Μερικές στιγμές. Μία ξεμαλλιασμένη κούκλα στο πάτωμα, ένα σπασμένο ποτήρι, μία βαλίτσα να μπαινοβγαίνει στο διάδρομο και δάκρυα.

Είναι κάποια παιδιά που χάθηκαν μέσα στους καυγάδες των γονιών τους. Ύστερα χάθηκαν στους δικούς τους καυγάδες. Ίσως μετά συνέχισαν, ως ενήλικες, να είναι αυτό που έμαθαν μικροί, δυστυχισμένοι.

Κάποιοι δεν έχουν να θυμούνται πολλά χαρούμενα όνειρα από τα παιδικά τους χρόνια. Κάποιοι θέλουν να φύγουν από το πατρικό τους και να μη γυρίσουν πίσω. Να στήσουν μία καλύτερη ζωή σαν αυτή που βλέπουν στα βραδινά σίριαλ. Να κάνουν χαμογελαστά παιδιά, να τρέξουν μαζί τους στην παιδική χαρά και να κατέβουν όλοι μαζί την τσουλήθρα, να αγοράσουν παγωτό και να διαγωνιστούν ποιος θα το φάει πιο γρήγορα. Ύστερα γέλια φωτογραφίες και αγκαλιές στον οικογενειακό καναπέ.

Λίγοι τα καταφέρνουν. Οι περισσότεροι κάνουν κυκλικές στροφές γύρω από τα συναισθήματά τους, σαν να προσπαθούν να πετύχουν αυτό που με κόπο αποφεύγουν και τελικά να τα καταφέρνουν.

Άλλωστε μεγαλώνοντας σε μία δυστυχισμένη οικογένεια δεν γνωρίζεις πώς είναι να ζεις σε μία ευτυχισμένη.

Κάποιοι έχουν μία μανία με το παρελθόν. Εκείνη τη μανία που θέλεις να τ’ αλλάξεις όλα και όταν σου δοθεί η ευκαιρία δεν ξέρεις πώς να το κάνεις και καταλήγεις να μην αλλάζεις τίποτα.

Τότε είναι που παίρνεις αγκαλιά την ξεμαλλιασμένη σου κούκλα και προσπαθείς να κρυφτείς από τον εαυτό σου, την ίδια στιγμή που ένα παιδί στο διπλανό δωμάτιο κάνει το ίδιο.

Δεν αντέχονται τα σκισμένα, τσαλακωμένα όνειρα. Η απότομη αλλαγή από το χαμόγελο στους καβγάδες.

Κάποιοι μεγαλώνουν απότομα κι από χαρούμενα πρόσωπα γίνονται μεγάλοι. Από ανέμελες κοτσίδες σχηματίζουν μπλεγμένους κότσους από σορτσάκια βρίσκονται να φοράνε τιράντες και γυαλιά και ας είναι μόλις εννέα, δέκα, δεκαεπτά ετών.

Οι φωνές μέσα σε ένα σπίτι, κάνουν αντίλαλο στα αθώα μυαλά. Τόσο δυνατό αντίλαλο που συγκλονίζει τις παιδικές ψυχές. Τα σπασμένα ποτήρια από τα νεύρα ματώνουν χαμόγελα.

Οι γονείς πρέπει να παραμένουν αγαπημένοι σύντροφοι. Να καλλιεργούν τη συντροφικότητα στα παιδιά τους, να μην τους μαθαίνουν εγωισμούς και πάθη.

Οι γονείς πρέπει να γελάνε πολύ. Να είναι φίλοι, να πειράζονται, να συζητούν, να ερωτεύονται ο ένας τον άλλον περισσότερο κι ας κάθονται απλά στο σπίτι βλέποντας ταινία και τρώγοντας ποπ κορν.

Ο μεγαλύτερος χτίστης στην προσωπικότητα του παιδιού είναι εκείνος που το φέρνει στον κόσμο. Ο κατασκευαστής που θα φτιάξει μία νέα προσωπικότητα στον κόσμο. Εκείνος που θα χαρίσει το πρώτο χαμόγελο στο πρόσωπό του.

Εκείνοι που έχουν βαρεθεί το σύντροφό τους, εκείνοι που ψάχνουν έναν νέο έρωτα και το βράδυ γυρνάνε από ανάγκη στο συζυγικό τους κρεβάτι δεν μπορούν να κρύψουν την αλήθεια από τα παιδιά τους, όσο και εάν προσπαθούν.

Οι εντάσεις και οι λογομαχίες μεταξύ του ζευγαριού πληγώνουν το παιδί. Και εκείνο μεγαλώνει και δημιουργεί εκείνα ακριβώς που διδάχτηκε.

Κάτω από το μαξιλάρι της ενήλικης ζωής, κρύβεται η ανήλικη και τρίζουν τα όνειρά μας τα βράδια από τις αναμνήσεις.

Εκεί που τα χρόνια περνούν και αποφασίζει κάποιος να φύγει από το πατρικό του, για να στήσει τελικά ένα άλλο σπίτι, οδηγούμενος από τα ενοχικά συναισθήματα που του έχουν κάποιοι άλλοι φυτέψει.

Θύτης χωρίς ενοχή και ευθύνη. Στημένος έτσι από μικρός.

Να μοιράζει δάκρυα σ’ ένα άλλο παιδί, εικόνες βομβαρδισμένου τοπίου και χέρια σφιχτά δεμένα γύρω από ένα μαξιλάρι.

Οι γονείς πρέπει να είναι οι χαρούμενοι ήρωες που αγκαλιασμένοι πάντα νικούν.

Γιατί έτσι θέλουμε τα παιδιά σε όποια ηλικία κι αν είμαστε και όπως κι αν λεγόμαστε. Άλλωστε πώς να κρύψεις την αλήθεια και να μεταμορφωθείς σε παλιάτσος, όταν είσαι λυπημένος με το άλλο σου μισό;

Πώς να κρυφτείς από τα παιδιά;

 

 

Συντάκτης: Πέννυ Πηττά