Πάλι σε έφαγε η ρουτίνα σου. Βυθίστηκες στις σκοτούρες σου και -δεν ξέρω αν το πρόσεξες– είσαι συνέχεια μες στα νεύρα. Σου φταίνε όλοι κι όλα. Ξέρεις πως καμία μηχανή του χρόνου δεν πρόκειται να καταστήσει τον τέλειο γιατρό κι ούτε θα σου απαλύνει τον πόνο.

Κι ενώ οι σκέψεις σου ταξιδεύουν με ταχύτητα φωτός, τα ερωτηματικά διυλίζονται μέσα στο κεφαλάκι σου κι η λύση στα ατέρμονα αδιέξοδα σου σε φλερτάρει αλλά από μακριά, τσουπ, έφτασες μ’ αυτά και μ’ αυτά στην αγαπημένη σου καφετέρια, το στέκι σου, την απόδρασή σου από ένα χαώδες σήμερα κι ένα μετέωρο αύριο.

Παραγγέλνεις τον αγαπημένο σου καφέ, γιατί εδώ που τα λέμε, λίγα πράγματα είναι αυτά που προσδίδουν μια νότα χαράς στη ροή της μέρας μας. Μικρές, απλές λεπτομέρειες που μας κρατάνε σε εγρήγορση κι επαγρύπνηση σε μια πραγματικότητα που ολοένα μας βαραίνει και μας εκτοπίζει απ’ τα θέλω που φτιάξαμε από παιδιά.

Μια κούπα φρέσκου μυρωδάτου καφέ. Ένα ειλικρινές χαμόγελο. Μια καλή κουβέντα. Μια αστεία ατάκα. Αυτό. Μια ατάκα που πετάει ο μπαρίστας κι εσύ ξεκαρδίζεσαι ανέλπιστα. Τα μαύρα σύννεφα που φέρνουν συχνά βροχές στα μάτια σου διαλύονται. Αφήνεις τα σύννεφα για λίγο και προσγειώνεσαι. Θυμάσαι ξαφνικά πως η ζωή έχει ακόμα την αστεία της πλευρά. Πώς το ξέχασες αυτό; Πού το άφησες παρατημένο; Τι κι αν όλα πάνε στραβά εσύ μπορεί να την ειρωνεύεσαι στα μούτρα ανά πάσα στιγμή με έναν πικάντικο τρόπο που ανακάλυψε ο ανθρώπινος νους και λέγεται «χιούμορ».

Πόσο αναπάντεχα όμορφο αυτό το χιούμορ. Πόσο ερωτεύσιμο. Άκρως γοητευτικό. Πόσο σου θυμίζει τα κομμάτια σου εκείνα που κάποτε πάνε και κοιμούνται. Πόσο σε αφυπνίζει μαζί με την κούπα καφέ που παράγγειλες για να ξυπνήσεις. Και ξύπνησες και πίστεψέ με, δε φταίει η καφεΐνη. Φταίει η ατάκα, το αστείο του περαστικού, του διπλανού στο λεωφορείο, του κάθε συνοδοιπόρου σου που σε έκανε και γέλασες.

Πόσο πολύ λατρεύουμε τις θετικές και πρόσχαρες προσωπικότητες. Χιούμορ, παιδιά, η ασπίδα προστασίας μας για τα πάντα, τελικά. Αγαπώ τους ανθρώπους με χιούμορ. Ίσως γιατί θέλω να είμαι ένας από αυτούς, ίσως γιατί έχουν αυτοί κάτι από εμένα. Αν δεν κάνεις και λίγο πλάκα, η ζωή δεν περνάει κι αλήθεια γιατί τα παίρνεις όλα τόσο πολύ στα σοβαρά και δε σηκώνεις μύγα στο σπαθί σου;

Μήπως δεν έχεις αντιληφθεί ακόμα πως η ζωή η ίδια είναι μια τεράστια πλάκα που μας παίρνει στο λαιμό της και το μόνο που της αξίζει είναι να σκας στα γέλια, να κάνεις καζούρα κι έξαλλο θόρυβο, να παίζεις με τις λέξεις, με τις καταστάσεις και με τη ζωή που σου χρεώσανε και που εσύ δε διάλεξες;

Πόσο ερωτεύσιμη καθιστά μια ύπαρξη η καλή αίσθηση του χιούμορ. Να μπορείς, ρε παίδι μου, να αυτοσαρκάζεσαι –κανείς δεν είναι στο κάτω-κάτω τέλειος–, να γελάς με το χάλι σου, να κοροϊδεύεις την κατάντια σου, να κάνεις την απογοήτευση, τη στεναχώρια, την αδικία χιουμοριστικές ατάκες και να τις ρίχνεις δεξιά κι αριστερά. Όλοι έχουν ανάγκη να γελάσουν, όλους τους έριξε η ζωή στο πέρασμά της κι όλοι θέλουν να πεθάνουν στα γέλια σε μια στραβή μέρα.

Οι άνθρωποι που το καταφέρνουν αυτό είναι οι πιο δυνατοί απ’ όλους. Δεν το κάνουν επειδή δεν έχουν προβλήματα κι η ζωή τους φέρθηκε με ευγένεια. Δεν το κάνουν επειδή είναι οι πιο ευτυχισμένοι από όλους. Το κάνουν επειδή είναι η πιο ανώδυνη οδός για να ζήσουν. Είναι η αυτοάμυνα κι η δύναμή τους. Η ζωή τους είναι πολλές φορές ανυπόφορη και το χιούμορ είναι το καλύτερο φάρμακο που βρήκαν ούτως ώστε να μην καταλήξουν σε μερικά χρωματιστά χαπάκια ευτυχίας. Κάτι σαν υποκατάστατο, δηλαδή. Είναι ο αντιπερισπασμός τους κι η λύτρωσή τους συνάμα. Είναι ολόκληρη η υπόστασή τους. Στήσανε τη ζωή τους γύρω από αυτό κι αυτό είναι που κάνει τη ζωή τους πρώτα βιώσιμη κι ύστερα ενδιαφέρουσα και περιπετειώδη.

Αν δε γελάσεις και λίγο με το βάσανό σου, αν δεν κάνεις λίγο τον καραγκιόζη για να ξεχάσεις την κεραμίδα που ήρθε και σε βρήκε κατακέφαλα ή το γεγονός εκείνο που κατάπιες αμάσητο, αν δεν πειράξεις και λίγο τον διπλανό σου, αν δε βρίσκεις τις καταστάσεις που σου τυχαίνουν τραγελαφικές –γιατί τέτοιες είναι–, τότε ποιον ακριβώς σκοπό εξυπηρετείς και τι ρόλο βαράς; Δεν πρόκειται να πάρεις κανένα βραβείο σοβαροφάνειας, πάντως, στο λέω.

Προσγειώθηκα στην πραγματικότητα όταν ο μπαρίστας μου έδωσε τον λογαριασμό. Κι ενώ πήγα να πληρώσω το καφέ μου συνέχισε ακάθεκτος να κάνει πλάκα. Του χαμογέλασα. Έριξα μια ατάκα που τον έκανε να χαμογελάσει κι αυτός κι έφυγα. Αυτή είμαι, είπα μέσα μου. Καμία πραγματικότητα, όσο άσχημη και να είναι, δεν μπορεί να τα βάλει με την πραγματικότητα μιας εγκεφαλικής κατάστασης μέσα στην οποία επιλέγεις να ζεις. Και το χιούμορ είναι μια τέτοια κατάσταση.

Σ’ αυτήν επέλεξα να ζω κι αυτήν επιλέγω συνειδητά κάθε μέρα. Ίσως κι η ζωή να τα έφερε έτσι που με ανάγκασε να το κάνω. Ίσως κι εσύ να γεννήθηκες με ένα τέτοιο σύστημα για να μπορείς να ξεγελάσεις τη ζωή που σου συνέβη. Για να μπορείς να την αντέξεις και να της πας λίγο κόντρα.

Αν δεν έχεις ιδέα για τι πράγμα μιλάω, απόκτησε επιτέλους λίγο την αίσθηση της τρέλας, αυτής της ωραίας τρέλας. Η ζωή δεν είναι εύκολη υπόθεση για κανέναν μας και κανείς δεν τη βγάζει καθαρή, στο φινάλε. Να θυμάσαι, όμως, αν η ζωή είναι σκληρή, εσύ είσαι φτιαγμένος από ατσάλι κι αν βουτήξεις τη δύναμή σου μέσα στο χιούμορ δημιουργείται ένα κράμα που τίποτα και κανείς δεν μπορεί να το νικήσει πια. Χαμογελάστε, παρακαλώ!

Συντάκτης: Άννα-Μαρία Χάσικου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη