Νιώθω τις πρώτες αχτίδες φωτός να μου χαϊδεύουν το πρόσωπο και ανοίγω τα μάτια μου. Είσαι χωμένος στο λαιμό μου κι αυτή σου η εικόνα με κάνει πάντα να χαμογελάω. Σε φιλάω απαλά και σηκώνομαι προσεκτικά για να μη σε ξυπνήσω. Φοράω την μπλούζα σου που είναι πεταμένη στο πάτωμα απ’ το προηγούμενο βράδυ και νιώθω ξανά τα φιλιά σου ένα-ένα στον λαιμό μου.

Κατευθύνομαι προς την κουζίνα και σε λίγο ολόκληρο το δωμάτιο αποκτά τη γνώριμη μυρωδιά του καφέ. Γεμίζω μια κούπα και στέκομαι μπροστά στη μεγάλη τζαμαρία. Χαζεύω έξω, είναι η αγαπημένη μου εποχή. Πολλά καλά πράγματα στη ζωή μου συνέβησαν αυτή την εποχή. Και το σπουδαιότερο απ’ αυτά ήταν η γνωριμία μας.

Δεν μπορώ να θυμηθώ αν εσύ ήσουν αυτός που με πρόσεξε. Ή μήπως ήμουν εγώ; Αυτό που θυμάμαι με σιγουριά είναι ο ηλεκτρισμός που ένιωσα να διαπερνά κάθε εκατοστό του κορμιού μου εκείνη ακριβώς τη στιγμή που τα βλέμματά μας διασταυρώθηκαν. Τον τρόπο που με κοίταξες κι αυτό το αίσθημα απομόνωσης που ένιωσα να με τυλίγει. Σαν να εξαφανίστηκαν δια μαγείας οι πάντες γύρω μας και μείναμε μόνοι μας. Εσύ κι εγώ.

Ο χρόνος μοιάζει να σταματά μόλις συναντήσεις κάποιον ιδιαίτερο. Μια απλή στιγμή μαζί του μοιάζει με όνειρο απ’ το οποίο δεν επιθυμείς να ξυπνήσεις. Καθετί που μπορεί να διαταράξει αυτές τις στιγμές σου απότομα μετατρέπεται σε εχθρό σου. Τότε είναι που τα λόγια περισσεύουν, αφού τα μάτια τα έχουν πει όλα προ πολλού.

Δεν πίστευα ποτέ ότι μπορεί κανείς να είναι καιρό μ’ τον ίδιο άνθρωπο και να μη βαρεθεί κάποια στιγμή. Ήρθες όμως και με διέψευσες πανηγυρικά. Και μεταξύ μας, δε χάρηκα ποτέ περισσότερο που είχα άδικο. Σε κάθε δύσπιστο βλέμμα μου πάντα βρίσκεις τον τρόπο να κάνεις τη διαφορά και να μου δείξεις όλα όσα έχουν σημασία. Μου μαθαίνεις τόσα πολλά χωρίς καν να το καταλαβαίνεις. Χωρίς να μετατρέπεσαι σε έναν σπαστικό ξερόλα.

Ο τρόπος που παθιάζεσαι με οτιδήποτε καταπιάνεσαι, με συναρπάζει. Ξέρω πια κάθε σου κίνηση. Όταν κρατάς το κεφάλι σου με το χέρι και δαγκώνεις τα χείλη σου, ξέρω ότι είσαι αγχωμένος αν και το κρύβεις καλά. Ελέγχεις άριστα το άγχος σου ενώ στην αντίθετη περίπτωση εγώ θα ήμουν στα πρόθυρα κρίσης πανικού.

Είσαι η ήρεμη δύναμή μου και ξέρεις ακριβώς πώς να με καθησυχάσεις. Άλλοτε απλά με το να είσαι εκεί κι άλλοτε με το να κάνεις πλάκα. «Μικρέ ψυχάκια χρειάζεσαι ένα διάλειμμα. Θες να πάμε μια βόλτα;»

Τόσο γενναίος ώστε να μη νοιάζεσαι για τη γνώμη των άλλων και τόσο υπομονετικός ώστε να προσπαθείς να με πείσεις να μη νοιάζομαι ούτε εγώ. «Έλα να χορέψουμε στη βροχή κι ασ’ τους να τρέχουν κάτω απ’ τα υπόστεγα. Μείνε μαζί μου και μη νοιάζεσαι». Το χιούμορ σου. Η ειλικρίνειά σου. Η αφοσίωσή σου σε όσους αγαπάς. Το πώς μετατρέπεσαι σε κίνητρο γι’ αυτούς. Δε φοβάσαι να κάνεις πλάκα ούτε και ν’ αυτοσαρκαστείς. Όλα κομμάτια ενός παζλ ενός ανθρώπου αυθεντικού κι ακομπλεξάριστου.

Αγαπάς τα ψεγάδια μου και τις διαστροφές μου. Πράγματα που σε άλλη περίπτωση θα σ’ έκαναν να βγάζεις φωτιές απ’ τα αυτιά, φαίνεται να σε διασκεδάζουν αν προέρχονται από μένα. Ακόμα κι αυτή την γκρίνια που με πιάνει όταν αρρωσταίνω και τριγυρνώ στο σπίτι με ύφος κλαίουσας ιτιάς, φορώντας εκείνες τις γελοίες κάλτσες που δε συμπαθείς καθόλου. Και το ίδιο νιώθω για σένα.

Γιατί κάθε φορά που τσακωνόμαστε με ένα σου «Έλα εδώ βρε γλωσσού» ξεχνάω τον λόγο για τον οποίο σου ήμουν θυμωμένη. Πώς θα μπορούσα να σου θυμώσω όταν με κοιτάς μ’ αυτά τα μάτια που καταλαβαίνουν τα πάντα πριν καν προλάβω να τα καταλάβω εγώ; Δεν τρομάζεις με τις διαφορές μας και μένεις εκεί. Επιμένεις μέχρι να βρεθεί η λύση στα προβλήματά μας. Το παλεύεις. Δεν το βάζεις στα πόδια με την πρώτη αναποδιά.

Με αγαπάς τις στιγμές που οι ιδιοτροπίες μου χτυπούν κόκκινο. Ακόμα και τις φορές που σου μιλώ απότομα. Δεν το αξίζω τότε, όμως σε ευχαριστώ γι’ αυτό.

Νιώθω ασφαλής μαζί σου. Σαν τίποτα να μην μπορεί να μ’ αγγίξει πραγματικά. Δε σου ζήτησα ποτέ να με προστατέψεις. Τα κατάφερνα μια χαρά και μόνη μου. Ωστόσο, ο τρόπος σου με κάνει να αναζητάω το καταφύγιο που μου προσφέρεις. Είσαι εκείνος με τον οποίο μπορώ να είμαι ελεύθερη χωρίς να νοιάζομαι για το αν θα με κρίνεις.

Μπήκες στη ζωή μου απλά. Χωρίς πολλά πυροτεχνήματα και ψευτοεντυπωσιασμούς. Δεν το προσπάθησες να με κάνεις να σ’ ερωτευτώ, όμως με το να είσαι ο εαυτός σου το κατάφερες. Απόλυτα κι αμετάκλητα. Αυτό που έχω μαζί σου με οποιονδήποτε άλλον θα φάνταζε φθηνό. Είσαι μοναδικός γιατί είσαι διαφορετικός.

Έρχεσαι πίσω μου και με βγάζεις απ’ τις σκέψεις μου. Με φιλάς στο λαιμό και μ’ αγκαλιάζεις. «Διαφέρεις, γι’ αυτό μ’ ενδιαφέρεις», μου ψιθυρίζεις στ’ αυτί, όπως έκανες όταν γνωριστήκαμε. Κι η μέρα μου δε θα μπορούσε να ξεκινήσει καλύτερα.

Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Τσιρίγου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μαρία Τσιρίγου