Πόσο φόβο και πόσο δισταγμό μπορεί άραγε να αφήσει το παρελθόν σε ένα και μόνο, μα σαρωτικό πέρασμά του; Πόσο σε αλλάζει ή μάλλον πόσο εαυτό σου στερεί, από πόσα δικά σου σε απομακρύνει, από πόσα όμορφα σου κλείνει ασφυκτικά τα μάτια, τα αυτιά, τη θέληση;

Πόσο φοβισμένο πλάσμα έγινες; Στ’ αλήθεια τρέμω στην ιδέα αν υπάρχει ακόμα πιο διστακτική και γεμάτη τρόμο εικόνα σου! Όση αδιαφορία κι όση δυναμική επιδιώκεις επιτειδευμένα να φωνάξει η στάση σου και να πείσεις τους γύρω σου, τόσους φόβους ξετυλίγεις και τόσα κουβάρια ανασφάλειας μπλέκονται μπροστά σου, καθιστώντας σε ξανά ανίκανο να βρεις την πολυπόθητη άκρη.

Πέρασες πολλά. Μα επέτρεψέ μου να σου επισημάνω πως δεν υπάρχει άνθρωπος που να ‘ταν η ζωή του συνυφασμένη με ένα δρόμο ομαλό, χωρίς στροφές, χωρίς τα εκνευριστικά κυρτώματα και τα αδιέξοδα που σε αναγκάζουν να αλλάξεις πορεία. Με βλέπεις σίγουρη, δυναμική, με ένα χαμόγελο που κάνει τους φόβους μου να φοβούνται κι όλο και είσαι πεπεισμένος για τα ροδοπέταλα που συνάντησα στο δρόμο μου.

Έλα όμως που ξέρω εξίσου καλά με ‘σένα πώς είναι να είσαι ένα με τα πατώματα, πώς είναι να είσαι ένα ανίκανο πιόνι του χρόνου, της κάθε μέρας που περνάει, πώς είναι να χάνεις το δίκαιό σου κι ούτε κι εσύ να μην πιστεύεις στις δυνάμεις σου για να επαναδιεκδικήσεις όσα σου ανήκουν.

Φοβήθηκα που λες, για πολλά. Φοβήθηκα για τόσα, που τώρα πια δε φοβάμαι τίποτα. Κι ας ποντάρω πολλά με τόση γενναιότητα που εκπλήσσει ακόμα κι εμένα, σε προκαλώ και σε προσκαλώ να φέρεις μπροστά μου όλους τους φόβους σου έναν-έναν. Εδώ θα βρουν έναν ισχυρό αντίπαλο κι εσένα που λες, η ψυχή σου θα ηρεμέψει.

Αναλώνεσαι ασταμάτητα σε αγκαλιές που σε μολύνουν, σε αγκαλιές που δείχνουν από την αρχή λίγες, σε χέρια που ξέρεις καλά πως δεν πρόκειται ποτέ να σε στηρίξουν και με την πρώτη ευκαιρία θα σε σπρώξουν με στυγνότατη αδιαφορία. Στηρίζεις τις ελπίδες σου σε καταστάσεις αδιέξοδες και καθιστάς τόσο εμφανή την απελπισία σου. Έχεις καλύψει την εικόνα σου με ένα πέπλο, με ένα ισχυρότατο τείχος και κανείς δεν μπορεί να εισβάλει.

Έχεις διαλέξει μια ζωή επικίνδυνη, μια ζωή που σε μειώνει, που σε κάνει να ξεχνάς. Νομίζεις ότι σε κάνει να ξεχνάς, έτσι φανερώνουν τα βράδια της απόλυτης μοναξιάς σου, έτσι φανερώνουν οι στιγμές της αδιαστικής σιωπής που καταλήγουν τα αδιέξοδά σου. Είσαι ακατανόητος ακόμα και για τον ίδιο σου τον εαυτό. Χωρίς εσένα λοιπόν, πώς να προχωρήσεις σε σωστές αποφάσεις, σε επιλογές που δε σε πληγώνουν και δεν κάνουν να μετανοιώνεις λίγο μετά;

Έλα κοντά κι άσε το τιμόνι πάνω μου. Δε φοβάμαι. Και να ‘σαι σίγουρος πως αν μαζί μου κινδύνευε το παραμικρό κομμάτι της ηρεμίας σου, δε θα ρίσκαρα ποτέ ούτε στο ελάχιστο. Εδώ είσαι ελεύθερος να είσαι ο εαυτός σου με όλες σου τις τσαλακωμένες εκδοχές, με τους φόβους, τους προβληματισμούς σου, την οργή σου και τα ξεσπάσματά σου μαζί.

Μίλα μου χωρίς να με βλέπεις για όλα εκείνα που σε πόνεσαν, για όλα εκείνα που περιμένεις και υπόσχομαι να κρατώ τις πιο προσεκτικές μου σημειώσεις. Έλα και πες μου τι σου έχει λείψει, τι σε αηδιάζει, τι σε ελκύει. Στο ‘χω ξαναπεί πως εδώ δεν κινδυνεύεις κι αν τύχει και κινδυνεύεις, θα σημαίνει πως κινδυνεύουμε μαζί.

Εδώ είσαι ελεύθερος να είσαι εσύ γιατί πολύ απλά όσα είσαι, γι’ αυτά σε θέλω, γιατί γι’ αυτά τα ατελή σε ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή, από το πρώτο στραβό σου χαμόγελο. Έλα και μείνε μπας κι αντέξω κι εγώ τα χρόνια πριν με πλακώσουν. Έλα για να λαμβάνω δύναμη μέσα από την έμπρακτη αδυναμία μου για ‘σένα. Έλα γιατί έχω για ‘σένα φυλαγμένα τα πιο ισχυρά αποθέματα της δυναμής μου.

Συντάκτης: Ήβη Παπαϊωάννου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή