«Σε αγαπώ». Τελεία. Ακολουθεί μία μικρή παύση, η άνω τελεία του προφορικού λόγου. Περιμένεις έπειτα να ακούσεις τον λόγο αυτής της δήλωσης, η αγάπη εξάλλου πρέπει πάντοτε να έχει τις εξηγήσεις της -σε αυτό δεν ταιριάζει με τον έρωτα όπως θα διαπιστώσεις- και η πιο σπουδαία είναι εκείνη της κατανόησης.

Από μικρό παιδί έτεινες να συμπαθείς κάτι ή κάποιον τον οποίο καταλάβαινες, μπορούσες να ταυτιστείς πιθανόν και να αισθανθείς μια σύνδεση ανάμεσά σας, οι απόψεις σας συνέκλιναν και μέσα σε έναν κόσμο όπου οι περισσότεροι αδυνατούσαν να συλλάβουν τα όσα πίστευες, θεώρησες πως η πρωταρχική αιτία αγάπης είναι η κατανόηση. Ακολούθησαν όμως και περιστατικά που είχες τη δύναμη να αντιληφθείς αλλά ποτέ σου δεν μπόρεσες να ψελλίσεις αυτή τη λέξη. Βρίσκεται μακριά από την άκριτη συμφωνία, τη συνεχή δικαιολόγηση, την επαναλαμβανόμενη αθώωση, τη συναισθηματική αποφυγή, το ειλικρινές ενδιαφέρον και την άμεση δραστηριοποίηση.

Η αντίληψη είναι μια μορφή δύναμης κι ένα είδος κατάρας στην αγάπη. Αφού εξασθενίσει το φάσμα της εξιδανίκευσης, θα εμφανιστεί ενώπιόν σου ένας εαυτός που αδυνατείς πιθανόν να αναγνωρίσεις και θα προσπαθείς να τόν αποσαφηνίσεις. Ίσως τον καταλάβεις, ίσως όχι κι ακριβώς στο σημείο αυτό κείτονται τα λεπτά, σχεδόν αόρατα, αλλά δυσθεώρητα σύνορα μεταξύ έρωτα και αγάπης. Η τελική απόφαση έγκειται στα συμπεράσματα της κατανόησης και στα κελεύσματα της καρδιάς· άπειρες οι αιματηρές διαμάχες τους!

 

 

Ο Πολύβιος Δημητρακόπουλος είπε πως ο άνθρωπος σπανίως αντιλαμβάνεται όπως βλέπει. Συνήθως βλέπει όπως αντιλαμβάνεται. Κι εσύ θα μπορούσες ίσως να τόν επιβεβαιώσεις. Παρατηρείς τα πάντα κάτω από το πρίσμα σου, αντιλαμβάνεσαι σύμφωνα με τον εαυτό σου, αγαπάς με γνώμονα εσένα κι αυτό ενδεχομένως δεν είναι αγάπη. Για να κατανοήσεις τον άλλον, για να εισχωρήσεις βαθιά μέσα στην ψυχή του απαιτεί να τον αφήσεις, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται. Προηγήθηκε η σθεναρή διεκδίκησή του, η ακατάπαυστη επικύρωση της αξίας και η έντονη ανάταση του εγωισμού του, οπότε τώρα οφείλεις να τού επιτρέψεις να σε αντικρίσει με ασφάλεια, δίχως τον φόβο της απομάκρυνσης, με ελευθερία, σπάζοντας τα δεσμά μιας συναισθηματικής εξάρτησης και με αυτογνωσία, αποστασιοποιημένος από τη θεοποιημένη σκέψη του άλλου.

Λανθασμένα λοιπόν εξαρχής, υποστήριξες ότι μετά τη βαρύγδουπη έκφραση-τομή σε μια διαπροσωπική σχέση ακολουθεί η άνω τελεία. Στην πραγματικότητα η συνέχειά της είναι τα αποσιωπητικά, οι τρεις τελείες των προϋποθέσεων που οφείλεις να λάβεις υπόψιν, τρία καθοριστικά και για τους δύο σας δευτερόλεπτα που θα αποδείξουν εάν τολμάτε να προχωρήσετε στην αγάπη, που δύσκολα αποδεικνύεται εύκολη. Εξού και το προσδιοριστικό τους όνομα. Απαραίτητη κρίνεται η σιωπή, γιατί ακόμα κι εκείνη μιλάει κι ίσως πιο εκκωφαντικά από κάθε κραυγή. Αλλά κι εσύ ο ίδιος πρέπει να αντιληφθείς τον εαυτό σου, να αποκτήσεις απόσταση από το «εγώ» σου και να τό νοηματοδοτήσεις, να τό στιγματίσεις δίχως αυτό να σε καθιστά έρμαιο της απόφασης μίας εποχής που τώρα μάλλον άλλαξε.

Η κατανόηση είναι λυτρωτική σε έναν κόσμο γεμάτο σύγχυση και σπασμωδικές φωνές αλλά συγχρόνως δεσμευτική. Αγαπάς τον άνθρωπο εκείνο που σε κατάλαβε ακόμα κι όταν σε γνώρισε πραγματικά, ίσως στην αρχή από κάποιου είδους εσωτερική υποχρέωση προς το πρόσωπό του αλλά έπειτα ακολούθησε η ευγνωμοσύνη. Ένιωσες πως υπάρχει κάποιος ο οποίος ακούει, δέχεται, υπάρχει στη ζωή σου ουσιαστικά και βρίσκεται παρών. Σε όλες τις αξιομνημόνευτες στιγμές στη ζωή μας, θυμόμαστε εκείνους που κατάλαβαν το κρυφό εκείνο «γιατί», που δε φοβήθηκαν το όλο νόημα κλείσιμο του ματιού της ψυχής τους στη δική μας, που βρίσκονταν πάντα κοντά μας για μια άηχη επιβεβαίωση.

Η αγάπη κερδίζεται στην υποταγή (Χριστιανόπουλος), είναι σαν μια κλεψύδρα (Cummings) άρα κερδίζεται με τον χρόνο, είναι αυταπάρνηση (Τερζάκης) αλλά υπήρχε κι εκείνος ο άγνωστος που αναρωτήθηκε πως «κι αν δεν έχω καταλάβει την αγάπη, σε τι χρησιμεύει που έχω καταλάβει τα υπόλοιπα» (Μ. Ουέλμπεκ). Από όλους εκείνους τους σπουδαίους που έδωσαν την ερμηνεία τους, όλοι είχαν ένα κοινό: αγαπούσαν την αγάπη που οι ίδιοι μονάχα μπορούσαν να καταλάβουν.

Οφείλεις πρωτίστως να καταλάβεις τη δική σου αγάπη, να καταλάβεις εάν αγαπάς να κατανοείς, ή κατανοείς το να αγαπάς. Στους ανθρώπους αρέσει να αγαπούν όλα εκείνα που τούς φαίνονται οικεία αλλά ακόμα και το άγνωστο μέσα τους μπορεί να ιδιοποιηθεί από τους ίδιους. Καταλαβαίνεις την αγάπη του άλλου αλλά ίσως δεν μπορείς να την αγαπήσεις (όπως συμβαίνει και το αντίθετο) όπως και μπορεί να τον αγαπάς αλλά να αδυνατείς να τον καταλάβεις. Και τα δύο τινά αποδεικνύονται μοιραία αδιέξοδα.

Συντάκτης: Ελένη Τσεπελίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου