Τα κυριακάτικα πρωινά πάντα είχαν μια δόση ανεμελιάς μετά από συνεχόμενες μέρες αδιάκοπων υποχρεώσεων. Όσο περνούν τα χρόνια, η αξία τους μεγαλώνει καθώς η πολυτέλεια του χρόνου λιγοστεύει και καταλήγουν να θεωρούνται μια ιεροτελεστία. Οι εποχές εναλλάσσονται τόσο γρήγορα όσο οι δείκτες του ρολογιού, όσο γρήγορα ο κρύος καφές εναλλάσσεται με τον ζεστό και τη θερμοκρασία του δωματίου. Τι παράξενο όμως, ακόμα κι αν όλα αυτά κινούνται, διακρίνονται από σταθερότητα.
Οι πρωινοί τύποι βρίσκουν αυτήν την περίεργη μαγεία σε αυτά τα πρωινά χωρίς να τους ενδιαφέρει ο μήνας ή η θερμοκρασία του καφέ τους. Μα, τα φθινοπωρινά πρωινά πάντα κουβαλούσαν μια παράξενη γοητεία που θα μπορούσαν για χατίρι τους να γραφτούν μέχρι και μονόπρακτα. Ολόκληρες λίστες τραγουδιών θα μπορούσαν να παίζουν στο background καθώς ετοιμάζεται το πρωινό παράλληλα με το θρόισμα του κρύου αέρα από το μισάνοιχτο παράθυρο.
Τίποτα δεν εφοδιάζει την ψυχή σου με καύσιμο όσο αυτός ο κυριακάτικος ύπνος που θα τον διακόψεις όποτε εσύ νιώσεις έτοιμος να αποχωριστείς τη ζεστασιά του παπλώματος σου. Ισάξιος με την ικανοποίηση εκείνη που παίρνεις λίγο αργότερα, όταν ακούς τον ήχο της καφετιέρας μετρώντας αντίστροφα για τη στιγμή που θα δεις τον καφέ να γεμίζει την κούπα σου και τη μυρωδιά του να σε καλεί να τον γευτείς πριν κρυώσει και ας καεί η άκρη της γλώσσας σου. Κι όσο περιμένεις να ετοιμαστεί, τρως την πρώτη μπουκιά από το πρωινό σου κοιτάζοντας το συννεφιασμένο ουρανό έξω από το παράθυρο προσπαθώντας να μαντέψεις εάν η συννεφιά οφείλεται στην ώρα, μέχρι να ξεπροβάλλει ο ήλιος. Γυρνάς από την άλλη και κρατάς μια ελπίδα πως ο ήλιος σήμερα θα κρυφτεί. Η μουντάδα της πάει αυτής της ημέρας, όχι όμως με άσχημο τρόπο.
Όλη η ομορφιά του φθινοπώρου κρύβεται στη θερμότητα που απλώνεται στο χέρι σου καθώς ακουμπάς την αγαπημένη σου κούπα και τη φέρνεις με ευλάβεια στα χείλη σου. Μια επιπλέον δόση φθινοπωρινής ομορφιάς κρύβεται στην πρώτη καυτή γουλιά που όμως δε σε πτοεί από το να πας στην επόμενη. Η ησυχία του δωματίου σπάει από τις πρώτες απαλές νότες μουσικής που επιλέγεις να σε συνοδέψουν. Δεν αγαπάς τόσο τον εαυτό σου όσο κάτι τέτοια πρωινά. Δεν υπάρχει τίποτα το άσχημο κάτι τέτοιες ώρες. Ήσυχα και όμορφα πρωινά με μια παραπάνω υπερηφάνεια γιατί κουβαλάνε τη δική σου υπογραφή.
Κάπου στα μισά του καφέ, κλείνεις τη μουσική και απλώνεις το σώμα σου στον καναπέ. Για κάποιο περίεργο λόγο, έξω έχει ησυχία. Πού και πού αν περνάει κάποιο αμάξι μα κι αυτό ίσα που θα ακουστεί. Ησυχία έξω, ησυχία και μέσα και για κάποιο λόγο δε θέλεις τίποτα να την ταράξει. Σήμερα η ησυχία λειτουργεί ως αγχολυτικό στη σκέψη της αυριανής μέρας. Λίγο ο απολογισμός, λίγο η ζεστασιά του αγαπημένου σου κόκκινου φούτερ και ο καφές που κοντεύει να τελειώσει είναι αρκετά για να πεις πως ήταν μια όμορφη εβδομάδα.
Δίπλα σου είναι το βιβλίο σου, του αφιερώνεις λίγο χρόνο και καταφέρνεις να διαβάσεις κάποιες σελίδες πριν το κλείσεις και πιάσεις το σημειωματάριό σου. «Σήμερα ευτυχώς δεν έχω να κάνω πολλά, μπορεί να γίνει κάτι κι αύριο, αυτό όχι». Έξω ο ήλιος δεν έχει βγει και το ελαφρύ γκρίζο του ουρανού έχει δώσει τη θέση του σε ένα πιο σκούρο με κάποιες υπόνοιες πως ίσως αργότερα να εξελιχθεί σε μια βροχή. Αυτό το ελαφρύ κρύο είναι της εποχής μα έβαλε ένα φιτίλι και γέννησε μια σπίθα ώστε να ανακαλύψεις μέσα σου μια καινούργια φωτιά.
Όπως τα δέντρα χάνουν τα φύλλα τους κάθε φθινόπωρο, έτσι κι οι άνθρωποι χάνουν κάποια κομμάτια τους τέτοια εποχή και ανακαλύπτουν καινούργια. Εποχή της μεταμόρφωσης, της προσγείωσης όπου όλοι παίρνουν αποφάσεις και θέτουν στόχους που θέλουν να πετύχουν μέχρι το τέλος του χρόνου. Μια εποχή που έχει για τον καθένα μια διαφορετική μυρωδιά ανάλογα με τη γεύση του καφέ που προτιμά, το πόση ζάχαρη βάζει και την προσωπική του αγαπημένη καφέ απόχρωση. Μια εποχή αναζωογονητική για την ψυχή και κυριακάτικα πρωινά γεμάτα ελπίδα και καύσιμα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου