Ίσως η μεγαλύτερη εξάρτηση μα και παγίδα ταυτόχρονα είναι να κρεμόμαστε κάποιες φορές από τα χείλη των άλλων. Αυτό δε σημαίνει πως δεν έχουμε τη δική μας άποψη, μα είναι που μας πιάνει αυτή η μανία όχι μόνο να θέλουμε να ακούσουμε τη γνώμη του διπλανού μας για εμάς αλλά να επηρεαζόμαστε από δαύτην ακόμα κι αν δεν το ζητήσαμε. Οι ευθύνες είναι μοιρασμένες. Από τη μία, καλώς ή κακώς, ορισμένοι έχουν αυτό το περίσσιο θάρρος της γνώμης τους και δεν τους αρκεί να το κρατούν μέσα τους γιατί νιώθουν πως θα εκραγούν αν δεν εκφραστούν κι από την άλλη είναι εκείνοι που δίνουν χώρο να εισέλθουν στη δική τους ψυχοσύνθεση.

Σαφώς και υπάρχουν κάποιοι καλοπροαίρετοι άνθρωποι που το στόμα τους στάζει μέλι. Χαίρεσαι να συναναστρέφεσαι μαζί τους, να μοιράζεσαι προσωπικές σου στιγμές ακολουθώντας τις συμβουλές τους, να τους αποκαλύπτεις μυστικά και να ακούς με ευχαρίστηση όλα όσα έχουν να σου πουν. Διαλέγεις και αγαπάς να σου μιλούν γιατί γνωρίζεις πως μέσα τους η πρόθεση παραμένει αγνή, σεβόμενοι πάνω απ’ όλα εσένα που βρίσκεσαι στη δυσμενή θέση. Είναι πρόθυμοι όχι μόνο να φιλτράρουν αυτό που θα σου πουν αλλά και να το κρατήσουν μέσα τους αν δεν τους το ζητήσεις.

Η άλλη πλευρά του νομίσματος φέρει εκείνον που αλόγιστα ξεστομίζει πράγματα που αφορούν κυρίως εσένα που όσο κι αν προσέξεις το «μην κρίνεις για να μην κριθείς», σε βγάζουν από τα ρούχα σου. Προσβάλουν συνειδητά. Πικρόχολες εκφράσεις, μικρές καμουφλαρισμένες κολακείες που μόνο όμορφα δε σε κάνουν να αισθάνεσαι τις συναντάς καθημερινά. Στοχεύουν στην ηλικία σου, «Μπράβο σου για το καλοδιατηρημένο σου σώμα αν και τα έχεις τα χρονάκια σου». «Δε διακρίνεται επάνω στο πρόσωπό σου ούτε μια ρυτίδα, μα ποιο είναι το μυστικό σου;» Θα ήθελες να αντιπαρέλθεις κάνοντας μια αναδρομή στο καλό σου DNA που αδιαμφισβήτητα καθόλου δεν απασχολεί τον συνομιλητή σου μα περισσότερο σου περνάει ένα αίσθημα πικρίας.

Παρατηρείται συχνά να σε ρωτούν και για την προσωπική σου ζωή. Κάνουν λόγο για τον σύντροφό σου, σε ρωτούν στα ίσια αν ζηλεύεις που είναι τόσο όμορφος, φυσικά κάνουν πως εστιάζουν στο πόσο ταιριαστό ζευγάρι είστε. Το ενδιαφέρον τους για τη σχέση σου δε σταματάει εκεί. Πολλές φορές ακούς ερωτήσεις του τύπου «Πότε σκέφτεσαι να παντρευτείς;», «Ο γιος της γειτόνισσας που ήσασταν συμμαθητές έχει ήδη δυο παιδιά και πάει για το τρίτο».

Καταλήγουν πάντοτε σε υποδείξεις. Κάθε ερώτηση είναι και ένα τεστ που περνάς. Δεν προλαβαίνεις να απαντήσεις και ακολουθεί ήδη μια επόμενη ερώτηση πιο διερευνητική, ένα πιο καυστικό σχόλιο που αφορά κυρίως εσένα σε σύγκριση πολλές φορές με εκείνους. Χαμογελάς όμως και τους συμπονάς. Κάτι φαίνεται πως τους λείπει. Κάποια εσωτερική ανάγκη που μάταια παλεύουν να καλύψουν μειώνοντας τους άλλους, ένα κενό που δεν αναπληρώνεται μόνο με το να προσπαθούν να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι, κάτι που ποτέ δε θα ανακαλύψουν. Τροφή τους πολλές φορές είναι και ο αυτοσαρκασμός αλλά και ένα είδος άμυνας καθώς τσαλακώνοντας τον εαυτό τους πιστεύουν πως παίρνουν αυτοβούλως το δικαίωμα να τσαλακώσουν μετά περισσότερο εσένα.

Ίσως να μην είχαν φίλους ή έναν σύντροφο να τους κάνει να νιώθουν πληρότητα και αγάπη. Μπορεί να μεγάλωσαν με γονείς που δεν ενδιαφέρθηκαν για εκείνους. Η δουλειά τους να τους πνίγει σαν ένας κόμπος στο λαιμό. Πολλά μπορεί. Το θέμα είναι πως όλοι εκείνοι είναι μέρος μιας πραγματικότητας που η ευγένεια έχει περάσει σε μια δεύτερη μοίρα, κάπως ντεμοντέ για τα δεδομένα.

Η επιλογή του τρόπου έκφρασης είναι δικαίωμα του καθενός. Μπορείς να διαλέξεις να είσαι μέρος μιας αλληλεπίδρασης γεμάτη ευγένεια και σεβασμό. Μπορείς όμως και να παραμείνεις στο απέναντι στρατόπεδο. Ο ρόλος σου εξαρτάται από τα κίνητρά σου και από το πώς βιώνεις τις καταστάσεις γύρω σου. Καμιά φορά, η πρόθεση δε μετράει. Κι αυτό δεν είναι κακό, είναι χρήσιμο για να καταλάβουμε πως το αποτέλεσμα έχει εν τέλει σημασία. Κι αν το αποτέλεσμα είναι ένα βλέμμα σκοτεινιασμένο από μια ατάκα που δεν είχε εν τέλει σημαντικό λόγο ύπαρξης, μπορεί και να μην υπάρξει. Τόσο απλό είναι, γιατί το κάνουμε δύσκολο;

Συντάκτης: Μαίρη Νταουξή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου