Έχει περάσει καιρός από την τελευταία φορά που μιλήσαμε και ακόμα περισσότερο από τότε που βρεθήκαμε οι δυο μας. Μπορεί όμως και να μην είναι τόσος πολύς τελικά -παρά μόνο στο μυαλό μου. Πιάνω τον εαυτό μου να χάνει την αίσθηση του χρόνου όταν μας σκέφτομαι μαζί. Κάποιες φορές νιώθω σαν να σε είδα μόλις λίγα λεπτά πριν κι άλλες σαν να πέρασε μια αιωνιότητα. Έρχονται στιγμές που μου συμβαίνει κάτι σημαντικό και πιάνω το κινητό μου να σου στείλω μήνυμα ή να σε πάρω τηλέφωνο λες και είσαι ο σημαντικότερος άνθρωπος -που είσαι- αλλά μόνο μέσα μου.

Τότε συνειδητοποιώ πως δεν έχω το δικαίωμα να σου στείλω, αφού εσύ ήσουν αυτός που ζήτησε να μην το κάνω. Mα είναι και αυτή η έλλειψη σου, που όσο περνάει ο χρόνος, γίνεται αφάνταστα επώδυνη. Νιώθω το μέσα μου σαν να έχει αδειάσει κι ας ακούγομαι υπερβολική. Άραγε πόσο μπορεί κάποιος να μείνει κενός μέσα του από τη στεναχώρια που νιώθει για ένα πρόσωπο που έφυγε από τη ζωή του;

Πολλά περίεργα μου συμβαίνουν από όταν έφυγες. Ακροβατώ στα όρια της λογικής και της τρέλας. Νιώθω ότι ζω παράλληλες ζωές. Σε μία είμαστε μαζί, σε άλλη αναλωνόμαστε σ’ άλλες αγκαλιές. Υπάρχουν ζωές γεμάτες ευτυχία και ζωές κενές, άδειες. Μας ονειρεύομαι συχνά μαζί. Είμαστε χωμένοι ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, στην αγαπημένη γωνία του σπιτιού σου, λίγο αφού το φως της ημέρας σβήσει και τη θέση του πάρει, το φως των φαναριών της πόλης.

Εγώ να μυρίζω το άρωμα σου και συ το δικό μου, να λένε τα μάτια όσα δεν τολμάνε τα χείλη, να κλαίμε για όσα αφήσαμε να μας προσπεράσουν και να γελάμε για όλα όσα σχεδιάζουμε να μη χάσουμε στο μέλλον.

Μας ονειρεύομαι συχνά μαζί. Ίσως γιατί είναι πλέον ο μόνος τρόπος να σε φέρνω κοντά μου, να σε νιώθω, να μυρίζω τ’ άρωμα που αναδύει το σώμα σου. Ίσως γιατί, μόνο έτσι καταφέρνω να θέσω σε ταυτόχρονη λειτουργία και τις πέντε μου αισθήσεις.

Όσο ο καιρός περνάει κι η επιστροφή σου μοιάζει με ουτοπία, μας ονειρεύομαι όλο και πιο συχνά και χώρια. Πονάει αυτή η εικόνα. Εγώ κι εσύ να συναντιόμαστε τυχαία, ο καθένας με νέο σύντροφο και η απορία να υπάρχει στα μάτια και των δυο μας. Συναντιόμαστε στα στενά της αγαπημένης μας πόλης ή περνάμε τυχαία από τα καφέ που ήταν καλά κρυμμένα και μας προστάτευαν από τα αδιάκριτα βλέμματα. Κάνω εικόνα πως βρισκόμαστε στο αγαπημένο σου βιβλιοπωλείο, ενώ έχω πάει να βρω το βιβλίο που σου έταξα κάποτε, πως θα θυμίζει την ιστορία μας.

Κάποιες μέρες την ώρα που ανοίγω τα μάτια μου, κάνει κατάληψη στο μυαλό μου η εικόνα σου και ξέρω πως θα είναι από αυτές τις βασανιστικές μέρες που όσο και να σε διώχνω από το μυαλό μου εσύ εκεί, θα επιμένεις να μου θυμίζεις την εποχή που ήμασταν μαζί, που νοιαζόμασταν ο ένας τον άλλο, αρνούμενος να μου κάνεις τη χάρη και να εξαφανιστείς. Θα ήταν άλλωστε μια κάποια λύτρωση να φύγεις επιτέλους από τις σκέψεις μου. Ίσως να κατάφερνα να ζήσω μια ανεκτή ζωή, χωρίς έντονα προβλήματα και συναισθηματικά ξεσπάσματα. Θα ήταν κάτι επιθυμητό από μεριάς μου, μιας και είναι για μένα η καλύτερη δυνατή συνθήκη, η καλύτερη δυνατή ζωή, αυτή χωρίς εσένα.

Συντάκτης: Δέσποινα Σαρακατσιανού
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου