Από κουτσομπολιό άλλο τίποτα! Και δεν είναι τώρα μόνο, ανέκαθεν υπήρξε κύρια ασχολία των περισσότερων ανθρώπων. Δε θα μιλήσω μόνο για τις μικρές κοινωνίες, γιατί και κάθε μεγάλη πόλη χωρίζεται στις δικές της μικρές γειτονιές. Αλά παλαιά, λοιπόν, όπως μας έχουν αφηγηθεί,  έχουμε δει από μόνοι μας σε ταινίες (ή στο καφέ της Χαράς), υπήρχαν οι γιαγιάδες των οποίων τα σπίτια βρίσκονταν δίπλα-δίπλα κι οι ίδιες έβγαιναν στο πεζοδρόμιο και σχολίαζαν καθετί που περνούσε, έλεγαν μεταξύ τους και τα νέα όλου του χωριού, μάλιστα.

Σήμερα, μπορούμε να το εντοπίσουμε στα πιο απλά παραδείγματα. Έχεις πάει κι εσύ για καφέ με ένα φίλο σου και ξαφνικά κάποιος απ’ τους δυο πέταξε το γνωστό «Για πες, κανένα κουτσομπολιό έχουμε;». Ο κόσμος συνεχώς ασχολείται με το τι κάνουν οι άλλοι και ποτέ με το τι κάνουν οι ίδιοι. Κατακρίνουν τα λάθη των άλλων, όχι επειδή οι ίδιοι είναι αλάνθαστοι, απλώς επειδή διαφέρουν απ’ τα δικά τους και την καμπούρα του άλλου την βλέπουμε πάντα πιο καθαρά.

Βγάζουν εύκολα συμπεράσματα χωρίς να ρίχνουν μια βαθύτερη ματιά σε αυτό που βρίσκεται πίσω απ’ τον καθένα. Ο κάθε άνθρωπος κουβαλάει διαφορετικά βιώματα, διαφορετικές ανησυχίες και κυρίως ένα διαφορετικό τρόπο ζωής. Δεν είναι απαραίτητο να τον κρίνουμε, αλλά αντιθέτως θα μπορούσαμε –να προσπαθήσουμε έστω– να τον καταλάβουμε. Μόνον έτσι θα βελτιώναμε τον ίδιο μας τον εαυτό, μέσω της ενσυναίσθησης.

Η κοινωνία σήμερα είναι μια κοινωνία απελευθερωμένη, με χρώματα, τόσα πολλά που δεν υπήρξαν ποτέ τόσα μέχρι τώρα. Και όταν λέω «χρώματα» δεν εννοώ φυσικά φυλές, δε θα ξεχώριζα τους ανθρώπους σε «χρώματα», διότι όλοι έχουν ένα κι αυτό είναι το ανθρώπινο. Χρώματα κι αποχρώσεις τόσα όσο οι τόσοι διαφορετικοί άνθρωποι. Ο καθένας έχει ένα δικό του, εντελώς ξεχωριστό κι όλοι μαζί δημιουργούν έναν εντυπωσιακό καμβά.

Και ναι μεν, από πάντα οι άνθρωποι διέφεραν μεταξύ τους, σήμερα μόνο έχουν την τόση ελευθερία και το θάρρος να το αναδείξουν και να γίνουν αντιληπτοί. Γι’ αυτό, ενώ έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο και διανύουμε ακάθεκτοι μια πορεία προς τα εμπρός, κρατάμε αυτό το μικρό, αλλά τόσο ανασταλτικό σαν παράγοντα για την εξελικτική πορεία, κουτσομπολιό.

Αυτομάτως κρεμάμε ταμπέλες στους ανθρώπους, τους κατακρίνουμε και τους κάνουμε να ντρέπονται για τις αδυναμίες ή τις διαφορές τους. Ας αφήσουμε επιτέλους, τον κόσμο να κάνει ό,τι θέλει κι ας ασχοληθούμε με την προσωπική μας ζωή, χωρίς να ρίχνουμε κλεφτές ματιές στου δίπλα. Ο «δίπλα» κάνει αυτό που θέλει και θα συνεχίσει να το κάνει καθ’ όλη τη διάρκεια που εμείς θα ασχολούμαστε με αυτόν, χάνοντας στην ουσία χρόνο απ’ τη δίκη μας ζωή.

Δεν κερδίζουμε κάτι με το να σχολιάζουμε ούτε με το να μεταφέρουμε προσωπικά στοιχεία –τις περισσότερες φορές αβάσιμα κι αναληθή– σε τρίτους. Να μην ξεχνάμε, άλλωστε, αυτό που λέμε οι ίδιοι για κάποιους άλλους, χαρακτηρίζει περισσότερο εμάς παρά τα αναφερόμενα πρόσωπα. Εξάλλου, κανείς ποτέ δεν ανέβηκε επίπεδο με το να κατεβάζει των άλλων.

Ας διαλέξουμε την κοινωνία που θέλουμε και με αυτόν τον τρόπο ας την διαμορφώσουμε. Αν θέλουμε να μεγαλώσουν και τα δικά μας παιδιά με το «τι θα πει ο κόσμος» μπορούμε απλά να συνεχίσουμε την παράδοση. Αυτή τη παράδοση όπου έρχεται ασθενοφόρο στη γειτονιά κι όλοι βγαίνουν από περιέργεια και σπάνια από πραγματικό ενδιαφέρον.

Είναι γεγονός. Όπως οι κατσαρίδες όχι μόνο δεν πεθαίνουν, αλλά διαρκώς εξελίσσονται, ας πούμε πετάνε στα 10μ, έτσι και το κουτσομπολιό μόνο πιο πικρόχολο γίνεται. Εκτός βέβαια κι αν θελήσουμε να κάνουμε απεντόμωση, ξεκινώντας ο καθένας απ’ το δικό του σπίτι.

 

Συντάκτης: Μαρίζα Μιρέν
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη