Αυτά τα μάτια φταίνε για όλα. Ξεκινάνε και τελειώνουν τις αμαρτίες και γυρίζουν σελίδες χωρίς να πάρεις είδηση το πότε και το πώς. Τα μάτια δε χαλιναγωγούνται, μόνο γοητεύονται, μαγεύονται, μα σε καμιά περίπτωση δεν κλείνονται σε κλουβιά. Καμουφλάρονται και κρύβονται πίσω από γυαλιά, αλλά και πάλι δύσκολα τα πράγματα.

Πόσο μπορεί να σε καυλώσει ένα βλέμμα και πόσο να σε ξενερώσει έτσι απλά, χωρίς να χρησιμοποιηθούν λέξεις κι ήχοι. Διεισδύει μέσα σου απ’ το πουθενά και σε σκαλώνει, τόσο που σταματάει τον αέρα στα ρουθούνια σου και σου ανάβει φωτιές στο λαιμό. Κάθε κομμάτι σάρκας παραδίνεται και παύει να αντιστέκεται αφού και να θέλει δεν μπορεί.

Τίποτα πιο δυνατό από δυο βλέμματα που κολλάνε κι αφήνουν τη Γη να γυρίζει χωρίς να την ακολουθούν. Όλα τα ανείπωτα βρίσκουν μονοπάτια κι ορμούν με φόρα χτυπώντας ανελέητα τις άπειρες σιωπές. Ακόμα κι αν όλα συνωμοτούν στο να βουβαθούν δυο άνθρωποι, να κλειστούν τα στόματα και να σφραγιστούν τα συναισθήματα σε μπαούλο βυθισμένο στον πάτο της ψυχής τους, φτάνει μια ματιά για να σπάσουν οι αλυσίδες και να βγουν στην επιφάνεια όσα πίστευαν για τακτοποιημένα καιρό τώρα.

Αυτά τα γαμημένα μάτια φταίνε για όσα θες να ξεχάσεις και για εκείνα που τόσο έντονα θυμάσαι. Αυτά είναι ο μοναδικός φταίχτης για όσα ξεπερνάς και για όσα ξερνάς κάθε που μένεις μόνος αναμασώντας τα εσώψυχά σου. Αυτά κρατάνε το ψέμα και την αλήθεια, το πολύ και το λίγο, το μαζί και το χώρια. Αυτά γίνονται δάκρυ και χαμόγελο στο πέρασμά τους πάνω απ’ το κορμί σου. Αυτά κρατάνε το κατηγορώ και τη δικαίωση, την εκδίκηση και τον οίκτο.

Σ’ εκείνο το βλέμμα βρίσκεις οδηγό για το παρακάτω, σ’ εκείνο βυθίζεσαι στο χάος και γίνεσαι εραστής της τρέλας. Στο βλέμμα, όχι στο χρώμα. Στον τρόπο που σε κοιτάζουν κι είναι τόσο μοναδικός, λες και ταυτότητα δεν είναι εκείνο το χαρτάκι με τα καταγεγραμμένα στοιχεία μας, αλλά αυτές οι δυο τοποθετημένες λακκουβίτσες πάνω στο πρόσωπό μας. Μάτια, θάλασσες, ελιές, κάρβουνα, μέλι και κεχριμπάρι, να κοιτούν βαθιά μέσα στην ψυχή σου και να μιλούν όλες τις γλώσσες του κόσμου.

Αυτά είναι υπεύθυνα κι οφείλουν να λογοδοτήσουν για όσα δε χωράνε σε λόγια κι εξηγήσεις. Ξετυλίγουν νήματα και σου κάνουν τη ζωή κουβάρι, παίρνοντάς σου τον έλεγχο και τα ηνία. Για ποια αυτοσυγκράτηση πας να μιλήσεις; Για ποιο κυριλίκι; Σου ‘χει τύχει να βρίσκεσαι ανάμεσα σε πλήθος και να σου πηδάνε το κορμί χωρίς να σε αγγίζουν; Μόνο να σε κοιτούν, φτάνει και περισσεύει για να παραδοθείς στη μέγιστη ηδονή κι ας μιλάνε κάποιοι παίζοντάς το έμπειροι εραστές για στάσεις κι οδηγίες χρήσης.

Τα μάτια γίνονται ο κυρίαρχος του παιχνιδιού, ρίχνοντας στη λήθη το μυαλό σου και χαλιναγωγώντας το χωρίς κόπο. Σου περνάνε μια αόρατη θηλιά και σε σέρνουν στα γόνατα να παρακαλάς για λίγο ακόμα. Επαίτης και δωρητής, σε μια εναλλαγή ρόλων σε χρόνους που δεν ορίζεις και δεν αντιλαμβάνεσαι.

Βίωσέ το κι έπειτα απαξίωσέ το αν μπορείς. Φύγε σφυρίζοντας αδιάφορα παίζοντάς το υπεράνω. Μα μην τολμήσεις να το υποτιμήσεις γιατί αργά ή γρήγορα η εκδίκηση θα έρθει να σε βρει εκεί που δεν το περιμένεις. Θα λιώνεις και ταυτόχρονα θ’ αναρωτιέσαι πώς έγινε το αδύνατον τόσο δυνατό.

Φοβάσαι; Για να πάψεις να φοβάσαι κάτι λένε πως πρέπει να το συναντήσεις και να αναμετρηθείς μαζί του για να δεις πόσο αντέχεις. Αναμετρήσου μ’ εκείνο το βλέμμα, ταξίδεψε μαζί του, πολέμησέ το κι έπειτα υπόγραψε ανακωχή συνεχίζοντας την όποια προσπάθεια να δραπετεύσεις απ’ αυτό που θα λαχταράς για πάντα, περισσότερο κι απ’ το οξυγόνο που σου χαρίζει τη ζωή.

Γιατί κάθε φορά που θα γυρίζεις πίσω, κάθε φορά που θα κλείνεις τα βλέφαρα και θα βυθίζεσαι στις σκέψεις σου, κάθε φορά που θα ξεγυμνώνεσαι μπροστά στον αόρατο καθρέφτη της αυτογνωσίας σου, κάθε φορά που θα εξομολογείσαι ψιθυριστά σε μονόπρακτο τα πιο απόκρυφα ζητούμενά σου, αυτά το βλέμμα θα σε συναντάει πιο ζωντανό από ποτέ, στοιχειώνοντας αποφάσεις και τελεσίδικες δηλώσεις σου.

Ευτυχία να το γνωρίσεις και δυστυχία η δηλωμένη ημερομηνία λήξης του, γι’ αυτό απόλαυσέ το χωρίς να μετράς τα τικ τακ απ’ του ρολογιού τους δείχτες, που δε θα σε λυπηθούν και δεν πρόκειται ν’ αλλάξουν φορά όσο κι αν ικετέψεις. Ζήσε μέσα σ’αυτό το βλέμμα ρουφώντας ακόμη και την τελευταία ρανίδα συμβίωσης μαζί του, γιατί τούτο γεννιέται και πεθαίνει χωρίς περιθώριο επανάληψης.

Και να θυμάσαι πως όπως λέει και μια σοφή γιαγιά «σε όλα υπάρχει νόμος, στα μάτια όχι όμως». Κάτι παραπάνω μπορεί να ξέρει.

Συντάκτης: Μελίνα Αγγελάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη