Μπορεί να έχουμε συνηθίσει να μελετάμε τους τρόπους με τους οποίους αντιλαμβανόμαστε κι επικοινωνούμε την αγάπη, το ενδιαφέρον ή τον έρωτα μας για κάποιο άτομο, τα διαφορετικά πρότυπα των “love languages” όπως θέλουμε να τα ονομάζουμε αλλά η αλήθεια είναι πως τα ίδια συναισθήματα μπορούν κι είναι σημαντικό να εκφράζονται ακόμα κι όταν έχει γίνει κάτι σημαντικό στη σχέση. Ο τρόπος με τον οποίο θέλουμε να δώσουμε στον άλλον να καταλάβει πως λυπούμαστε για οτιδήποτε έγινε και θέλουμε να το διορθώσουμε ονομάζεται “apology language” . Αυτό μπορεί να συμβεί είτε είμαστε στην πλευρά που έγινε το λάθος, είτε είμαστε τ’ άτομα που δέχονται αυτήν την απόπειρα για συγγνώμη.

Δύο επιστήμονες ο Gary Chapman κι η Jennifer Thomas ανέπτυξαν τις «γλώσσες της αγάπης» εάν θα μπορούσαμε να το μεταφράσουμε μ’ αυτόν τον τρόπο κι αντίστοιχα σ’ ένα επόμενο βιβλίο τους, μίλησαν για τις διάφορες μορφές με τις οποίες τείνουμε περισσότερο οι άνθρωποι να τις χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε ν’ απολογηθούμε για κάτι. Η σειρά με την οποία θα τις αναφέρουμε ίσως αποτελεί μια κλιμάκωση αναφορικά με το πώς ξεκινάμε να σκεφτόμαστε να πράξουμε μ’ αυτούς τους τρόπους, οπότε δε θα ήταν δυνατό να μην πούμε πρώτα εκείνη που μας έρχεται αυτόματα κάπως στο μυαλό· η έκφραση της λύπης ή αλλιώς το να ζητήσουμε συγγνώμη.

Μπορεί να ακούγεται ως η πιο απλή κι αυτονόητη πράξη αλλά πόσες φορές έχουμε δυσκολευτεί να την πούμε ή να μη θέλουμε να παραδεχτούμε στον εαυτό μας πως είναι σημαντικό για τον άλλον; Είναι μια δήλωση πως ο άλλος έχει καταλάβει το λάθος του και δε χρειάζεται να μπούμε σε περαιτέρω συζητήσεις για να τον πείσουμε πως ισχύει αυτό.

Κάτι που μας φέρνει στον δεύτερο τύπο είναι η αποδοχή της ευθύνης, δηλαδή το να πούμε πως κάναμε λάθος και να μην προσπαθήσουμε να κρυφτούμε πίσω από δικαιολογίες κι υπεκφυγές. Βέβαια, αυτή η περίπτωση προϋποθέτει να μη φοβόμαστε να πέσει το βάρος πάνω μας για να δείξουμε πως πράγματι έχουμε σφάλλει, εάν δεν έχουμε ακόμα συνειδητοποιήσει πως εμείς είμαστε εκείνοι οι οποίοι πρέπει να κάνουμε κάτι, διαφορετικά ίσως δεν είμαστε έτοιμοι να ρίξουμε ακόμη το βάρος πάνω μας.

Ένα τρίτο στάδιο το οποίο μάλλον θεωρεί πως έχουν προηγηθεί όλα τα παραπάνω σαν σκέψη αλλά και σαν λεκτική έκφραση είναι η προσπάθεια αποκατάστασης του προβλήματος. Το τελευταίο είναι κάτι που εφόσον έγινε πρέπει να διορθωθεί ή τουλάχιστον να δείξουμε θέληση πως δε θέλουμε απλά να ζητήσουμε μια συγγνώμη -όχι πως κι αυτή δεν είναι σημαντική, αλλά πρέπει στην πράξη να δείξουμε πως έχουμε μετανιώσει.

Γι’ αυτό τον λόγο υπάρχει το βήμα της ειλικρινούς μετάνοιας που μέσω έμπρακτης βεβαίωσης δείχνουμε στον άλλον πως θέλουμε να μας συγχωρέσει και να προχωρήσουμε μπροστά, έχοντας τη διάθεση να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη. Τέλος, υπάρχει και μια περίπτωση (καθόλου σπάνια) που ο άλλος άνθρωπος θέλει χρόνο ν’ αποδεχτεί αυτό που έχει συμβεί και γι’ αυτόν τον λόγο τού ζητάς συγχώρεση.

Απ’ αυτά τα βήματα, οι δυο μελετητές θεωρούν πως οι άνθρωποι συνήθως επιλέγουμε ανάμεσα σε δύο ή τρεις τρόπους για ν’ αποκαταστήσουμε ένα λάθος που έγινε αλλά μια πιο πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2016 στο επιστημονικό περιοδικό Negotiation and Conflict Management προσέθεσε αλλά κι ερμήνευσε μερικά απ’ τα παραπάνω στάδια κάπως διαφορετικά.

Πέραν της αναγνώρισης της ευθύνης και της έκφρασης της μετάνοιας αναφέρονται κι οι τύψεις που μπορεί να νιώθουμε γι’ αυτό το γεγονός, η εξήγηση έπειτα του τι πήγε λάθος και μια πρόταση επιδιόρθωσης της κατάστασης. Μ’ αυτές τις προσθήκες η έρευνα θεωρεί πως η συγγνώμη δε θα είναι μονάχα μια λέξη που θα τη λέμε για να σταματήσουμε τις διενέξεις, αλλά για να δείξουμε ειλικρινά στον άλλον πως κάναμε λάθος και πως το έχουμε καταλάβει. Όμως, δε θα σταθούμε μονάχα εκεί και θα κάνουμε κινήσεις που θα δείξουν πως τα συναισθήματά του μετρούν για εμάς. Μπορεί αυτό που τον πείραξε για εμάς να μην ήταν τίποτα το σημαντικό αλλά για εκείνον να ήταν οπότε δεν μπορούμε να δείξουμε αδιαφορία σ’ αυτό.

Το πώς ζητάμε συγγνώμη ή η θέλησή μας να φτιάξουμε τα πράγματα μεταξύ μας δείχνουν να είναι μια ένδειξη και για το πώς αντιλαμβανόμαστε τις σχέσεις αλλά και τον εαυτό μας μέσα σ’ αυτές. Εάν θέλουμε κι έχουμε διάθεση να εξελιχθούμε ή εάν πιστεύουμε πως ο άλλος πρέπει να μας δεχτεί ακριβώς όπως είμαστε, ο τρόπος που επιλέγουμε τις διαφορές μας κι εάν δεχόμαστε τα λάθη μας, μάς καθιστούν αντίστοιχα ικανούς για μια ώριμη κι υγιή σχέση μ’ έναν άλλον άνθρωπο. Πρέπει να μάθουμε να λαμβάνουμε υπόψη πως δε βλέπουμε και δε νιώθουμε τα πράγματα με την ίδια οπτική κι αυτό είναι κάτι που οφείλουμε -εφόσον ενδιαφερόμαστε για αυτή τη σχέση- να δουλέψουμε. Γιατί σε τελική ανάλυση κι η συγγνώμη είναι ένας ακόμα τρόπος να δείξουμε την αγάπη μας στον άλλον.

Συντάκτης: Ελένη Τσεπελίδη
Επιμέλεια κειμένου: Ανδρέας Πετρόπουλος