Υπάρχουν δυο κατηγορίες ανθρώπων στη ζωή μας. Είναι εκείνοι που χαίρονται να ‘ναι δίπλα σου και θέλουν να σε βοηθήσουν, να σε συμβουλέψουν, να περάσουν χρόνο μαζί σου χωρίς κάποιο αντάλλαγμα. Κι είναι κι εκείνοι οι άνθρωποι που μπήκαν λόγω συνθηκών κι όχι επιλογής στη ζωή σου –ή μπορεί να αποτελούν και μέρος της οικογένειάς σου–  και που δε χάνουν ευκαιρία να σε εκμεταλλευτούν και να σε προσβάλουν με κάθε τρόπο. Το χειρότερο όλων είναι πως είσαι αναγκασμένος να τους ανέχεσαι.

Το ξέρεις πως έχουν άδικο, το βλέπεις πως σου φέρονται άσχημα, πως σε πατάνε, μα σωπαίνεις γιατί μια πιθανή ανάγκη (υλική ή συναισθηματική) σε φέρνει στη θέση να εξαρτιέσαι. Έτσι στέκεσαι παθητικά κι αμέτοχα στην αποπνικτική σιωπή σου.

Δεν μπαίνουν σε κατηγορίες, δεν ξεχωρίζουν απ’ τους άλλους ανθρώπους, δεν ανήκουν σε κάποια κλίκα, ούτε τίποτα από όλα αυτά. Αν είσαι τυχερός δε θα τους συναντήσεις ή τουλάχιστον δε θα χρειαστεί να τους κρατήσεις. Μόνο που δυστυχώς υπάρχουν παντού και περιμένουν τη στιγμή που θα νιώσεις ευάλωτος για να το εκμεταλλευτούν.

Απλά ρίξε μια ματιά γύρω σου. Μπορεί να είναι εκείνο το αφεντικό που σου φωνάζει ασταμάτητα μειώνοντάς σε μπροστά σε όλους τους συναδέλφους σου κι εσύ χαμογελάς σαν χαζός μπροστά του, γιατί τα χρέη τρέχουνε και δεν έχεις περιθώρια να χάσεις τη δουλειά σου. Μπορεί να είναι εκείνος ο δήθεν φίλος, ο βολεμένος με τα λεφτά του μπαμπά, που κρίνει τους πάντες και κοκορεύεται διαρκώς κι επειδή κάποτε σε βοήθησε, είσαι υποχρεωμένος να μη μιλάς, να μην αντιδράς, να χρωστάς ευγνωμοσύνη.

Μπορεί ακόμα να είναι κι ο ξάδερφός σου, εκείνος ο συγγενής που πήρε την οικογενειακή επιχείρηση και τώρα απλά εισπράττει τα κέρδη, που δεν κουράστηκε για να αποκτήσει τίποτα κι όμως τώρα σε κοιτάει περιφρονητικά και με λύπηση, γιατί εσύ είσαι ακόμα στην αναζήτηση την ίδια ώρα που αυτός είναι μεγάλος και τρανός. Άλλοτε είναι τοξικοί γονείς κι αδέρφια που όλο σε επικρίνουν και για τίποτα δε σε θεωρούν ικανό, στεκούμενοι μόνο στα λάθη σου, αλλά ύστερα σου προσφέρουν και μια στέγη. Κι εσύ για μια ακόμα φορά σωπαίνεις. Βάζεις οικογενειακούς δεσμούς κι ισορροπίες πάνω απ’ όλα, δε θες να δημιουργείς εντάσεις, καταπίνεις επομένως όσα θα ‘θελες να πεις.

Και για πες μου εμένα τώρα, για πόσο θα σωπαίνεις και θα υπομένεις; Θα έπρεπε να ξέρεις πως τέτοιου είδους άνθρωποι αγαπάνε τη σιωπή των άλλων, εκεί ποντάρουν, αυτή τους τρέφει την αλαζονεία τους κι έτσι συνεχίζουν ακάθεκτοι την υπεροπτική συμπεριφορά τους. Γιατί να γίνεσαι η τροφή αυτή; Μη σκέφτεσαι ότι τους χρειάζεσαι. Εσύ μπορείς να νομίζεις ότι τους έχεις ανάγκη, αλλά κι ο κόσμος μας έχει ανάγκη από ανθρώπους με πυγμή, αυτοσεβασμό κι αποφασιστικότητα.

Μη σε παίρνει από κάτω. Ε, και τι έγινε αν έχουν περισσότερα λεφτά, ε, και τι έγινε αν αγοράζουν όλον τον κόσμο. Χαρούμενος δεν έγινε ποτέ κανείς πατώντας στις ανάγκες των άλλων. Τρέφει απλά ψευδαισθήσεις ότι βοηθάει κι ότι όλοι τον αγαπάνε κι ότι έχει πολλούς φίλους, χωρίς να βλέπει ότι η ανάγκη τους έριξε δίπλα του.

Τέτοιους ανθρώπους μην τους θαυμάζεις, θαύμαζε εσένα που περνάς δυσκολίες κι όμως χαμογελάς. Άνοιξε το στόμα σου και πες αυτά που θες, κι ας έρθουν αντιδράσεις, καμιά επανάσταση δεν ήταν βουβή. Δε θα γίνεις ήρωας, δε θα σε γράψει καμιά εφημερίδα, όμως θα ξέρεις πως η ζωή σου σού ανήκει και δε θα αφήσεις κανέναν και ποτέ ξανά να σου χαλάσει αυτή την υπέροχη σχέση με τον αιώνιο φίλο σου, τον εαυτό σου.

Συντάκτης: Ειρήνη Καμπανού
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη