Όταν μιλάμε για το πάθος, έρχεται στο μυαλό μας εκείνος ο καθοριστικός παράγοντας που εκεί, στις αρχές μιας σχέσης πυροδοτεί όλα μας τα κίνητρα, τις διαθέσεις και τα ένστικτά μας, προκειμένου να μας κινητοποιήσει και να μας μεταφέρει από το μηδέν της μονότονης ζωής μας, στην πεμπτουσία του έρωτα. Στροβιλίζοντάς μας μέσα στα απομεινάρια, που μας αφήνουν οι έντονες απρόβλεπτες επιθυμίες, οι εσωτερικές αντιφατικές μας εντάσεις, οι ακραίοι συναισθηματικοί μας εθισμοί και η αδυναμία κυριαρχίας στον εαυτό μας. Και μοιάζουν όλα να κινούνται γύρω από εκείνην την ακατανίκητη ροπή μας για να γευτούμε τα πάντα, μόνο στο ζενίθ τους. Στο απόλυτα κυριαρχικό, κόκκινο.

Γιατί το πάθος είναι εκεί, για να πειραματιστεί με το πόσο αντέχουν τα προσωπικά όρια του καθενός μας. Μα συνάμα, επιδιώκει και να τα δοκιμάσει, τεντώνοντάς τα επικίνδυνα, κάνοντάς τα να μοιάζουν με μελωδικές χορδές που είναι έτοιμες να σπάσουν κάτω από ανεπαίσθητα αγγίγματα. Το νιώθουμε να σαλεύει μέσα μας έντονο, χωρίς να έχουμε τη δύναμη να το κατευνάσουμε ή να του επιβληθούμε. Ίσως επειδή, το πάθος είναι μια ανεξέλεγκτη πρωτόγονη ορμή που μας παρασύρει στη δίνη της και μας εξουθενώνει αργά και σταθερά. Γνωρίζοντας κι οι ίδιοι, ότι αν δεν του παραδοθούμε ολοκληρωτικά και λυτρωτικά, θα μας ρουφήξει στην περιδίνησή του με μια εξοντωτικά ολέθρια δύναμη.

Κι υπάρχουν φορές που το αισθανόμαστε ν’ αλλάζει μορφές κι από μια μικρή σπίθα να μεταμορφώνεται σε πύρινη λαίλαπα, έτοιμη να μας κάνει παρανάλωμα του έρωτα. Σαν σε μια έκρηξη αισθήσεων, από την οποία το μόνο σίγουρο είναι ότι θα βγούμε είτε κομμάτια, είτε τελείως διαφορετικοί άνθρωποι.

Βρισκόμαστε λοιπόν να προσπαθούμε να ισορροπήσουμε πάνω σε ακραία τεντωμένα σχοινιά, με το σώμα μας να καταδυναστεύεται από τις επιδράσεις των συναισθημάτων μας. Με κρεμασμένα στο βλέμμα μας, όλα εκείνα τα σημάδια της έντονης εξάρτησής μας. Επίμονες σκέψεις που στριφογυρίζουν στο μυαλό μας, υπερένταση στο έπακρο, αφηρημάδα, μα κι έντονη διάθεση να κάνουμε χιλιάδες πράγματα, μα μόνο με τον άνθρωπο που παθιαζόμαστε. Να βιώνουμε μια σχέση ισχυρής εξάρτησης. Να μοιάζει σαν ένας αναγκαστικός εθισμός που κυλά στις φλέβες της σκέψης μας ακατάπαυστα, χωρίς να μπορούμε αλλά και χωρίς να θέλουμε να του αντισταθούμε.

Κάπου εκεί, αρχίζουμε να νιώθουμε ότι ο άλλος μας λείπει ανυπόφορα, ότι επιθυμούμε να τον βλέπουμε συνέχεια κι όταν μας μιλά, αισθανόμαστε τη φωνή του να συντρίβει τις σκέψεις μας. Με μια έντονη, ασίγαστη υπερδιέγερση που κατακλύζει το κορμί και το μυαλό μας. Ζούμε μόνο γι’ αυτόν τον άνθρωπο. Για ν΄ αναπνέουμε δίπλα του. Κι όλα τα άλλα, όλοι οι άλλοι, θαμπώνουν αργά μέσα στον καθρέφτη μας. Νοτίζονται και διαβρώνονται πεταμένοι στην απύθμενη λήθη μας. Δεν έχει σημασία τίποτα άλλο. Κι αρχίζουμε να δενόμαστε με τον άνθρωπό μας, να εξαρτόμαστε από εκείνον, μα παράλληλα να απογειωνόμαστε μαζί του στη δυναμική του έρωτα.

Μένοντας εκεί, να ενδυναμώνουμε κάθε μέρα τις ψευδαισθήσεις μας. Πιστεύοντας μέσα μας, ότι η σχέση μας αυτή τη φορά, θα είναι διαφορετική. Ότι αυτή τη φορά, αυτό το εξοντωτικό πάθος που νιώθουμε για τον άλλο θα κρατήσει πιο πολύ. Ότι το συναίσθημα της έξαψης που μας κατακλύζει, θα αντέξει περισσότερο και οι ευχάριστες στιγμές θα γεμίσουν τη ζωή μας με πλασματική και πρόσκαιρη, έστω ευτυχία. Μέχρι το χείλος.

Εξακολουθώντας να τ’ αναζητούμε όλα, μέσα από εκείνες τις σχέσεις που μας υπόσχονται την ανεξάντλητη έκκριση της αδρεναλίνης κι αυτή τη λεπτή, ιδιαίτερη ισορροπία πάνω από το κενό της ζωής μας. Γιατί αυτό το οριακό, παθιασμένο συναίσθημα, μας κάνει να νιώθουμε εξουθενωτικά ζωντανοί. Μας κάνει να νιώθουμε ότι διεκδικούμε από τη ζωή αυτό που μας αξίζει. Να παραμένουμε οι κυνηγοί των έντονων συγκινήσεων, που κάθε φορά επιμένουν να μας προσπερνούν και να αιχμαλωτίζουμε τις ισχυρά μοναδικές στιγμές μας μέσα στο χρόνο.

Κι όταν όλο αυτό το σπουδαίο και μοναδικό που νιώθουμε καταλαγιάζει, εκπνέει και μας οδηγεί στην οδυνηρή προσγείωση στην πραγματικότητα, τότε συνειδητοποιούμε για ακόμη μια φορά, ότι όλος εκείνος ο μηχανισμός της ισχυρής έλξης που νιώσαμε για τον άλλο, δεν ήταν πάρα μόνο ένα απλό παιχνίδι των αρχέγονων ενστίκτων μας. Που ξυπνούν κάθε φορά, για να μας κατευθύνουν σ΄ όλους εκείνους τους προορισμούς που η φύση μάς επιβάλλει. Εκτιμώντας, ότι όλα εκείνα τα αρχικά συναισθήματα πίσω από τα οποία σερνόμαστε, είναι ικανά να δώσουν μια στάλα επιμήκυνση στο χρόνο διάρκειας των σχέσεών μας. Ή του έρωτα. Τροφοδοτώντας έτσι, το αέναο παιχνίδι της ζωής.

Συντάκτης: Όλγα Αρβανιτά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου