Θέλουμε να πιστεύει κάποιος σ’ εμάς. Ταυτόχρονα, είναι πολύ σημαντική η γνώμη κι η άποψη των άλλων- όχι μόνο απαραίτητα των πολύ δικών μας ανθρώπων ή της οικογένειας. Έτσι έχουμε μάθει οι περισσότεροι, μεγαλωμένοι σε μια κοινωνία που από μικροί ετεροκαθοριζόμασταν σχετικά με το τι θα πει ο κόσμος. Έτσι, μεγαλώνουμε γενιές και γενιές που επιζητούν την προσοχή και την επιβεβαίωση των υπολοίπων. Όμως, πώς θα ήταν να το σκεφτεί κανείς κι από την αντίθετη πλευρά; Δηλαδή, τι πλεονεκτήματα θα υπήρχαν στο να μην πιστεύει κανείς στη δύναμη και στις ικανότητές μας;

Πόσο ελεύθερο κι ανακουφιστικό είναι αυτό εν τέλει, σε σύγκριση με το μόνιμο άγχος της αποδοχής, της έγκρισης, της ικανοποίησης και του να είσαι πάντα εκεί για τους άλλους, κυνηγώντας μονίμως μια επιβεβαίωση! Σου γλιτώνει περιττό χρόνο και σε ωθεί να εστιάσεις στον στόχο σου, αντί να ασχολείσαι με τα πουρνάρια. Από την άλλη, θα έλεγε κανείς πως, όταν δεν πιστεύουν σε σένα, ίσως αυτό να δίνει κι ένα επιπλέον boost κι άλλο ένα κίνητρο για να προσπαθείς ακόμα παραπάνω και να μάθεις να στηρίζεσαι αποκλειστικά και μόνο στις δυνάμεις σου, να ορίζεις τους στόχους και τις επιλογές σου και να εκπαιδευτείς στο να μην παίρνεις τόσο στα σοβαρά τη γνώμη των άλλων. Επίσης, όταν κάποιος σου λέει πως «δεν μπορείς» εκεί είναι που απαντάς, «κοίτα να μάθεις πώς γίνεται» κι αυτή η φράση είναι η απόδειξη πως όταν κανείς δε σε πιστεύει, τελικά, δεν έχει και καμία σημασία γιατί το μόνο που μετράει είναι να είσαι με τον εαυτό σου και τις αποφάσεις σου.

Σημαντικό, επίσης, το γεγονός πως μαθαίνεις να παίρνεις πρωτοβουλίες και να λειτουργείς πιο αυθόρμητα καθώς αδειάζεις από το άγχος της αξιολόγησης και δεν προσπαθείς πια να μαντέψεις τι θα είναι αρεστό. Σταματάς να παίρνεις όλα τα πράγματα της μετρητοίς, μαθαίνεις να μη δίνεις τόση βαρύτητα κι αξία σε άτομα κι απόψεις που καμία σημασία δεν έχουν τα λεγόμενά τους στη ζωή σου. Κάπως, έτσι, σιγά-σιγά, γίνεσαι πιο ανεξάρτητο άτομο, αποκτάς περισσότερη εμπειρία κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα να νιώθεις μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και να γνωρίζεις καλύτερα τον εαυτό σου και τις ανάγκες σου.

Ακόμα, η χαρά που νιώθει κανείς όταν πια καταλάβει πόσο ανούσιο είναι να περιμένει πάντα την αποδοχή των άλλων, πράγματι δεν περιγράφεται. Αυτή η ελευθερία έκφρασης είναι κάτι πραγματικά θετικό που βοηθάει πάρα πολύ το άτομο να εξελιχθεί, ν’ αποκτήσει αυτογνωσία και να νιώθει πιο δυνατό. Αποκτά μια άλλη άνεση, μια χαλαρότητα που βοηθά να βλέπει τα πράγματα  με μια ωραία οπτική και θετική στάση. Κι αν αυτό εφαρμοστεί με συνέπεια, συμβάλλει πολύ θετικά και στη μετέπειτα πορεία του ατόμου στην υπόλοιπη ζωή του σαν τρόπος και στάση ζωής.

Και στην τελική, το τι πιστεύουν οι άλλοι για κάποιον είναι καθαρά δικό τους θέμα και μια άποψη που κανένας δεν μπορεί να ζει για να εκπληρώνει ως προσδοκία. Δεν έχει καμία ουσιαστική σημασία κι είναι κρίμα να επηρεάζει αρνητικά το άτομο που την ακούει. Γιατί, καλώς ή κακώς, όση αντοχή και χαλαρότητα ή αίσθηση του χιούμορ ή οτιδήποτε άλλο έχεις, σίγουρα μια τέτοια κριτική, κάποια στιγμή, θα σε επηρεάσει. Κι είναι όμορφο να αισθάνεσαι πως πιστεύουν σε σένα, ταυτόχρονα όμως είναι ένας κόμπος στον λαιμό, μια δέσμευση και μια υποχρέωσή σου απέναντί τους, πως πρέπει να τους κάνεις περήφανους. Κι όταν αυτό το βάρος βγει από τα χρωστούμενά σου, ο μόνος που μένει είναι ο εαυτός σου κι όλα τα υπέροχα που έχει να καταφέρει. Κι αυτό είναι που μετράει στο τέλος κι έχει τη μεγαλύτερη σημαντικότητα.

Συντάκτης: Κατερίνα Παρτσανάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου