Απόψε θέλω να τα ξεκαθαρίσω όλα. Τα απολύτως απαραίτητα τουλάχιστον. Να κάτσω και να τα λύσω, να μη μείνουν απορίες αναπάντητες. Τι κι αν το καθυστέρησα πολύ, τι κι αν θεώρησα πως νόημα δεν έχει κανένα. Όλο και από κάπου θα ξεμυτίσει κάποιος να μου τραβήξει το αυτί και θα με πάει στη γωνία με το πόδι όρθιο σαν τιμωρία για το «περίμενε» που απάντησα σε ερωτήματα και τα άφησα να χάσκουν. Θα σταθώ προσπαθώντας να κρατήσω την ισορροπία μου, όσο αντέξω κι αν τύχει να πέσω, δε χάθηκε κι ο κόσμος, θα ξανασηκωθώ. Επανάληψη μήτηρ πάσης μαθήσεως, άντε και παθήσεως και τούτο το μάθημα το ξέρω καλά.

Απόψε θέλω να επαναφέρω στο προσκήνιο τα λάθη. Να τα δω ένα-ένα τα αναθεματισμένα, να τα βάλω μπρος μου και να τα παρακολουθώ ξανά και ξανά, έτσι με το ζόρι. Λάθη που έκανα, λέξεις που είπα και ίσως να τις πήρα πίσω πριν καν τις ξεστομίσω. Βγήκαν οι άτιμες όμως, τι να κάνεις; Πίσω δεν μπορώ να τις πάρω, ούτε να βάλω υπότιτλους, έτσι κι αλλιώς για φράσεις που άφησαν το στίγμα τους δεν μπορείς να δώσεις μια ικανοποιητική εξήγηση. Από τη στιγμή που βγήκαν από τα χείλη μου και ήχησαν απ’ άκρη σ’ άκρη, τελείωσε. Γράφτηκαν στην αιωνιότητα. Χαράχθηκαν στην ιστορία και ξέρεις ποια είναι η ειρωνεία. Την έγραψα εγώ.

Απόψε θέλω να θυμηθώ και τα σωστά. Λίγο-λίγο θα τα βρω όλα. Σάμπως δεν ξέρω που υπήρξα σωστή; Φυσικά και ξέρω και δεν υπερεκτιμώ τίποτα. Τα ‘βαλα στη σειρά, το καθένα στην ώρα του και τα άφησα να περνούν από μπροστά μου. Μα τι χαμόγελα, τι χαρές, τι γέλια. Να και κάτι που αξίζει τον κόπο. Άλλωστε πάντα απορούσα με τον λόγο που ο κόσμος αναπολεί κυρίως τα στραβά και κάθεται και κλαίει και χτυπιέται και αναρωτιέται και παρακαλά να γυρνούσε ο χρόνος πίσω να τα ‘καναν αλλιώς. Προσεύχονται με τις μέρες να ήταν τα πράγματα διαφορετικά, να ήταν καλύτερα, λες και ξέρουν αν θα ήταν ποτέ καλύτερα. Και στην τελική αν το ξέρουν ας το πουν και σε μας, τι το κρατάτε μασούρι; Πείτε το μπας και δούμε προκοπή.

Απόψε θέλω να ξαναθυμηθώ τι αγαπώ. Γιατί θαρρώ πως κάπου στη διαδρομή τα ξέχασα. Τα παράτησα σε κάποια στάση και ούτε που σκέφτηκα να τα πάρω μαζί μου φεύγοντας. Έμειναν τα δόλια να με περιμένουν κάποια μέρα να γυρίσω και να τα ψάξω. Και πού να ψάξεις στην τελική; Σάμπως ξέρεις που αμόλησες το κάθε ένα; Σάμπως αναλογίστηκες ποτέ αν αξίζει να τα κουβαλάς; Βάλαμε τα «αγαπώ» των άλλων πρώτα κι ούτε ξέρουμε το γιατί. Απλώς το κάναμε. Και ήμασταν καλά, μέχρι τα δικά τους «αγαπώ» να μη μας αρκούν άλλο και ξέραμε πολύ καλά το λόγο. Ο καθένας με τα «αγαπώ» του λοιπόν, για να τα ‘χουμε καλά. Ο καθείς με τα γούστα του για να ‘μαστε εντάξει.

Απόψε θέλω να μου δώσω χρόνο. Θα πάρω μια βαθιά ανάσα και θα αφιερωθώ σε μένα. Είχα καιρό να το κάνω, σχεδόν ούτε θυμάμαι πότε μου αφιερώθηκα ολοκληρωτικά. Κι ας με πουν εγωίστρια και ό,τι θέλουν. Θα κάτσω και θα χαζέψω τα ντουβάρια μέχρι να κατασταλάξω. Θα πω στο μέσα μου να ηρεμήσει, θα το καθησυχάσω λέγοντας του πως αξίζει, πως υπάρχει λόγος. Θα κλείσω το κινητό μου και θα ακουμπήσω κάπου μακριά, κανείς να μη με ενοχλήσει. Κι αν στραβώσουν για την πλήρη εξαφάνιση μου, λίγο με νοιάζει. Άλλωστε όποιοι χρειάζεται να καταλάβουν θα το κάνουν. Θα θυμηθώ τι είμαι, τι θέλω και πού πάω, τι αξίζω, θα ρίξω μια μπαλοθιά κι ύστερα θα χορέψω.

Απόψε θέλω να με ψάξω, να με μάθω καλύτερα. Να διασταυρώσω αν μ’ αρέσει αυτό που είμαι κι αν όχι να το αλλάξω. Θα μάθω αν εκτιμώ αυτό που έχτισα, αν μαγεύομαι στη θέα του κι αν πρέπει να το βελτιώσω. Θα με στήσω στον τοίχο και θα με ρωτήσω όλα όσα φοβήθηκα να ρωτήσω νωρίτερα και τα άφησα στο συρτάρι με τις αναμνήσεις. Θα με πιέσω να απαντήσω καθαρά και ξάστερα, χωρίς περιστροφές και χωρίς θλιβερά μισόλογα. Τα ΄χα πάντα εύκολα τα μισόλογα. Τι φοβόμουν στην τελική; Την αλήθεια; Δικιά μου ήταν έτσι κι αλλιώς. Μ’ αρέσει, δε μ’ αρέσει αυτή εκεί θα στέκει κι ας κάνω τα χίλια δυο τάματα. Θα μου δώσω ένα όνομα καινούριο, θα με βαφτίσω όπως γουστάρω και θα με συστήσω στον κόσμο, ανάλαφρη από έγνοιες. Χαίρω πολύ.

Απόψε θέλω να επιστρέψω σε όλα όσα υπήρξα, όλα όσα αγάπησα και όλα όσα θέλω να είμαι. Απόψε θα τα γκρεμίσω και θα τα χτίσω από την αρχή. Απόψε θα πω τα «όχι» που κώλωσα να πω, θα φωνάξω πόσο αγαπώ τον κόσμο και θα του πω να μη φύγει χωρίς εμένα. Θα δώσω μια και θα τα αλλάξω όλα, θα τα κάνω καλύτερα γιατί μπορώ. Απόψε θα το κάνω επιτέλους όπως θέλω, μακριά από τις κακές τις γλώσσες που μπούχτισα πια να τις ακούω. Με στερέψανε οι άτιμες και δεν τους αξίζει τέτοια τιμητική, ούτε κατά διάνοια. Απόψε θέλω να επιστρέψω σε μένα.

 

Συντάκτης: Αλίκη Αμπατζή
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή