Σε αυτό τον υπερ-τεχνολογικό κόσμο που ζούμε είμαστε τόσο «ορατοί» και «συνδεδεμένοι» όσο ποτέ κι όμως οι περισσότεροι νιώθουμε μόνοι μας. Μια από τις πιο λανθασμένες αντιλήψεις σχετικά με τη μοναξιά έχει να κάνει με την ποσότητα των φίλων ή των ανθρώπων από τους οποίους περιβάλλεσαι, όταν για την ακρίβεια η μοναξιά έχει να κάνει με το αίσθημα του να νιώθεις μόνος και χαμένος με τα ίδια σου τα συναισθήματα και τις σκέψεις σου.

Μπορεί να νιώθεις μόνος σου σε ένα δωμάτιο γεμάτο με ανθρώπους που αγαπάς και νοιάζεσαι, εάν στο τέλος της ημέρας κρύβεις το πώς νιώθεις, τι σκέφτεσαι ή τι περνάς, μόνο από φόβο ότι θα σε κρίνουν ή ότι θα απογοητεύσεις κάποιους με το να μην ανταποκρίνεσαι στην εικόνα που πιστεύεις ότι έχουν για ‘σένα ή στα στάνταρ με τα οποία εκείνοι ζουν.

Κι αυτό είναι που συχνά μας εκπλήσσει όταν ακούμε ότι άνθρωποι που ξέρουμε υποφέρουν από κατάθλιψη, είναι ότι συνήθως δεν το είχαμε καταλάβει γιατί ήταν πάντα «η ψυχή της παρέας» ή φαινόταν πάντα «τόσο χαρούμενοι και τόσο ήρεμοι».

Οι άνθρωποι που είναι μόνοι τους ή δυστυχισμένοι δε μοιάζουν κάπως συγκεκριμένα ή έχουν έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής κι εμπειρίες που τους ξεχωρίζει από τους άλλους με κάποια ταμπέλα που αναβοσβήνει πάνω από τα κεφάλια τους. Οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεχτικοί στο να μην είμαστε θύματα της αντίληψής μας στο πώς φαίνονται μερικοί άνθρωποι ή στο πώς πρέπει να είμαστε εμείς για να κρατήσουμε τους άλλους σε ένα άνετο και βολικό επίπεδο.

Αν δεν εκφράζουμε για παράδειγμα το πώς νιώθουμε, είναι σαν να πιστεύουμε ότι οι άνθρωποι που μας αγαπάνε και μας νοιάζονται, μπορούν να συνεχίσουν να το κάνουν μόνο όταν εμείς δεν τους ξεβολεύουμε με κάποιο τρόπο είτε λέγοντας τους την αλήθεια μας ή πιστεύοντας ότι θα τους φορτώσουμε με το να εκμυστηρευτούμε κάτι που περνάμε ή μας απασχολεί.

Είναι σαν να πιστεύουμε ότι οι άνθρωποί μας δε θέλουν να ξέρουν πώς πραγματικά είμαστε κι όλοι νιώθουν άβολα με τα συναισθήματα. Ζούμε έχοντας εκλογικεύσει δικές μας προβολές κι υποθέσεις σαν να είναι αλήθειες θέσφατες, όταν στην πραγματικότητα είναι οι ίδιοι μας οι φόβοι και δικά μας πιστεύω που μας έχουν δημιουργήσει αυτούς τους περιορισμούς.

Το να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να γίνουμε ευάλωτοι απέναντι στους ανθρώπους που αγαπάμε, είναι ακόμη πιο ζωτικής σημασίας στις μέρες μας όπου είναι τόσο εύκολο να στείλουμε ένα ελαφρύ μήνυμα με ένα «Ελπίζω να είσαι καλά» ή να κλικάρουμε το κουμπάκι «μου αρέσει» ή να κάνουμε κάποιο σχόλιο λες κι όλα αυτά είναι ενέργειες που μας κρατάνε συνδεδεμένους με τους άλλους ανθρώπους επί της ουσίας.  Λες κι αυτή η τεμπέλικη επικοινωνία θα μας επιτρέψει να γνωρίσουμε τον άλλο και να μοιραστούμε πράγματα δικά μας.

Κι όμως το χρησιμοποιούμε όλοι κατά κόρον έχοντας πείσει τους εαυτούς μας ότι έτσι συνδεόμαστε, ότι έτσι γνωριζόμαστε, ότι έτσι κάνουμε προσπάθεια να είμαστε εκεί για τον άλλο. Και δεν εννοώ να μοιραζόμαστε τις πιο ενδόμυχες σκέψεις μας με ανθρώπους που δεν είναι ασφαλείς ή άξιοι εμπιστοσύνης, αλλά στο να εμπιστευτούμε κάποιον αρκετά έτσι ώστε να μπορέσουμε να εκφράζουμε το πώς είμαστε, τις σκέψεις μας, τα συναισθήματα μας και ταυτόχρονα να τσεκάρουμε και με τον εαυτό μας και να ρωτήσουμε «Πώς είμαι σήμερα; Τι χρειάζομαι; ».

Οφείλουμε να τσεκάρουμε συχνά τους εαυτούς μας για το πώς είμαστε, γιατί μερικές φορές δε συνειδητοποιούμε ότι λειτουργούμε στον αυτόματο πιλότο, τρέχοντας μέσα στη ζωή χωρίς να πάρουμε το χρόνο να φορτίσουμε, να επαναπροσδιορίσουμε, να νιώσουμε πραγματικά. Γινόμαστε τόσο απασχολημένοι και βιαστικοί που δεν αντιλαμβανόμαστε ότι τα άγχη μας, μας προκαλούν θλίψη ή απογοήτευση ή νιώθουμε χαμένοι.

Κοιτάμε γύρω μας και πιστεύουμε ότι «πρέπει» να είμαστε εντάξει –έχουμε δουλειά, οικογένεια, φίλους, παιδιά, γκομενάκια– κι όμως μπορεί να τρέχουμε με άδεια ντεπόζιτα ή να παλεύουμε με παρελθοντικά τραύματα τα οποία μας καθορίζουν και μας καταστρέφουν και να μην ξέρουμε από πού προέρχονται, πώς να τα εξηγήσουμε ή τι να κάνουμε για όλα αυτά.

Αυτή η απομόνωση, όχι μόνο δημιουργεί μοναξιά, αλλά γίνεται κι ένας φαύλος κύκλος, γιατί όταν αναγνωρίζουμε ότι νιώθουμε με αυτό τον τρόπο, καταλήγουμε να μας κριτικάρουμε ακριβώς επειδή νιώθουμε έτσι. Και μετά να κατηγορούμε τους εαυτούς που δεν είμαστε ενισχυμένοι με ανοξείδωτο ατσάλι, που δεν μπορούμε να παρουσιάσουμε ένα γενναίο προσωπείο κι έτσι δε ζητάμε βοήθεια κι υποκρινόμαστε ότι όλα είναι εντάξει γιατί όλοι κάνουνε ζωάρες και το δείχνουν με τις φωτογραφίες που ποστάρουν και τα check-in τους. Κι έτσι πιστεύουμε ότι έχουμε τη συνολική εικόνα των άλλων, αλλά και τη δική μας.

Δεν έχει νόημα να σιωπάμε ή να κρατάμε συναισθηματικές αποστάσεις, γιατί ενώ μπορεί να μας κρατάει σε «ειρήνη» με τους άλλους, ταυτόχρονα μας αποξενώνει και μας οδηγεί σε συμπεριφορές αποφευκτικές ή γεμάτες με υποκατάστατα έτσι ώστε να μη νιώθουμε «τις αποτυχίες μας».

Είναι άδικο για εμάς να μας κρίνουμε επειδή κάτι μας πονάει ακόμη ή επειδή το βρίσκουμε δύσκολο κι επώδυνο. Είναι άδικο να λέμε στους εαυτούς μας ότι δεν είμαστε «αρκετά καλοί» επειδή πρέπει να ζητήσουμε βοήθεια. Είναι άδικο να θεωρούμε τους εαυτούς μας αποτυχημένους επειδή κάποια στιγμή εμπιστευτήκαμε κάποιον και μας πρόδωσε. Είναι άδικο να συγκρίνουμε τους εαυτούς μας με κάποιους άλλους.

Το να μοιραζόμαστε τις αποτυχίες μας, τα συναισθήματά μας, τις ανάγκες μας είναι ο μόνος τρόπος να δείξουμε κατανόηση και συμπόνια για εμάς, αλλά και για να την αναγνωρίσουμε στους άλλους.

Επικοινωνήστε, μιλήστε, μοιραστείτε.

Επιμέλεια Κειμένου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μαρία Αγοραστού