Οι πρώτοι άνθρωποι με τους οποίους ερχόμαστε σε επαφή από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής μας είναι οι γονείς μας. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν αποτελέσει για εμάς ασπίδα προστασίας σε όλους όσους προσπάθησαν να μας ενοχλήσουν για οποιονδήποτε λόγο και χάρηκαν σε διπλάσιο βαθμό από εμάς κάθε φορά που πετυχαίναμε κάτι σημαντικό, το οποίο αποτελούσε ένα περαιτέρω βήμα εξέλιξης στην πορεία της ζωής μας. Γι’ αυτούς τους λόγους και για άλλους τόσους, λοιπόν, οι γονείς μας βρίσκονται σε μια σπουδαία θέση για εμάς, είναι πρότυπό μας και θα τους θαυμάζουμε πάντα.  

Βέβαια, κατά τη διάρκεια της ζωής μας δεν αποτελούν τα μόνα πρότυπα, τα οποία καλώς ή κακώς θα εξυμνήσουμε. Ανάμεσα σε αυτά τα πρότυπα έχουν σημαντική θέση και οι γονείς των καλύτερών μας φίλων. Επειδή είναι κι οι ίδιοι γονείς, μας έχουν φροντίσει, μας έχουν φιλοξενήσει στο σπίτι τους, έχουμε καθίσει στο ίδιο τραπέζι μαζί τους, και κυρίως μας έχουν συμβουλέψει όταν βρισκόμασταν σε δύσκολες στιγμές, ανεξαρτήτως του μεγέθους του προβλήματός μας ή του νεαρού της ηλικίας μας. Κι η αλήθεια είναι πως σε αυτούς τους ανθρώπους έχουμε δει τους γονείς μας κι εκείνοι σε εμάς βλέπουν το παιδί τους, με το οποίο τελικά έχουμε δέσει τόσο και κάνουμε καλή παρέα. Έτσι, δημιουργείται μια σχέση αγάπης μαζί τους, που δεν επιδιώκουμε, αλλά μας βγαίνει αυθόρμητα γιατί νιώθουμε τη θαλπωρή και τη φροντίδα τους.

Οι γονείς των κολλητών μας, επειδή βλέπουν ότι προσφέρουμε μέσω της φιλίας μας και του ενδιαφέροντός μας στο παιδί τους στιγμές χαράς και διασκέδασης ενώ ταυτόχρονα στις δύσκολες στιγμές στεκόμαστε πλάι του, δενόμαστε συναισθηματικά μαζί του, και του δίνουμε δύναμη και συμπαράσταση, μας εκτιμούν και μας έχουν κι εκείνοι με τη σειρά τους σαν δικό τους άνθρωπο.

Επίσης, με τους γονείς των κολλητών μας μπορούμε να εκφραζόμαστε πιο ελεύθερα και να μιλήσουμε για περισσότερα θέματα, όπως το σεξ ή προβλήματα που αφορούν άλλους φίλους μας, αποκαλύπτοντας περισσότερες λεπτομέρειες από όσα θα λέγαμε στους δικούς μας γονείς. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν είναι οι γονείς μας, οπότε μπορούμε να μοιραζόμαστε πιο εύκολα τις σκέψεις μας.

Για παράδειγμα, κάποιες φορές νιώθουμε πιο άνετα να εκμυστηρευτούμε απόκρυφα μυστικά μας ή να ζητήσουμε συμβουλές από ανθρώπους που δε μας ξέρουν πλήρως, γιατί από τη στιγμή που δε μας γνωρίζουν τόσο καλά, αισθανόμαστε πως δε θα μας κρίνουν αυστηρά και εύκολα όπως θα έκαναν κανονικά οι γονείς μας, κυρίως γιατί δε μας συνδέει ένας δεσμός τόσο δυνατός σαν αυτόν του παιδιού με τον γονέα του.

Έτσι, λοιπόν, νιώθουμε μια παραπάνω οικειότητα να τους εμπιστευτούμε τα προβλήματά μας, που μπορεί να μη μας ξέρουν όπως οι γονείς μας, αλλά νοιάζονται και ενδιαφέρονται να μας μάθουν. Μας συμβουλεύουν χωρίς να χάνουν την ψυχραιμία τους ειδικά αν ακούσουν ένα αντικειμενικά σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε.

Με μία γενική ματιά, λοιπόν, οι γονείς μας είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας και δεν μπορούν να αντικατασταθούν με κανέναν άλλον, όμως μπορούμε να βρούμε μια αντίστοιχη συμπαράσταση στους γονείς των κολλητών μας. Στην τελική, μας έχουν φροντίσει τόσες φορές όπως ακριβώς θα έκαναν με το παιδί τους. Οπότε οι γονείς του κολλητού μας είναι δύο φορές γονείς μας.

 

Συντάκτης: Βίκυ Αντωνιάδου
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα