Ο Αριστοτέλης μας τα είπε στα ίσια κι έξω απ’ τα δόντια. «Ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό. Όποιος μπορεί να ζήσει μόνος του είναι ή θηρίο ή Θεός». Πόσο δίκιο είχε. Δεν είμαστε Θεοί κι όσο και να το παλεύουμε κάποιες φορές, δεν είμαστε ούτε θηρία. Είμαστε άνθρωποι κι έχουμε την ανάγκη να είμαστε μέλη ενός συνόλου. Τα σύνολα αυτά μπορεί να είναι οικογενειακά, πολιτικά, κοινωνικά. Συνήθως αυτά, σου τυχαίνουν λίγο ή πολύ. Το σύνολο των φίλων μας όμως, το διαλέγουμε και το διαμορφώνουμε όπως εμείς θέλουμε. Φιλία. Από μόνη της η λέξη βγάζει έναν έντονο δυναμισμό.

Πόσοι και πόσοι άνθρωποι έχουν περάσει απ’ τη ζωή μας. Και πόσοι ακόμα θα περάσουν. Εμείς κρατάμε κάποιους από κάθε φάση της ζωής μας και τους κουβαλούμε μαζί μας. Είναι σαν να παίρνεις ένα λάφυρο από κάθε μάχη ενός ατελείωτου αγώνα όπως η ζωή σου. Για σκέψου λιγάκι τους φίλους σου. Ο καθένας αντικατοπτρίζει και μία εποχή της ζωής σου. Τα παιδικά χρόνια, το σχολείο, το πανεπιστήμιο, τη δουλειά. Σε κάθε μία απ’ αυτές τις εποχές είχες ανάγκη από κάποιους ανθρώπους δίπλα σου. Κι αν δεν τους κράτησες όλους στο τέλος, κράτησες έναν ή δύο. Αν δεν κράτησες κανέναν, μάλλον δε θα ήταν άξιοι να σε ακολουθήσουν.

Η καθημερινότητά μας διαφέρει από εποχή σε εποχή. Λογικό είναι, να γνωρίζεις νέους ανθρώπους και μ’ αυτούς να περνάς τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Άξιος, είναι ο φίλος που δε θα παραπονεθεί γι’ αυτό. Δεν τον ξέχασες, δεν τον διέγραψες, δεν έπαυσες να τον αγαπάς. Ίσως να μη μιλάτε όπως παλαιότερα και να κάνεις καιρό να τον δεις. Όταν βρεθείτε όμως, θα’ ναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Εκεί σε θέλω. Το πετυχαίνεις αυτό;

Έχουμε την τάση να παίρνουμε τη λέξη «φιλία» και να την ισοπεδώνουμε. Να την κάνουμε να χάνει το πραγματικό της νόημα. Κανένας φίλος δε σε πιέζει, κανένας δε σε θέλει κτήμα του. Λέμε συχνά πως οι φίλοι είναι η οικογένεια που επιλέγουμε, τα αδέλφια μας από άλλους γονείς.

Χιλιοειπωμένο. Κι έτσι είναι. Αν καταφέρεις να φέρεις τη σχέση σου με τους φίλους σου σε τέτοιο σημείο, έχεις καταφέρει τα μέγιστα. Τα αδέλφια μας μάς αγαπάνε και δεν παύουν ποτέ να χάνουν την ιδιότητά τους. Όσος καιρός κι αν περάσει. Όσο κι αν τρωγόμαστε μεταξύ μας. Μπροστά σ’ αυτούς είμαστε ο εαυτός μας. Η σιωπή δε μας κάνει να νιώσουμε άβολα.

Με τα αδέλφια μας δεν είμαστε ίδιοι. Ούτε με τους φίλους μας. Γι’ αυτό και παρατηρείται το φαινόμενο να κάνουμε παρέα με άτομα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους κι εντελώς διαφορετικά μ’ εμάς. Ο καθένας όμως, μας δίνει κάτι. Παίρνουμε κάτι απ’ τον καθένα, κάτι που έχουμε ανάγκη, κάτι  που μας λείπει. Δεν μπορείς να βρεις κάποιον που να τα έχει όλα, ίδιες αντιλήψεις, ίδια ενδιαφέροντα με σένα. Όλοι μαζί συνθέτουν το τέλειο κι εσύ τους έχεις ανάγκη όλους.

Άλλοτε, τυχαίνει να βγαίνουμε με άτομα έξω και να τα σπάμε, να περνάμε τέλεια. Κι έπειτα να βγαίνουμε μ’ αυτούς συνεχώς επειδή περνάμε πάρα πολύ καλά μαζί τους. Μην μπερδεύεσαι. Δεν έγιναν ξαφνικά φίλοι σου. Αν λειτουργούσαν έτσι τα πράγματα, θα άλλαζες φίλους κάθε έξι μήνες και θα διέγραφες τους προηγούμενους. Παρέα μπορείς να αλλάξεις, φίλους ποτέ.

Για να ονομάζεται κάποιος άνθρωπος έτσι, πρέπει να έχει ζυμωθεί η σχέση σου μαζί του. Ο χρόνος να πέρασε και να μη σας έφθειρε. Καμία απόσταση, καμία καθημερινότητα να μην κατάφερε να μπει εμπόδιο. Άξιος τελικά είναι αυτός που σ’ αγαπάει, που σου δίνει το χρόνο σου και το χώρο σου μα είναι συνέχεια εκεί αθόρυβα, χωρίς να γίνεται φορτικός.

Στην τελική αυτό μετράει. Να ξέρεις ότι αν εξαφανιστούν όλοι από γύρω σου μαγικά, θα έχεις εκείνους τους λίγους που θα πάρεις τηλέφωνο και θα τρέξουν.

Οι φίλοι μας υποχρεούνται να μας κατσαδιάζουν κι ας ξέρουν πως δε θα τους μιλάμε για δέκα μέρες. Να μας συμβουλεύουν λέγοντάς μας ωμά την αλήθεια, αλλά αφήνοντάς μας να αποφασίσουμε μόνοι μας στο τέλος. Γιατί, η αγάπη και το μίσος έχουν τα ίδια λόγια κάποιες φορές. Φτάνει να ξέρεις να τα ξεχωρίσεις.

Οι άλλοι όλοι είναι περαστικοί. Κι ας κατεβάσατε φιάλες ολόκληρες παρεΐτσα.

 

Επιμέλεια Κειμένου Παύλου Πήττα: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Παύλος Πήττας