Όλοι μας, λίγο-πολύ, έχουμε πει τη γνώμη μας ή έχουμε ακούσει αντίστοιχα τη γνώμη φίλων (κάποιες φορές χωρίς καν να την ζητήσουμε) για ένα προσωπικό μας θέμα. Άλλοι με μεγαλύτερη συχνότητα, άλλοι με μικρότερη, αλλά αποτελεί νομίζω κοινή παραδοχή ότι όλοι έχουμε βιώσει αυτήν την κατάσταση. Ξέρω, δεν ανακάλυψα την Ατλαντίδα, απλά θέλω να υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού σας η έννοια της καθολικότητας και πώς πολλές φορές μπορεί να απενοχοποιεί μια ανασφάλειά μας. «Αφού το κάνουν όλοι, γιατί να μην το κάνω κι εγώ;» τύπου.

Έχοντας, λοιπόν, στο μυαλό μας αυτήν την έννοια θέλω να πάμε ένα βήμα παρακάτω και να εντάξουμε στο παιχνίδι και την έννοια της αυτοεικόνας. Τι είναι και πώς δομείται;

Αυτοεικόνα, το λέει κι η λέξη προφανώς, είναι η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Το ενδιαφέρον, όμως, είναι πώς εκείνη δημιουργείται. Όπως κάθε εικόνα, έτσι κι αυτή, πρέπει να ‘χει κάποια αντανάκλαση για να δημιουργηθεί. Στη φωτογραφική μηχανή είναι ο φακός, στη ζωή μας είναι οι άνθρωποι. Από πολύ μικρή ηλικία ακούμε είτε θετικά είτε αρνητικά σχόλια για εμάς. Το σύνολο αυτών, μαζί με το προσωπικό μας φιλτράρισμα, δημιουργεί την αυτοεικόνα μας.

Απλά τα πράγματα μέχρι στιγμής. Πάμε να τα περιπλέξουμε λίγο περισσότερο. Πότε πιστεύεις ότι αναζητάς την αυτοεικόνα σου; Όταν τα πράγματα στη ζωή κυλούν στους γνωστούς, καθημερινούς, ρυθμούς ή όταν οι νόρμες σου αρχίζουν να ταλαντεύονται; Μάλλον στη δεύτερη περίπτωση. Όταν βιώνεις μια καινούργια κατάσταση και θες να θυμηθείς ποιος είσαι ή καλύτερα την εικόνα που έχεις σχηματίσει για το ποιος είσαι. Η αυτοεικόνα αποτελεί μια μορφή ασφαλείας στις ανασφάλειες που δημιουργούνται από μια νέα κατάσταση.

Γιατί μας τα λες όλα αυτά, μάστορα; Εντάξτε σε αυτήν την κατάσταση τώρα μια ανθρώπινη επικοινωνία μεταξύ τουλάχιστον τριών ανθρώπων, με εσάς ως πομπό και δέκτη όλων των πληροφοριών. Πόσο πιθανό είναι να μην μπορείς να διαχειριστείς τον όγκο των πληροφοριών και να πάρεις, τελικά, μια απόφαση, που δε βασίζεται στη δικιά σου πραγματικότητα, στη δικιά σου αλήθεια; Πόσο πιθανό είναι τα ακριανά μέρη της επικοινωνίας να ‘χουν χάσει κομμάτια της όλης διαδικασίας; Και τέλος, πόσα ανθρώπινα συναισθήματα κι οπτικές εμπλέκονται στην αλήθεια που αναζητάμε;

Σε όλα αυτά τα ερωτήματα προσθέστε το γεγονός της πρώτης παραγράφου. Ζητάμε ή λέμε τη γνώμη μας σε ένα φιλικό πρόσωπο. Ένα πρόσωπο, δηλαδή, που είναι συναισθηματικά δεμένο μεταξύ μας κι η κρίση του είναι σχεδόν ακατόρθωτο να ‘ναι 100% λογική-ψυχρή. Το φιλαράκι μας, λοιπόν, βλέποντας την κατάσταση ανασφάλειας στην οποία βρισκόμαστε θα προσπαθήσει να μας επαναφέρει στο δικό μας ή δικό του comfort zone –που λένε στην επαρχία– κι όχι στην πραγματικότητα. Αυτό, φυσικά, δεν το κάνει επίτηδες ούτε για να μας βλάψει. Ίσα-ίσα, πιστεύει ότι έτσι μας προστατεύει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων κοντινών προσώπων μας είναι οι γονείς μας. Απλά εκεί μας είναι πιο ξεκάθαρη η παραφωνία, λόγω των γραμμών, των ρόλων και της ηλικιακής διαφοράς, από άποψη σκέψεων κι εμπειριών.

Ακόμη κι ο τύπος φίλου που θα μας προσφέρει την πραγματική διάσταση, έχοντας θεωρητικά απεμπλακεί απ’ το συναισθηματικό δέσιμο και γνωρίζοντας όλες τις πτυχές της κατάστασης, οποία και να ‘ναι αυτή καλή ή κακή, δε θα εισακουστεί, τουλάχιστον αρχικά, γιατί υποσυνείδητα θα την απορρίψουμε, επειδή βρισκόμαστε σε κατάσταση ανασφάλειας.

Ποια είναι η πεμπτουσία όλων αυτών; Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι σαν ένα πιάτο φαγητό. Όσοι πιο πολλοί μάγειρες βάλουν το χέρι τους, τόσο πιο δύσκολα θα βγει το πιάτο που είχες αρχικά στο μυαλό σου. Αντίστοιχα, όσες πιο πολλές φορές ζητήσεις μια συνταγή, τόσες φορές αντίστοιχα θα χαθεί η χαρά της δημιουργίας.

Οι φίλοι μας, και γενικότερα οι κοντινοί μας άνθρωποι, πάντα θα θέλουν το καλό μας και θα πιστεύουν ότι αξίζουμε το καλύτερο. Αυτό δε σημαίνει ότι πάντα το κάνουν με τον σωστό τρόπο ή ότι εμείς τους δίνουμε τα εφόδια εκείνα όλα ώστε να το κάνουν με τον σωστό τρόπο.

Το «κάνε ό,τι θέλεις» στις πραγματικές ανθρώπινες σχέσεις δε σημαίνει αδιαφορία αλλά αγάπη. Αγάπη γιατί ανεξαρτήτως αποτελέσματος θα ‘μαι εκεί. Κι αντίστοιχα, η απόρριψη μιας συμβουλής δε σημαίνει αδιαφορία, αλλά διαύγεια να ακούσω την καρδιά μου. Μια καρδιά που εμπεριέχει τους φίλους μας, αλλά έχει το θάρρος να κάνει αυτό που θέλει. Γιατί δεν υπάρχει σημαντικότερη γνώμη από αυτή του εαυτού μας.

Τον ήλιο της ψυχής μας οφείλουμε να τον κοιτάμε κατάματα για να μην τυφλωθούμε. Σε αυτή τη διαδικασία οι φίλοι μας πρέπει να μας υπενθυμίζουν να κοιτάμε ψηλά κι όχι να φοράμε γυαλιά ηλίου!

Υ. Γ. Περισσότερο άβουλος δεν είναι αυτός που δεν έχει καθόλου βούληση, αλλά αυτός που νομίζει ότι έχει, μέσα απ’ τη βούληση των άλλων!

Συντάκτης: Γεώργιος-Κωνσταντίνος Ψύλλας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη