Όταν σε κοιτάζω, σκέφτομαι ποιος άνεμος σ’ έφερε εδώ. Ποια δύναμη σε ώθησε να ανοίξεις όλα σου τα χαρτιά ένα προς ένα. Δίχως τον παραμικρό δισταγμό, μιλώντας μου για ‘σένα απ’ την πρώτη στιγμή, χωρίς να φερθείς σαν αδιάκριτος επισκέπτης σκαλίζοντας το παρελθόν μου. Μου ξεδίπλωσες τη ζωή σου που ήταν σαν νήμα τυλιγμένη ζητώντας μου να πλέξουμε αυτή τη φορά μαζί τις δικές μας στιγμές, και δέχτηκα. Κάτι μέσα μου μού έλεγε να σε εμπιστευτώ και να σου εμπιστευτώ μαζί με την ευτυχία μου κι όλους μου τους φόβους.

Ένα μικρό ξενιτεμένο περιστέρι. Αυτό ήσουν. Κάποια θάλασσα σε παγίδευσε στη δύνη της απομακρύνοντάς σε απ’ τα πραγματικά σου «θέλω». Για μια στιγμή νόμιζες πως τα άφησες όλα πίσω. Τις επιθυμίες σου, τα όνειρά σου, τη δίψα σου για τον έρωτα. Παραγκώνισες τις ανάγκες σου, βάζοντάς τις να κοιμηθούν ήσυχα, φυλακισμένες στο κλουβί του υποσυνείδητού σου, μέχρι που κόντεψες να ξεχάσεις πως πραγματικά υπάρχουν. Ώσπου σου φώναξαν σπαραχτικά πως θέλουν να γυρίσουν πίσω σε ‘σένα. Δεν το αντιλήφθηκες, μα κάποια στιγμή έφτασαν στα αφτιά μου οι φωνές τους. Τις ξεκλείδωσα κι απελευθερώθηκαν ξανά. Ξεχύθηκαν γύρω μας.

Ήρθαν κοντά μου και φώλιασαν μέσα στα χέρια μου. Μου μαρτύρησαν πόσο πολύ σε ηρεμεί η αύρα μου. Πως λατρεύεις το χαμόγελό μου. Μου ορκίστηκαν πως σημαίνω για ‘σένα πολλά περισσότερα από όσα αντιλαμβάνομαι. Τους έδωσα τον λόγο μου πως θα τις προσέχω, και θα τον κρατήσω. Είναι που πάλι κρέμεσαι απ’ τα χείλη μου. Είναι παράξενο, μα νιώθω πως είσαι ένα μικρό παιδί που αρνείται να μεγαλώσει. Που εναποθέτει όλες του τις ελπίδες στη δική μου κρίση, για αποφάσεις που καλούμαι να πάρω και για τους δύο.

Δε στο κρύβω, είναι φορές που αναρωτιέμαι τι θα κάνω με ‘σένα. Είναι στιγμές που διχάζεις το μυαλό μου και με κάνεις να αμφιταλαντεύομαι ανάμεσα σε ακραία διφορούμενα συναισθήματα αγανάκτησης κι αγάπης. Απ’ τη μία είναι αυτή η αξιολάτρευτη αδεξιότητα που έχεις με την αίσθηση των πραγμάτων, που δίνει μάχη με όλα σου τα ελαττώματα και νικάει πανηγυρικά. Ο χρόνος ο χειρότερος εχθρός σου. Κι όμως, η φύση σε έχει προικίσει με τόσα χαρίσματα που σου είναι αδιάφορο να εκμεταλλευτείς, λες και φοβάσαι πως δε θα μπορέσεις να διαχειριστείς τον εαυτό σου.

Έχεις μια καρδιά διαμάντι. Και την χαρίζεις απερίσκεπτα δεξιά κι αριστερά αγνοώντας τους κινδύνους. Δίνεσαι. Και μαζί με σένα δίνεις κι ό,τι έχεις στην κατοχή σου, μέχρι τελευταίας σταγόνας, χωρίς να σε απασχολεί το αν θα αδειάσεις εσύ εντελώς. Όσο εύκολα εμπιστεύεσαι τόσο δύσπιστος είσαι. Και μέσα στον παραλογισμό σου αυτόν κάνεις λάθη και παλεύεις να τα διορθώσεις, απορώντας στο τέλος κι εσύ με ‘σένα.

Έμπλεξες, όμως. Γιατί ίσως δεν είσαι εσύ ο ιδιότροπος της υπόθεσης αλλά εγώ. Εγώ που χτενίζω τη λεπτομέρεια, λες και θα μου δώσει τις απαντήσεις στα ψυχαναγκαστικά μου παραληρήματα. Κι οι σκέψεις μου να υπεραναλύουν τις διαφορές μας, λες κι αν δεν καταφέρουμε γεφυρώσουμε το χάσμα, θα πνιγώ απελπισμένη στο νερό της κουταλιάς μου. Μέχρι να με ταρακουνήσεις για να δω καθαρά πως ανεβάζω τον πήχη υπέρμετρα ψηλά. Τόσο που, τελικά, απογοητεύομαι απ’ τις ίδιες μου τις προσδοκίες.

Και κάπου στη μέση συναντιόμαστε εσύ κι εγώ. Πρέπει να μου μάθεις τη γλώσσα που μιλάς, μέχρι να μάθω να σε διαβάζω από μόνη μου. Να κάνω υπομονή, να υποχωρώ, να μην ξεχνώ να εκτιμάω, ακόμα κι όταν ο εγωισμός μού θολώνει την κρίση. Ακόμα κι αν χρειαστεί να ρίξω χαμηλά τις απαιτήσεις μου, κι ας φοβάμαι να παραδεχθώ πως αν σβήσει ένα μικρό αστέρι, ο ουρανός μου δε χάνει τη λάμψη του. Έτσι τις φορές που αισθάνομαι πως χάνω τον εαυτό μου, θα ξέρω πως είσαι εκεί να τον κρατήσεις κοντά για να τον πλησιάσω πάλι.

Και, προς Θεού, μη μου πεις μεγάλα λόγια. Προτιμώ τις μικρές, όμορφες αλλά αληθινές πράξεις. Άσε τις υποσχέσεις για εκείνους που θέλουν να κάνουν θόρυβο. Πες μου μόνο πως όσο μπορείς θα μ’ αγαπάς. Και με σύμμαχό μας αυτό το ανυπέρβλητο συναίσθημα θα ξεπερνάμε την κάθε δυσκολία. Με αμοιβαίες κινήσεις και με κοινή προσπάθεια. Γιατί όσο κι αν τα αφτιά παραπλανιούνται στο άκουσμα των ωραίων, τα μάτια έχουν μεγαλύτερη ανάγκη να τα δουν κι η καρδιά να τα νιώσει.

Εσύ μείνε, λοιπόν, κι εγώ θα σε κρατήσω!

 

Συντάκτης: Μαίρη Νταουξή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη