Μητέρα, mother, mere, mutter, madre, mor! Πολλές οι λέξεις για μία και μόνο αξία. Μάνα. Όπα, γράψτε λάθος, κάτι λείπει. Ελληνίδα μάνα. Ένας και μόνο επιθετικός προσδιορισμός αρκεί να βάλει το χεράκι του για να ανακατέψει τη συνταγή. Πόσα ρητά έχουν γραφτεί γι’ αυτήν την υπόσταση; Πόσοι πόλεμοι έχουν μπει ήδη στη μηχανή του χρόνου γι’ αυτήν την ιδέα (κυρίως οικογενειακοί); Και το σπουδαιότερο; Πόσο πλουσιότερες έχουν γίνει οι εταιρείες καρτοκινητής και πόσο σάλιο έχει σπαταληθεί πάνω απ’ το ακουστικό, σε εκείνα τα ολιγόλεπτα τηλεφωνήματα μαζί της.

Ναι, καλά διαβάσατε. Ολιγόλεπτα. Τουλάχιστον με αυτήν την πρόθεση ξεκινούν όλα. Τώρα, πώς το τηλεφώνημα καταλήγει μαραθώνιος, μέχρι η πρώτη καμένη τηγανιτή πατάτα να σπάσει τη μύτη μας, αυτό είναι ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει γενιές και γενιές.

Γιατί όταν μιλάς με τη μαμά σου καταλήγεις πάντα να μαθαίνεις τα νέα απ’ όλο το σόι. Κι αν είναι και μεγάλο, δεν ξέρω καν αν θα σου φτάσει ένα μόνο τηλεφώνημα μέσα στη μέρα!

Υπάρχουν πολλών λογιών τηλεφωνήματα, πολλές δε περισσότερες αφορμές, ώστε η οθόνη του κινητού σου να αναβοσβήσει κι εκεί, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, να διακρίνεις το νούμερο της πολυαγαπημένης μανούλας να φαντάζει απειλητικό. «Κοιμάσαι;» θα είναι η πρώτη λέξη που θα ηχήσει στα αφτιά σου, εκείνα τα πρώτα δευτερόλεπτα, όπου αμφιταλαντεύεσαι αν θέλεις να το παίξεις κουλ για να μην την κακοκαρδίσεις ή αν θέλεις να της πεις ένα μινιμαλιστικό «ναι» και να αλλάξεις πλευρό κι όνειρο.

Ας μην κοροϊδευόμαστε. Όλοι έχουμε πέσει θύματα τέτοιων κλήσεων, όπου η μάνα μας βρίσκεται στην άλλη γραμμή, με την όρεξη και τον καφέ της να ξεχειλίζουν, κι εμείς με το ακουστικό στο χέρι, την τσίμπλα στο μάτι και τα πρόθυρα νευρικού κλονισμού προ των πυλών. Υπάρχουν, βέβαια, κι αυτές που γνωρίζοντας καλά το στερνοπούλι τους, ανησυχούν μήπως το πλάκωσε το πάπλωμα κι η πρώτη μέρα στη δουλειά καταλήξει κι η τελευταία, οπότε αυτό το πρωινό τηλεφώνημα έχει συνήθως κι έναν ιερό σκοπό. Τους το αναγνωρίζουμε.

«Μαγείρεψες; Έφαγες; Θα βγεις; Ζακέτα να πάρεις!», είναι μερικές ακόμα ατάκες που ολοκληρώνουν τις νότες στο πεντάγραμμο πριν τη μεγάλη παύση. Ηρεμία για λίγα δευτερόλεπτα στο ακουστικό. Πάντα έτσι συμβαίνει πριν τη μεγάλη παλίρροια. Πριν το μεγάλο κύμα πληροφοριών να χτυπήσει το τύμπανο του αφτιού μας και να αρχίσουμε να μαθαίνουμε με κάθε μικρή, κελαρυστή, ουσιώδη ή και μη, λεπτομέρεια τι συμβαίνει στη ζωή κάθε συγγενή.

Δεν ανησυχείτε κι εσείς ότι κάτι έχει πάει λάθος; Γιατί όταν μιλάμε με τη μαμά μας τι αποζητούμε; Να ενημερωθούμε για τα βασικά νέα της οικογένειας εμείς κι αυτή με τη σειρά της να βολιδοσκοπήσει το τοπίο στη δική μας ζωή. Τώρα, αν είμαστε κι εμείς στρείδια και κλεινόμαστε στο καβούκι μας, λογικό να καταλήξουμε να μαθαίνουμε τα νέα για τις ζωές των άλλων. Υπάρχει κι ένα πρωτόκολλο που πρέπει να τηρηθεί άλλωστε σε τέτοια τηλεφωνήματα.

Αφού, λοιπόν, θα περάσουν τα πρώτα λεπτά κι η δόλια δε θα έχει καταφέρει να μάθει και πολλά πράγματα (μεταξύ μας έχει και το άγχος μήπως παντρεύτηκες κρυφά και δεν της το πες), μια εποικοδομητική συζήτηση θα αρχίσει με εσένα αποδέκτη για το τι κάνει ο πρώτος, δεύτερος ή και τρίτος ξάδερφος, που μεταξύ μας παίζει να μην έχεις γνωρίσει και ποτέ, για τον αδερφό σου, διότι, αφού δε σου σηκώνει το τηλέφωνο, από κάπου κι εσύ πρέπει να μάθεις τα νέα του ή ακόμη και για το παιδί της αδερφής της νύφης του νονού σου που πήγε φαντάρος. Αν υπήρχε η δυνατότητα, δηλαδή, θα μάθαινες και νέα για τον προπάππου του προπάππου του παππού σου. Αυτή είναι επικοινωνία, όχι αστεία!

Γιατί όταν μιλάς με τη μητέρα σου, ιδιαίτερα αν βρίσκεσαι και μακριά, η πραγμάτωση του «είναι σαν να είσαι εδώ, παιδί μου» παίρνει σάρκα κι οστά, αφού δεν παραλείπει να σε ενημερώσει για το παραμικρό. «Η ξαδέρφη σου αρραβωνιάζεται τον επόμενο μήνα, ο νονός του αδερφού σου παντρεύεται, η ανιψιά της θείας σου είναι έγκυος», βέλη που πέφτουν και στοχεύουν στη δική σου αφύπνιση για το πότε θα της φέρεις εσύ το ταίρι σου ή το εγγονάκι. Εκείνη τη στιγμή, προσπαθείς να μη γίνεις μητροκτόνος και το κους κους συνεχίζεται. «Η θεία σου (ετών 50, να σημειωθεί) έδωσε εξετάσεις και πέρασε στο θεατρικών σπουδών», μας ανακοινώνει με υπερηφάνεια κι αυτό που θέλουμε να της πούμε είναι ότι μάλλον θα ραφτεί πρώτα για την ορκωμοσία της αδερφής της. Τουλάχιστον θα έχει έτοιμο συνολάκι για τη δική μας!

Θέλει να μοιραστεί τη χαρά, τον ενθουσιασμό, ακόμη και τη στενοχώρια της με κάποιον και καλύτερη επιλογή από εμάς, τα παιδιά της, δε θα μπορούσε να έχει. Νοιάζεται για τη γνώμη μας, τη συμβουλή μας, ακόμα και το κακόβουλο κάποιες φορές σχόλιό μας, για τα τεκταινόμενα στην ευρύτερη οικογένεια. Τα όρια της πυρηνικής εξάλλου τα έχουμε ξεπεράσει προ πολλού. Γιατί, όσο περνούν τα χρόνια, οι ρόλοι αλλάζουν. Εμείς πλέον αναλαμβάνουμε ρόλο συμβούλου ζωής, ψυχολόγου, ή ρήτορα. Εξάλλου, όσο μεγαλώνουμε, η πείρα μας κάνει πιο ικανούς για τέτοια πόστα. Τώρα, αν ακόμα δεν μπορούμε να αποφασίσουμε τι ρούχα θα φορέσουμε κάθε πρωί ή πώς πίνουμε τον καφέ μας, είναι άλλο ζήτημα.

Μπορεί, πολλές φορές, να δυσανασχετούμε με τη φλυαρία της, αλλά κατά βάθος το απολαμβάνουμε κι εμείς λίγο. Γιατί μάνα είναι μόνο μία. Κι αν είναι και Ελληνίδα μάνα, δεν περιγράφω άλλο.

Υ.Γ. Ας της λέμε και κανένα «σ’ αγαπώ» πού και πού. Το έχει ανάγκη. Γιατί, ας μην ξεχνάμε, η ζωή είναι μικρή.

Συντάκτης: Μαρία Δουδούμη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη