Σίγουρα ένα παιδί δεν έρχεται στον κόσμο για να αναλάβει τον ρόλο του γονιού του. Για να εξελιχτεί σ’ έναν υγιή ενήλικα πρέπει να περάσει απ’ όλα τα στάδια της παιδικής ηλικίας, έχοντας τον χρόνο να αναπτυχθεί σωματικά και ψυχικά.

Δεν είναι απαραίτητο να του ανατεθεί αυτός ο ρόλος, όμως, για να τον αναλάβει. Μπορεί να επιλέξει από μόνο του να σταθεί στη θέση αυτή, από αγάπη προς τον αδελφό/η και κρίνοντας ότι για κάποιο λόγο οι πραγματικοί γονείς δεν μπορούν ν’ αντεπεξέλθουν. Συνήθως είναι το μεγαλύτερο σε ηλικία παιδί, χωρίς αυτό να αποκλείει ότι μπορεί να είναι και το μικρότερο.

Συχνά, εκπαιδεύεται συνειδητά ή ασυνείδητα από τους γονείς, μέχρι να πάρει κι επίσημα την επικαρπία. Σαν γονείς χρησιμοποιούμε κάποιες φράσεις που επηρεάζουν το παιδί και το σπρώχνουν να μεγαλώσει γρηγορότερα, παραλείποντας τα περισσότερα στάδια της παιδικής ηλικίας. Φράσεις οικείες σε όλους μας, όπως «εσύ θα τα καταφέρεις», «θα τη βρεις την άκρη εσύ», «από σένα περιμένω περισσότερα», «εσύ πρέπει να δίνεις το καλό παράδειγμα».

Οι γονείς πιστεύουν ότι δείχνοντας συνέχεια ενθάρρυνση για περισσότερες και καλύτερες επιδόσεις, θα καταφέρουν την ανάπτυξη ενός παιδιού με υψηλή αυτοεκτίμηση και στόχους. Όμως, μ’ αυτόν τον τρόπο το παιδί μαθαίνει ότι πρέπει πάντα να τα καταφέρνει, να μη φοβάται, να είναι δυνατό, χωρίς να έχει το δικαίωμα για το αντίθετο. Φράσεις καλά τυπωμένες στο υποσυνείδητο του παιδιού, που το εγκλωβίζουν στα θέλω των γονέων του κι όχι στα θέλω της δικής του προσωπικότητας.

Τα παιδιά-γονείς εκπαιδεύονται ασυνείδητα στη φροντίδα των άλλων και προσπαθούν ακατάπαυστα να μην απογοητεύσουν κανένα. Τους απαγορεύεται να πονέσουν, να αποτύχουν, να λυγίσουν. Υιοθετούν τον ρόλο του δυνατού και προσφέρουν φροντίδα στους άλλους, βάζοντας τις δικές τους ανάγκες στην άκρη και πολλές φορές δεν είναι σε θέση, ούτε καν να τις αναγνωρίσουν. Όσο για διεκδίκηση των δικών τους θέλω, ούτε καν περνάει από το μυαλό τους. Αναπτύσσουν ενσυναίσθηση σε υπερθετικό βαθμό και ταυτίζονται με τον ψυχισμό των άλλων. Τα λεγόμενα καλά παιδιά, είναι με όλους καλά, εκτός από τον εαυτό τους. Νιώθουν θυμωμένα, κουρασμένα, εξαντλημένα και πάντα ανεπαρκή.

Για σκεφτείτε το λίγο! Ένα παιδί σε ρόλο γονέα είναι ένα παιδί που λειτουργεί σαν ν’ ανήκει στην προηγούμενη γενιά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ψυχική του υγεία. Οι γονείς, λοιπόν, αφού καταφέρουν να δημιουργήσουν ένα παιδί δυνατό, αμέσως μετά θεωρούν ότι αυτό το παιδί δεν τους χρειάζεται και το «εγκαταλείπουν».

Το παιδί αυτό αναγκαστικά γίνεται υπεύθυνο, ανεκτικό, ανεξάρτητο κι επαρκές, πριν ακόμη πειραματιστεί, κάνει λάθη, βασιστεί αλλού. Τρέχει εναγωνίως να ικανοποιήσει τους πάντες και τα πάντα, χωρίς να έχει ποτέ το δικαίωμα της αποτυχίας. Μαθαίνει να αποφασίζει, να καθοδηγεί, να φροντίζει, όλα αυτά δηλαδή που οι γονείς δεν έκαναν.

Οι σχέσεις με τ’ αδέρφια των παιδιών που είναι ταυτόχρονα και γονείς, δεν μπορούν να είναι ισότιμες. Ο δυνατός δεν μπορεί -ή μάλλον δεν επιτρέπεται- να ζηλέψει, να κλάψει, να θυμώσει. Τ’ αδέλφια αρχίζουν να τους βλέπουν περισσότερο σαν φροντιστές και να τρέχουν σ’ αυτούς όταν συμβαίνει κάτι. Έχουμε λοιπόν την απώλεια και του ρόλου τους ως αδέλφια, χάνοντας έτσι πολύτιμες στιγμές κι εμπειρίες με τ’ αδέλφια τους. Ένας φαύλος κύκλος έχει ανοίξει.

Σκέφτονται συνεχώς ότι έχουν αξία μόνο όταν προσφέρουν κι όταν παρέχουν φροντίδα. Παρουσιάζουν αδυναμία να νιώσουν τις δικές τους ανάγκες, αφού έχουν μάθει ότι δεν ήταν ποτέ σημαντικές. Ως ενήλικες, δείχνουν δυνατοί κι άτρωτοι, όμως στην πραγματικότητα είναι πολύ κουρασμένοι. Κουρασμένοι γονείς, σύντροφοι, εργαζόμενοι. Κι έτσι, τις περισσότερες φορές θα συμπεριφερθούν υποσυνείδητα με τον ίδιο τρόπο κι αυτοί στα δικά τους παιδιά.

Ας συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να ζουν τα παιδιά μας την παιδική τους ηλικία, έτσι όπως τους αξίζει.

Νανούρισέ με.

Πες μου τραγούδια παιδικά.

Είναι κομμάτια που μίσεψαν απ’ την ψυχή μου.

Πες μου παραμύθια, από κείνα που τα παιδιά ακούνε,

μ’ ορθάνοιχτα τα μάτια.

Κάνε με παιδί.

Είναι κομμάτι που λείπει από μέσα μου.

Μα αν δεν μπορείς, εξήγησε μου.

Πώς μεγαλώνει ο άνθρωπος,

χωρίς ποτέ, παιδί να υπάρξει.

Συντάκτης: Άσπα Ηλιάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου