Ένα καθρέφτισμα είναι ο έρωτας.

Μια προβολή όσων κουβαλάμε μέσα μας, σε αυτόν που στέκει ανύποπτος απέναντι μας και φιλήδονα μας χαμογελά.

Και όχι, ο έρωτας δεν γεννιέται στην καρδιά. Στο μυαλό γεννιέται, ασυνείδητα και τελετουργικά, τη στιγμή ακριβώς που τον έχουμε περισσότερο ανάγκη. Κι ας μην το παραδεχόμαστε ποτέ.

Ένα κοκτέιλ μοριακό είναι ο έρωτας, σερβιρισμένο φανταχτερά με εκρήξεις και χρώματα, ίσα για να μας συνεπάρει στο διάβα του.

Ένα κολπάκι της φύσης πονηρό, για να εξασφαλίσει τη διαιώνιση του είδους, πείθοντας μας πως έτσι θα ξεγελάσουμε τη μοναξιά μας και το θάνατο.

Μια αυταπάτη πως εσύ κι εγώ, εμείς οι δυο μαζί, είμαστε στον κόσμο, ο ένας για τον άλλο κάτι ξεχωριστό.

Και κάπως έτσι ξεκινάμε συνεπαρμένοι να ξεγελάμε τον εαυτό μας, ότι επιτέλους είμαστε όσα από πάντοτε ποθούσαμε, γιατί αυτό μας διαβεβαιώνει ο πόθος του άλλου για εμάς.

Αφού εσύ με ποθείς, εγώ υπάρχω.

Κι για όσο αυτό διαρκεί, είμαστε ευτυχισμένοι περισσότερο χάρη στα όσα αγνοούμε, παρά στα όσα γνωρίζουμε τελικά.

Γιατί στον έρωτα, αποδίδουμε στον άλλον ιδιότητες που εκείνος δεν έχει, αλλά τις χρειαζόμαστε κατεπειγόντως. Επειδή ούτε κι εμείς τις έχουμε και η έλλειψη τους μας πονά.

Για αυτό εφευρίσκουμε τον άλλον, για κάλυψη και αντιστάθμιση ασυνείδητων συνήθως αναγκών.

Μια πόρτα ανοιγμένη διάπλατα στις φαντασιώσεις μας, αυτός είναι ο έρωτας.

Ενδεδυμένοι με την καλύτερη εκδοχή του δικού μας εαυτού.

Μεθυστικός όσο κι ανύποπτος, απόλυτος  όσο και καταναγκαστικός, ο έρωτας έχει τον τρόπο να μας αποσπά από τη μοναξιά μας. Και φέρνει μαζί του την έκσταση, όχι εξαιτίας εκείνου που έχεις απέναντί σου, αλλά εξαιτίας των σκέψεων που αυτό το πλάσμα σου προκαλεί.

Δεν σαγηνευόμαστε από τον άλλον, αλλά από τις δικές μας εικόνες, που η παρουσία του άλλου ανακαλεί στη μνήμη και το θυμικό μας.

Γιατί κάθε που ερωτευόμαστε, ο άλλος δεν είναι παρά ένα ερέθισμα για να βγει στην επιφάνεια η δική μας εσωτερική διάσταση, το δικό μας καλά κρυμμένο ως τότε Εγώ.

Ο ερωτευμένος επιζητά να ικανοποιεί τις ανάγκες του.

Αυτός, όμως, που αγαπά νοιάζεται να ικανοποιεί τις ανάγκες του άλλου.

Ο έρωτας είναι εγωιστής. Η αγάπη είναι δόσιμο.

Κι ο καθένας παίρνει ό,τι αναζητά κι ό,τι του αξίζει, τελικά.

Η αλήθεια είναι αυτή, πως ο έρωτας και η αγάπη, μολονότι έννοιες συναφείς, δεν βιώνονται με τον ίδιο τρόπο, ούτε καν τη στιγμή που αφήνουν το αποτύπωμα τους στο ίδιο μας το σώμα.

Γιατί το αφήνουν το αποτύπωμα, μονάχα που το βέλος τους είναι βιοχημικό.

Το κοκτέιλ των ορμονών που ανατροφοδοτεί την έξαψη του έρωτα, δίνει συν τω χρόνο τη θέση του σε λειτουργίες εξισορροπητικές, αντικαθιστώντας κατά βούληση την έκκριση των ουσιών στο σώμα.

Μια συμφωνία ορμονών είμαστε και όταν αυτές μέσα μας  κοπάσουν, συνειδητοποιούμε, ένα ωραίο πρωί, τι είναι πραγματικά ο άλλος, ξέχωρα από τις δικές μας φαντασιώσεις.

Εκείνο το πρωί, έναν χρόνο ή έναν αιώνα μετά -δεν έχει σημασία- , τα γεγονότα, η αντίληψη μας, ο ψυχισμός μας, μας φέρνουν αντιμέτωπους με ένα νέο θέαμα. Και βλέπουμε την εικόνα του απέναντι καθαρά κι όχι ως ένα παραμορφωμένο από τον πόθο είδωλο.

Είναι τότε που μέσα μας έχει καταλαγιάζει εκείνη η διαολεμένη ανάγκη της επιβεβαίωσης μέσα από τα μάτια των άλλων. Που πλέον πατάμε γερά στα πόδια μας στη γη κι πλέον δεν μας εντυπωσιάζει τόσο το να πετάμε στα σύννεφα.

Όπου ήταν να ταξιδέψουμε, ταξιδέψαμε κι ότι είχαμε να μάθουμε. το μάθαμε καλά.

Και ό,τι πια μας συνδέει με τον άλλον, δεν είναι η εξάρτηση, αλλά η αποδοχή. Του εαυτού μας συμπεριλαμβανομένου.

Γιατί αυτή είναι η ουσία της αγάπης.

Η διαπίστωση πως εξακολουθείς να έλκεσαι και να νοιάζεσαι για τον άλλο για αυτό ακριβώς που εκείνος είναι – ότι κι αν είναι. 

Τον αγαπάς και τότε ακόμη που μπορεί να το αξίζει λιγότερο, γιατί η αγάπη δεν ζητάει ανταμοιβές.  Πρώτα αποδέχομαι εμένα, έπειτα αποδέχομαι εσένα και στο τέλος ξέρω ότι αγαπώ.

Σ’ αγαπώ αντικρίζοντας σε σένα κάτι που στους άλλους παραμένει αόρατο κι εγώ δεν βρίσκω λόγια για να πω τι είναι αυτό.

Δεν αγαπώ επειδή αγαπάς. Σ’ αγαπώ δίχως να με νοιάζει το γιατί.

Γιατί όταν έχεις μοιραστεί με κάποιον όλα όσα είσαι, που δεν τα ξέρει άλλος κανείς, όταν έχεις αφήσει στα χέρια του, ξεγυμνωμένη από άμυνες, τις λύπες, τις χαρές σου, τα λάθη, τις απώλειες, τις μικρές και τις μεγάλες σου στιγμές, αυτό είναι η αγάπη. Και είναι δίδυμη αδελφή με το μοίρασμα.

Το μόνο πρόβλημα είναι ότι, για να μοιραστείς αληθινά κάτι, θα πρέπει να σου ανήκει.

Και ξέρεις ότι ο εαυτός σου πραγματικά σου ανήκει, μονάχα όταν έχεις πάψει να τον ψάχνεις και προσωρινά να τον βρίσκεις στου αντάρτη έρωτα τις φρούδες αγκαλιές.

Συντάκτης: Ιωάννα Λιζάρδου