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σ’ άλλους ανθρώπους ή στο περιβάλλον, χωρίς χρηματικές απολαβές ή συμφέροντα. Προέρχεται από το ρήμα «θέλω», δηλαδή κάνω κάτι επειδή το θέλω και όχι επειδή μου το επιβάλει η εργασία μου και τα έμμισθα καθήκοντά μου ή τα υλικά μου συμφέροντα.

Αν μπορούσε να απαντηθεί το ερώτημα: «Γιατί βαριόμαστε να βοηθήσουμε έμπρακτα τους συνανθρώπους μας» , θα λέγαμε πως η απάντηση είναι απλή: Γιατί δε θέλουμε. Ήρθε όμως η ώρα για μια αλλαγή, δε συμφωνείτε;

Συντάκτης: Σταυρίνα Τσατσανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου