Βιαζόμασταν να μεγαλώσουμε όταν ήμασταν παιδιά. Και τι καταλάβαμε; Μεγαλώσαμε πριν την ώρα μας, όπως θα έλεγαν οι γηραιότεροι. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω. Τότε που ό,τι μας έλεγαν το πιστεύαμε και μέναμε στις καλές προθέσεις. Εμπιστευόμασταν ο ένας τον άλλον, με κλειστά μάτια, χωρίς πολλά πολλά. Δεν υπήρχε το ψέμα, η κακία, το μίσος, ο φθόνος. Απλώς κοιτούσαμε να περνάμε καλά. Πού χάθηκαν όλα αυτά; Πώς τα αφήσαμε να χαθούν στην πορεία; Σ’ αυτήν τη μαύρη τρύπα που ονομάζουμε ενηλικίωση;

Η απάντηση είναι μία· μας έφαγε το μέλλον. Τι θα γίνει αύριο, πώς θα είμαστε σε 10 χρόνια; Η ίδια ερώτηση σε κάθε συνέντευξη για δουλειά: «πώς βλέπεις τον εαυτό σου σε 10 χρόνια από τώρα;» Αρχικά, δεν τον βλέπω, γιατί δεν υπάρχει ακόμη. Τη βρίσκω τόσο ανούσια ερώτηση, ή μάλλον, τόσο λάθος διατυπωμένη. «Πώς θα ήθελες να ήσουν σε 10 χρόνια;» Ναι, αυτό μπορεί ν’ απαντηθεί. Η ζωή όμως, είναι τόσο μικρή και μεγάλη ταυτόχρονα, γιατί να βασανίζουμε τον εαυτό μας για το τι θα γίνει σε 10 χρόνια; Εδώ αλλάζουν τα πάντα σε 10 δευτερόλεπτα, χωρίς να το πάρουμε χαμπάρι. Σκέψου το τώρα. Τι θα κάνεις τώρα για να φτάσεις εκεί που θέλεις σε 10 χρόνια;

 

 

Και μην ξεχνάς, μέσα σ’ αυτή την ασταμάτητη τρεχάλα, να κάτσεις για λίγο. Να κάνεις μια παύση. Θαύμασε το ηλιοβασίλεμα, απόλαυσε τον ήλιο που σε καίει, τώρα, γιατί αύριο μπορεί να βρέχει. Κι αν βρέξει κάτσε κι απόλαυσε τη βροχή, όπου και να σε βρει. Πώς τα κάνει όλα να γυαλίζουν, πώς ποτίζει τη γη μας από το να ξεραθεί. Νερό είναι, όχι δηλητήριο. Προσπάθησε ν’ απολαύσεις τα μικρά πράγματα στη ζωή, αυτά που με την πάροδο του χρόνου μένουν αναλλοίωτα. Γιατί μπορεί να ξεχνάμε, αλλά οι πιο δυνατές αναμνήσεις μας είναι το μόνο που δεν μπορεί να ακουμπήσει ο χρόνος. Μένουν εκεί, σταθερές, όπως ακριβώς και οι σταθερές στα μαθηματικά, να ορίζουν τη ζωή μας.

Πλέον, που λύνουμε εξισώσεις μόνο με το κομπιουτεράκι, που απλώς βιαζόμαστε να ζήσουμε, τρέχουμε να προλάβουμε την τράπεζα ανοιχτή, την προσφορά στο σούπερ, την αργία, το πρωινό ξύπνημα, το λεωφορείο, λες και μας κυνηγάει αυτή η ζωή. Μας κυνηγάει όμως; Κι αν καμιά φορά μας πιάσει, κι αν είναι άσχημη για πολλούς και διάφορους λόγους, είναι αρκετά σημαντικοί για να μη μείνει τίποτα καλό στο τέλος; Κι η αγάπη; Η φροντίδα, η ανιδιοτέλεια, η όρεξη, η αισιοδοξία, όλα όσα μας φέρνουν κοντά, το νοιάξιμο, το «θα σου φτιάξω ένα τοστάκι» και το «πάμε μια βόλτα στη θάλασσα»; Αυτά μας ορίζουν σαν ανθρωπότητα, αυτά είναι που μας υποδεικνύουν ότι είμαστε ζωντανοί. Μην τα κρύβεις, άσ’ τα να ξεχυθούν, να ξεπροβάλλουν από μέσα σου σαν αντανάκλαση του φωτός.

Η ζωή είναι πολύ μικρή για να τρέχουμε μόνο προς το μέλλον. Και νομίζω μας το έχει αποδείξει αμέτρητες φορές. Στο παρόν να μείνουμε, μόνο αυτό έχουμε εξάλλου. Μη σφίγγεσαι, μην κλείνεσαι στον εαυτό σου, πάρε ρίσκα. Μας τα λέγανε κάποτε οι μεγαλύτεροι και δεν τους ακούγαμε. «Η ζωή είναι μικρή, μη βιάζεσαι να μεγαλώσεις, ζεις τα καλύτερα χρόνια». Κι είχαν δίκιο, ήταν τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας και δεν το αντιλαμβανόμασταν. Ήμασταν μικρά όμως, δεν ξέραμε παραπάνω. Έχουν μείνει οι αναμνήσεις, να μας τα θυμίζουν. Τώρα που μεγαλώσαμε όμως, τι κάνουμε;

Μην αφήνεις το αύριο να σε κυνηγάει, δεν έχει έρθει ακόμη, παλεύεις με ανύπαρκτο εχθρό. Αντιμετώπισέ τον όταν έρθει η ώρα του. Θυμήσου το παρελθόν κι αναλογίσου πόσα δεν εκτίμησες, επειδή κοιτούσες συνέχεια το επόμενο, το πιο πέρα, το αυριανό. Σταμάτα να τρέχεις κατοστάρι. Δε σε κυνηγάει κανείς, ούτε ο χρόνος, ούτε το χρήμα, ούτε η κοινωνία. Μια ψευδαίσθηση είναι όλα. Μόνοι μας τη γεννήσουμε, μόνη μας θα τη σκοτώσουμε.

Συντάκτης: Αθανασία Κεχαγιά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου