Από μικρά παιδιά δεχόμαστε απλόχερα την αγάπη χωρίς να τη ζητήσουμε. Κανείς δεν αρνείται ποτέ να γεμίσει την καρδιά μας με συναισθήματα πληρότητας και ασφάλειας, τρυφερότητας και φροντίδας. Με την ίδια ευκολία όλοι δέχονται την αγάπη ενός παιδιού όπως ένα πολύτιμο δώρο. Η ανταπόκριση και η ανταπόδοσή της είναι μεγάλη. Οι δικοί μας άνθρωποι αισθάνονται υπερήφανοι για εμάς όταν μεγαλώνοντας με τη σειρά μας διαπιστώνουν να μεταδίδουμε την αγάπη αυτή σαν την πιο σημαντική κληρονομία που μας άφησαν. Και δεν έχουν άδικο. Να αγαπάς είναι πράγματι ένας θησαυρός που όταν τον δίνεις και όταν τον λαμβάνεις, αισθάνεσαι πλουσιότερος από τον οποιονδήποτε.

Γαλουχηθήκαμε με προορισμό να αγαπάμε αδιάκοπα. Τους γονείς, τα αδέρφια μας, τα ζώα. Γι’ αυτό είναι τόσο δύσκολο να γυρίσουμε την πλάτη στην αγάπη αν και εφόσον χρειαστεί. Στην ενήλικη ζωή εμφανίζονται «πρέπει» που μας αναγκάζουν να διαλέξουμε εκείνα καθώς φαίνονται σωστότερα καμιά φορά για εμάς ή για κάποιον που αγαπάμε πολύ. Δείχνουν να είναι η ιδανική επιλογή για ένα μέλλον που έχει μπει στο ζύγι. Έτσι ξαφνικά η έλλειψή της προκαλεί πόνο και η απώλειά της μοιάζει δυσβάσταχτη. Τόσο για εκείνον που θα φανεί πιο ισχυρός και θα πάρει το βάρος στις πλάτες του πρώτος, όσο και για εκείνον που θα δεχθεί την απόφαση του άλλου χωρίς να χρειαστεί να στιγματιστεί.

Εκείνος που του αρνούνται την αγάπη αισθάνεται απόρριψη. Όσο σαφείς και προφανείς είναι οι λόγοι που προκύπτουν είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην το πάρει προσωπικά. Αυτό συμβαίνει γιατί τα συναισθήματα είναι σαν μικροί εγωιστικοί κρίκοι που συνδέουν εμάς με τον σύντροφό μας αποκλειστικά και όταν για κάποιο λόγο σπάσουν δεν κοιτούν ποιανού το χέρι έφταιξε για τη ζημιά. Μια μορφή εξάρτησης είναι αυτό που νιώθουμε. Φυσικό επακόλουθο της έντονης ερωτικής διάθεσης που υπάρχει προς το άλλο πρόσωπο. Όσα μας δένουν μαζί του είναι τόσο έντονα και δυνατά που ξεχνάμε πως μόνο εκείνα είναι δικά μας και όχι ο ίδιος ο άνθρωπος κι ένα μέλλον μαζί του.

Ποιος είναι όμως ο φαινομενικά πιο γενναίος; Εκείνος που κάνει το πρώτο βήμα να δεχθεί τις συνέπειες να πάρει την ευθύνη και να ορίσει το τέλος της σχέσης ή εκείνος ο οποίος πληγώνεται από μια απόφαση που δεν είναι στο χέρι του να αλλάξει; Εκείνος που απλώνει το χέρι και βγάζει το βέλος από τη φαρέτρα ή εκείνος που δέχεται τελικά το βέλος απ’ το τόξο και έχει να αντιμετωπίσει τις προσωπικές του ανασφάλειες, τον πόνο και την απομάκρυνση του ανθρώπου που αγαπά; Και οι δύο θέσεις είναι δύσκολες. Αναμφισβήτητα και οι δύο υποφέρουν. Όταν τα συναισθήματα είναι αμοιβαία δεν υπάρχει διαχωρισμός στο ποιος αισθάνεται εντονότερα αλλά ίσως να φαίνεται περισσότερο ατρόμητα κυνικός εκείνος που παλεύει με τον εαυτό του πρώτα και παίρνει μια απόφαση και για τους δυο.

Οι εξηγήσεις του πολλές φορές δεν αρκούν. Ούτε μπορεί να προεξοφλήσει στον άλλο σύντροφο πως από δω και στο εξής θα ζουν χώρια περιμένοντας κάποια στιγμή να ευτυχήσουν ξανά. Είναι ο κακός της υπόθεσης κι αυτό δεν αλλάζει. Η λογική του κατάφερε να υπερισχύσει των συναισθημάτων του και να δει πιο καθαρά μα αυτό ποτέ δε θα του αναγνωριστεί. Ήταν αυτός που τόλμησε να κοιτάξει πέρα από το συναίσθημα και για αυτό πάντοτε θα υπάρχει η αμφιβολία προς το πρόσωπό του. Η υπόνοια πως εκείνος δείλιασε ή ότι νιώθει τα λιγότερα θα τον στιγματίζει. Ακόμα κι αν το μυαλό του κλείδωσε σε μια επιλογή από ανάγκη και μόνο, πάντα θα είναι εκείνος που έκανε το πρώτο βήμα στο ξεκίνημα της χωριστής τους πορείας.

Το να γυρίσουμε την πλάτη στην αγάπη είναι ίσως ό,τι πιο δύσκολο καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Όχι μόνο γιατί εκείνη τη στιγμή είναι λες και χωρίζουμε την καρδιά μας στα δύο αλλά είναι που αυτό το γεγονός μπορεί να μας ακολουθεί για μια ζωή. Όσο και να προσπαθήσουμε να το αγνοήσουμε πάντα ένα κομμάτι μας θα ανήκει στην αγάπη που αφήσαμε μια μέρα πίσω. Θα σκονίζεται στην άκρη ενός ραφιού μαζί με ένα μισοδιαβασμένο βιβλίο και πάντα θα αναρωτιόμαστε πώς είναι το τέλος του. Πάντα θα αναζητάμε απαντήσεις σε ερωτήματα που θα μείνουν στο παρελθόν.

Μέσα από μια σχέση που δεν τέλειωσε γιατί έκανε τον κύκλο της, πάντα και οι δύο θα φαίνονται αφανείς ήρωες. Εκείνοι που έκαναν μια θυσία και φέρθηκαν γενναία. Μέσα από ένα τέτοιο γεγονός βγαίνεις πάντα πιο ισχυρός. Περισσότερο θαρραλέος. Μπορείς να διακρίνεις όσα αξίζουν κι όσα έχασες γίνονται κινητήριος δύναμη που σε ακολουθεί. Κι αν μέσα σου ξέρεις πως θα έχεις αρνηθεί μια αγάπη, πάντα η ζωή θα έχει να ανοίξει την αγκαλιά μιας άλλης αλλιώτικης. Όλα είναι πιθανά.

Και πού ξέρεις ίσως εκείνη καταφέρει να αγγίξει ξανά εκείνο το βιβλίο ανοίγοντας αυτή τη φορά ένα καινούριο κεφάλαιο, ικανό να σου τραβήξει το ενδιαφέρον μέχρι τον επίλογο.

Συντάκτης: Μαίρη Νταουξή
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη