Θυμάμαι ότι κοιμόμουν και ξαφνικά ακούστηκε το τηλέφωνο να χτυπάει επίμονα.

Ένας δικηγόρος με πληροφορούσε πως ο κυρ Μανώλης μας είχε αφήσει χρόνους. Το ίδιο και η σύζυγός του, μερικούς μήνες μετά. Είχε προλάβει να κάνει διαθήκη όμως, στην οποία με είχε συμπεριλάβει.

Μου φάνηκε πολύ περίεργο, παρ’ όλα αυτά υπάκουσα στην περιέργειά μου, πήρα μερικές μέρες άδεια και έβγαλα αεροπορικά για Κρήτη.

Λίγο αργότερα, έβγαινα από το γραφείο με πολλές υποχρεώσεις και ακόμα περισσότερες απορίες. Ο δικηγόρος με οδήγησε στο σπίτι του κυρ Μανώλη και με άφησε μόνη στην αυλή.

Ένα μεγάλο δέντρο δέσποζε σε μιαν άκρη. Είχε κάνει δικό του το σημείο. Το πλησίασα για να ξαποστάσω λίγο στον ίσκιο του. Η ματιά μου δεν άργησε να πέσει σε δυο στιχάκια, χαραγμένα μάλλον από χρόνια:

«Βεντέτες, μα και τσακωμοί τον κόσμο ταλανίζουν

χαλούν τσ’ ανθρώπινες ψυχές και τσι καρδιές μαυρίζουν»

Πίστεψα πως είναι μια ακόμα μαντινάδα.

Είπα να μπω στο σπίτι να ξεναγηθώ. Θα γινόταν σύντομα δικό μου, αλλά ο δικηγόρος μου είχε ήδη δώσει ένα ζευγάρι κλειδιά. Επιθυμία του εκλιπόντος.

Αφού γυρνούσα για ώρες, έπεσε στα χέρια μου ένα τενεκεδένιο κουτί. Έβγαλα από μέσα ένα βασανισμένο χαρτί, βρώμικο και χιλιοδιπλωμένο. Το ξεδίπλωσα και διάβασα προσεκτικά:

«Κορίτσι μου, τόσα χρόνια με είχες γείτονα. Ήσουν η μόνη που με το διερευνητικό σου βλέμμα προσπαθούσες να καταλάβεις τι με βασανίζει. Εδώ θα βρεις όλες τις απαντήσεις.

Πριν πολλές δεκαετίες, σε μια μεγάλη γιορτή, είχαν συναθροιστεί όλοι στον προαύλιο χώρο της Εκκλησίας. Μετά τη λειτουργία κάποιος έκανε χωρατό, πως θα ρίξει στην πήλινη κανάτα για το καλό. Όλοι οπλοφορούσαν τότε βλέπεις.

Η βολή έγινε, αλλά δεν βρήκε τον στόχο της. Τότε κάποιος άλλος έβγαλε το όπλο του, σημάδεψε και έκανε το κανάτι κομμάτια. Ο παππούς μου το θεώρησε προσβολή και απάντησε με πυρά που σκότωσαν τον στοχευτή.

Μέσα σε λίγα λεπτά, πιστολιά στην πιστολιά, βάφτηκε το χώμα με το αίμα πέντε αθώων.

Τότε ξεκίνησε ένας κύκλος εκδίκησης. Δεν ξέρω αν έχεις στα γνωστά σου τις βεντέτες.

 Ε, λοιπόν υπάρχουν και στην πραγματικότητα. Όχι μόνο στις ταινίες και στις μαντινάδες.

Άσχημο πράγμα η εκδίκηση, κοπέλα μου. Φωλιάζει μέσα στην ψυχή, σου αλλάζει μορφή, σε κάνει αγρίμι πεινασμένο. Σε παρασύρει στα άκρα. Γίνεται αυτοσκοπός. Τουλάχιστον εδώ. Και γενικά στις κοινωνίες που υπάρχουν βεντέτες.

Μετά από λίγες μέρες λοιπόν, ήρθε η προειδοποίηση για το πρώτο χτύπημα, που δε γινόταν ποτέ ύπουλα. Χτύπησαν οι καμπάνες του χωριού. Ο γδικιωμός είχε αρχίσει λοιπόν για τα καλά. Και δύσκολα θα τελείωνε. Τώρα πια επιτρεπόταν κάθε τρόπος καταστροφής του αντιπάλου.

Χρόνια έθιμο οι βεντέτες, δεν περίμενα ποτέ πως θα συμβεί στην οικογένεια μου. Όμως εδώ, η έννοια της τιμής είναι μεγάλη και η προστασία αυτής ακόμα μεγαλύτερη. Το πρώτο θύμα του γδικιωμού καθηλώθηκε σε αναπηρική καρέκλα. Η αντίθετη πλευρά, δεν ήθελε να το σκοτώσει, παρά να τον αφήσει να βασανίζεται. Και αυτός και η οικογένειά του.

Βλέπεις το έθιμο δεν περιοριζόταν μόνο στον ένοχο της πράξης. Μπορούσε να στραφεί εναντίον κάποιου άλλου μέλους της οικογένειάς του. Λάμβαναν μέρος φυσικά μόνο άντρες. Εξαιρούνταν μάλιστα οι ηλικιωμένοι, οι ανάπηροι και τα παιδιά.

Για μερικά χρόνια λοιπόν, το χωριό βρισκόταν σε εμπόλεμη ζώνη. Και κάθε που κάποιος πέθαινε στο όνομα της τιμής της οικογένειας, ο θύτης και η οικογένειά του, κλειδωνόταν στο σπίτι για να μην προκαλεί την οικογένεια του θύματος.

Η οργή όμως δεν έσβηνε ποτέ. Η δίψα για αίμα όλο και μεγάλωνε. Και μέσα στα χρόνια, είχαν υποχρέωση να συνεχίσουν την βεντέτα. Όσοι λοιπόν ήταν παντρεμένοι και είχαν γιούς συνέχισαν το έργο της απόδοσης δικαιοσύνης με τον άγραφο νόμο του αίματος.

Εγώ ήμουν ένα από αυτά τα παιδιά. Αλλά δεν άντεξα κοπέλα μου. Γι’ αυτό με έβλεπες τόσα χρόνια, τόσο μακριά από την Κρήτη, πάντα σκυφτό με βαρύ βήμα και μαυρισμένο βλέμμα.

Έφυγα. Δείλιασα. Δεν μπόρεσα να σκοτώσω άνθρωπο, που μάλιστα δεν με έχει βλάψει προσωπικά. Ούτε μπορούσα να κρύβομαι, ούτε και να φοβάμαι για την ίδια μου την ζωή. Γι’ αυτό δεν έκανα και παιδιά. Ήταν ο τρόπος μου για να κλείσει από την μεριά μου ο φόρος αίματος.

Δεν μπορούσα να συνεχίσω αυτό τον ατέρμονο κύκλο της εκδίκησης. Ήταν πια τόσο ανούσιο, να σκοτώνεται τόσος κόσμος για μια τιμή. Στο κάτω κάτω τι είναι η τιμή που αξίζει τόσες ανθρώπινες ζωές;

Γύρισα μόνο όταν ήμουν σίγουρος πως δεν θα χρειαζόταν να σκοτώσω και δεν με ένοιαζε αν σκοτωθώ. Έμαθα πως η βεντέτα είχε τελειώσει πριν μια περίπου δεκαετία, με την τέλεση ενός γάμου μεταξύ ατόμων από τις δυο αντιμαχόμενες μεριές.

Τώρα που διαβάζεις αυτό το γράμμα, έχω πεθάνει μάλλον από γηρατειά, ευτυχισμένος πια που έκλεισε ο κύκλος αυτής της βεντέτας.

Πρόλαβα μάλιστα να μάθω, πως πλέον έχουν μειωθεί τα κρούσματα.

Ελπίζω τώρα να καταλαβαίνεις γιατί ήμουν βαρύς και απλησίαστος. Σε παρακαλώ δέξου αυτό το σπίτι, επειδή μόνο εσύ προσπάθησες να με διαβάσεις. Και αν δεν το θέλεις για εσένα, δώρισέ το σε κάποια οργάνωση. Κατά προτίμηση, που θα μιλάει για δικαιοσύνη έννομη και όχι με κατάθεση κορμιών και λίμνες αίματος.

Να είσαι πάντα καλά».

Δίπλωσα πάλι το γράμμα και έφυγα. Τώρα εκεί λειτουργεί παιδικός σταθμός, που δίνει σωστή διαπαιδαγώγηση στα παιδιά και στους γονείς.

Έχω 15 χρόνια να ακούσω να κηρύσσεται βεντέτα.

feleki.wordpress.com

mani.org.gr

Συντάκτης: Μαριάννα Κουρούπη