Υπάρχουν και κάποιοι έρωτες που δεν έχουν αρχή, μέση, (ευτυχισμένο) τέλος. Έρχονται στη ζωή μας ξαφνικά, αναπάντεχα κι απρόβλεπτα, έτοιμοι να ξεσηκώσουν το μυαλό, τη ψυχή και το σώμα μας, γεννημένοι ν’ αναθεωρήσουν όλα όσα μέχρι τώρα πιστεύαμε.

Κατέχουν αυτή τη γλυκιά έπαρση της ψευδαίσθησης ότι ανήκετε ο ένας στον άλλον, ότι υπάρχετε για να είστε μαζί κι ότι όλο το σύμπαν συνωμότησε ώστε να βρεθείτε. Νιώθεις ότι ήταν το κομμάτι που έλειπε και πως υπήρχε πάντα εκεί για ‘σένα, πρόθυμο να σε συναντήσει. Σαν ιστορία που αποτυπώθηκε σε χαρτί βιαστικά, χωρίς ευδιάκριτο σημείο εκκίνησης, αδόμητα, χωρίς παραγράφους και με λάθος σημεία στίξης. Μια ιστορία που επιθυμείς να γίνει το best seller βιβλίο της ζωής σου.

Παραδίνεσαι άνευ όρων, ζεις κι αναπνέεις για λίγο ακόμα απ’ αυτόν τον έρωτα, γεμίζοντας τη γραπτή ιστορία σας με κόμματα, ώστε ν’ ακολουθεί πάντα άλλη μία πρόταση. Τελείες δεν υπάρχουν πουθενά για ‘σένα και θεωρείς ότι το τέλος δε θα γραφτεί ποτέ. Δίνεσαι ολοκληρωτικά, παθιάζεσαι για τη συνέχεια, αγνοώντας παντελώς τις όποιες συνέπειες, αφού θεωρείς ότι θα υπάρχει επίλογος, αλλά όχι τέλος.

Είναι όμως αυτοί, οι ίδιοι αλαζόνες έρωτες που θεωρούν επίκτητο δικαίωμά τους να μπαινοβγαίνουν στη ζωή σου, όποτε και για όσο. Είναι αυτοί οι έρωτες οι εκκρεμείς, που σε κρατούν στην αναμονή τους για τη συνέχεια της ιστορίας. Και κάπου στην πλοκή, εκεί σε μία φυγή τους, αναγκάζεσαι τελικά να βάλεις τελεία, απρόθυμα κι ακούσια.

Και τότε μένεις ν’ ανακυκλώνεις τις σκέψεις σου, διαβάζοντας ξανά και ξανά όσα μέχρι τώρα έχουν γραφτεί. Κολλάς κι αρνείσαι πεισματικά να κλείσεις το βιβλίο, χωρίς να καταφέρεις να φτάσεις έως τον επίλογο. Φταίει ότι διαφέρουν -ορθώς- στο μυαλό σου, οι έννοιες «επίλογος» και «τέλος». Βλέπεις δεν πίστεψες ποτέ ότι τέλειωσε με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που επιθυμούσες και περιμένεις, εύχεσαι κι ελπίζεις να εμφανιστούν μαγικά οι επόμενες σελίδες για ν’ αλλάξουν τη ροή.

Κι έτσι γίνεται μ’ αυτούς τους έρωτες, πάντα επιστρέφουν με την ίδια δύναμη, το ίδιο πάθος και τον ίδιο πόθο. Λαχταράς ξανά να γραφτούν σελίδες ολόκληρες κι έτσι το τελευταίο σημείο στίξης, που νόμιζες για τελεία, αποδείχθηκε ότι ήταν απλά μια παύση, μια άνω τελεία, προτού η ιστορία σου αποκτήσει και πάλι πλοκή. Ξεχνάς, μονομιάς τη διακοπή, σαν να μην έγινε ποτέ, και συνεχίζεις ακάθεκτος με τον ίδιο ζήλο, έως την επόμενη, απρόσμενη για ‘σένα, φυγή.

Αρνείσαι πεισματικά να δώσεις τέλος σ’ αυτή την ιστορία και να ξεκινήσεις μία νέα, χωρίς κόμματα που αναμένουν τις επόμενες προτάσεις, χωρίς τελείες που σβήνουν με το στανιό για να πάρουν τη θέση τους οι άνω, χωρίς η συνέχεια να έρχεται βεβιασμένα. Φοβάσαι να παραδεχθείς ότι σ’ αυτό το βιβλίο δεν έμεινε κάτι άλλο να γράψεις.

Πρέπει όμως, γιατί κάπου εκεί στη βιβλιοθήκη της ζωής, υπάρχει ένα κενό βιβλίο, το οποίο περιμένει δύο συγγραφείς να γεμίσουν τις σελίδες του. Ακούς; Δύο συγγραφείς, όχι έναν, πρόθυμους να το γεμίσουν με θαυμαστικά, αντί για κόμματα, που πολλές φορές σε κάνουν να χάνεις το ουσιαστικό νόημα, χωρίς μουτζούρες από σβήσιμο και γράψιμο στο ίδιο σημείο. Θα είναι μια ιστορία, στην οποία η πλοκή θα εξελίσσεται αβίαστα κι από τους δύο και δε θα υπάρχουν αναμονές, παύσεις ή διακοπές από κανέναν, παρά μόνο προσπάθεια να φτάσετε στον δικό σας ευτυχισμένο επίλογο. Αυτό το βιβλίο να κρατήσετε στα χέρια σας ευλαβικά και ν’ ανατρέχετε με αγάπη -κι όχι πόνο- σε κάθε σελίδα του.

Καλή ανάγνωση…

 

Συντάκτης: Μαρία Πακιακιό
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου