Ξέρεις  τι λατρεύω σε ‘σένα; Ότι δε μεγαλώνεις ποτέ κι η ζωή δίπλα σου κάθε μέρα είναι σαν βόλτα σε λούνα παρκ. Από τα «συγκρουόμενα», «στο τρενάκι του τρόμου» και μετά στη «ρόδα» και στη «σκοποβολή». Και ξαφνικά να εμφανίζεσαι μπροστά μου κρατώντας στο ένα χέρι «μαλλί της γριάς» και στο άλλο παγωτό. Ποτέ δεν ξέρω τι θα μου ξημερώσει ή πώς θα βραδιαστούμε.  Μονίμως με ένα χαμόγελο στα χείλη και μια τρελή ενέργεια που ποτέ δεν έχω καταλάβει από πού «πηγάζει» και πού θα «εκβάλει».

Ακόμη κι αυτό το ατίθασο τσουλούφι σου, που ποτέ δεν αποφασίζεις πού ακριβώς το θες, ακόμη κι αυτό με τρελαίνει. Με κοιτάς μ’ αυτή την απίστευτη πονηριά στο βλέμμα και ξέρω ότι κάτι άλλο έχεις βάλει στο μυαλό σου και περιμένω να δω την επόμενη κίνησή σου.

Βάζεις τη μουσική στο τέρμα και μου κάνεις νόημα να σηκωθώ για τρελό χορό, έτσι ξαφνικά. Δίπλα σου δεν ξέρω ούτε πώς περνάει ο χρόνος αλλά ούτε και πόσο χρονών είμαστε. Ξεχασμένος έφηβος εσύ, που με παρασύρεις σε ένα ταξίδι χωρίς προορισμό, χωρίς πρέπει και χωρίς γιατί. Τίποτε κλεισμένο σε κανένα κουτάκι κι όλα παραδομένα μόνο στο όνειρο και στα συναισθήματα. Δε βάζεις ταμπέλες πουθενά και δεν έχεις ωράριο στις επιθυμίες και στις αποφάσεις σου.

Σε λατρεύω; Σε μισώ; Σε θαυμάζω; Δεν ξέρω τι ακριβώς αισθάνομαι. Απλώς σε θέλω στη ζωή μου, για να μου θυμίζεις ότι η ζωή χωρίς τρέλα δεν έχει λογική.

Τι κι αν χρειαστεί να φορέσουμε κουστούμια και ταγέρ κάποια στιγμή, όλοι κρύβουμε μια φλόγα μέσα μας την οποία απλώς κουκουλώνουμε για να μη μας κάψει και δίνουμε προτεραιότητα στα υποτιθέμενα κοινωνικά status. Σπουδές, δουλειά, οικογένεια, ένα καλό αυτοκίνητο, ένα σπίτι ή ένα εξοχικό και τόσα άλλα που μας θέτουν ως προϋπόθεση για να μας «κολλήσουν» την ταμπέλα του επιτυχώς ευτυχισμένου ανθρώπου.

Να όμως που έρχεσαι εσύ να με ξεσηκώσεις και να με κάνεις να επαναστατήσω και να διαδηλώσω ενάντια στον εαυτό μου και να σου δώσω το χέρι για να με παρασύρεις.  Σε ‘σένα που άλλοι θα σε πουν ανώριμο, άλλοι ονειροπόλο, άλλοι τυχοδιώκτη κι άλλοι τρελό εγώ απλώς σου ανοίγω την «είσοδο» και σου λέω «περάστε».

Κι όμως ξέρεις πόσοι από αυτούς θα ήθελαν να ξεκλέψουν έστω και μια μέρα απ’ τη ζωή σου για να γευτούν λίγη απ’ την ξεχασμένη τους εφηβεία. Να μπορούν να ξυπνήσουν αργά και νωχελικά να «τεντώσουν» το κορμί τους, να βλέπουν ταινίες τρώγοντας ποπ κορν και να ξενυχτάνε μιλώντας  στο τηλέφωνο.

Να περπατήσουν ξυπόλητοι στο γρασίδι και να κάνουν νυχτερινό μπάνιο στη θάλασσα γυμνοί, με μόνο φως το φεγγάρι. Να σηκωθούν ξαφνικά μέσα στη νύχτα και να φτιάξουν ομελέτα ή να βγουν στο δρόμο για αναζήτηση της πιο γλυκιάς σοκολατένιας κρέπας, απλώς για να «αλλάξουν γεύση».

Να ξεκινήσουν για καφέ το πρωί και να καταλήξουν ξημερώματα χωρίς αποσκευές σε άλλη πόλη απλώς και μόνο για να δουν καλύτερα το ηλιοβασίλεμα. Να κάνουν το χόμπι τους επάγγελμα και να το απολαμβάνουν κάθε στιγμή, ξέροντας ότι η τσέπη τους θα φτωχύνει, αλλά η ψυχή τους θα είναι πάντοτε πλούσια.

Έχεις καταλάβει πόσες σελίδες μπορώ να γεμίσω περιγράφοντας εσένα; Άπειρες. Γιατί κι εσύ μοιάζεις με το άπειρο, γιατί δεν μπορώ να καταλάβω ούτε πού αρχίζεις, ούτε πού τελειώνεις. Δεν ξέρω καν αν είσαι φαντασία ή πραγματικότητα, αφού η μορφή σου, η διάθεσή σου, οι επιθυμίες σου κι η σκέψη σου αλλάζουν κάθε στιγμή.

Το να έχω κάποιον σαν κι εσένα στον κόσμο μου σίγουρα δε με κάνει ίδιο με ‘σένα, όμως με κάνει να αισθάνομαι σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο στολισμένο το Δεκαπενταύγουστο, ή σαν να βγαίνω με αντηλιακό, μαγιό και σαγιονάρα μέσα στο Γενάρη με θερμοκρασία κάτω απ’ το μηδέν. Κι αυτό με εξιτάρει.

Δεν ξέρω αν θα μπορούσα ποτέ να σε ακολουθώ για πάντα και να κάνω αδιάκοπα αυτό το ταξίδι που κάνεις εσύ καθημερινά. Η αλήθεια όμως είναι ότι αν δεν έβλεπα τον τρόπο που ζεις κι αν δε μάθαινα τον τρόπο που σκέφτεσαι, ίσως ακόμη να εξακολουθούσα να ζω με τον ίδιο ακριβώς ρυθμό για πάρα πολλά χρόνια σε μια κατάσταση υπνωτισμού.

Γνώρισα εσένα όμως, γλυκέ έφηβε, χωρίς να έχεις ηλικία, ταυτότητα, όνομα ή φύλο, σε θαύμασα, κράτησα από ‘σένα ό,τι καλύτερο, υιοθέτησα όσα μου ταιριάζουν και τα έκανα φως στη δική μου ζωή. Έχοντας ζήσει κοντά σου, καταλαβαίνω πλέον όλες τις γεύσεις και ξαναθυμάμαι πώς ζωντανεύουν όλες οι αισθήσεις. Αλλά το κυριότερο ξαναμαθαίνω να χαμογελάω με τα πιο απλά πράγματα.

Έπαψα να μετράω για σοβαρά τα λάθος θέματα, άφησα να κυλήσουν οι καταστάσεις με λίγο πιο χαλαρό ρυθμό, αρχίζω να βρίσκω χρόνο για να ακούσω τον εαυτό μου και απολαμβάνω τις φιλίες μου. Άσε που εξαιτίας σου θα πάω επιτέλους διακοπές και θα βγω ραντεβού σαν να είναι η πρώτη μου φορά με τον άνθρωπο που έχω χρόνια δίπλα μου ή με κάποιον που θα συναντήσω στα προσεχώς.

Κι όλα αυτά κι άλλα τόσα που θα μου συμβούν τα οφείλω στην μοναδική ίσως σωστή επιλογή μου, να μην κατακρίνω ποτέ το «διαφορετικό» μου, αλλά να το ακούω, να το παρατηρώ και να κρατάω από αυτό ό,τι μπορεί να με κάνει καλύτερο άνθρωπο, καταρχάς για τον εαυτό μου και κατ’ επέκταση για τους άλλους γύρω μου.

«Ονειροπόλε της ζωής» σ’ ευχαριστώ.

Συντάκτης: Μελίνα Αγγελάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη