Έχεις αναρωτηθεί ποτέ πόσοι άνθρωποι περνάνε μπροστά από τα μάτια σου καθημερινά; Πόσοι είναι εκείνοι που θα σου τραβήξουν την προσοχή και πόσοι απλώς θα προσπεράσουν; Μια βόλτα στο κέντρο της πόλης να κάνεις, θα μετρήσεις άνετα το λιγότερο 100. Από την άλλη πολλούς ανθρώπους συναντάς, όχι μόνο στην καθημερινότητά σου αλλά και στη ζωή σου. Με κάποιους από αυτούς θα συναναστραφείς λίγο παραπάνω και με κάποιους άλλους θα κρατήσεις μια απλή, τυπική σχέση. Κι είναι κι εκείνοι που μοιάζει σχεδόν μοιραίο να συγκρουστείς, σαν σε συμπαντική ένωση.

Για τους πιο κυνικούς, η λέξη “μοιραίο” μοιάζει λίγο σαν να πιστεύεις στη νεράιδα των δοντιών. Απλώς ήταν τυχαίο, θα πουν. Και μέχρι ένα σημείο θα συμφωνήσω, αλλά ο ονειροπόλος εαυτός μου θέλει να πιστέψει πως δε γίνονται όλα τυχαία. Κι αν ξεκινάνε έτσι, σίγουρα δεν τελειώνουν έτσι, αφού  οι άνθρωποι που περνάνε από τη ζωή μας, γίνονται το πιο ξεκάθαρό μας μάθημα. Οι καλές κι οι κακές εμπειρίες μας μαζί τους, φτιάχνουν ένα κολάζ του τι αντιλαμβανόμαστε ως αγάπη, νοιάξιμο, προδοσία, δεύτερη ευκαιρία. Στους μοιραίους ανθρώπους της ζωής μας λοιπόν, ας δώσουμε ένα ξεχωριστό κεφάλαιο.

Άνθρωποι που μέχρι χθες δεν τους ήξερες, έρχονται σαν χείμαρροι και τρυπώνουν στο δέρμα σου και κάνουν άνω κάτω την ψυχολογία σου, με τον πιο υπέροχο τρόπο. Σε μεθάει μια διαίσθηση, ένα πολύ ισχυρό αίσθημα πως σε αυτή τη γνωριμία τα πράγματα είναι λιγάκι διαφορετικά. Τα βλέμματά σας κι η ατμόσφαιρα που δημιουργείται γίνεται αισθητή κι από τους γύρω σας. Το νιώθεις πως υπάρχει σύμπνοια ενεργειών, μια επικοινωνία μεταξύ των συχνοτήτων σας.

Ξεκινάει λοιπόν η μανία για ν’ ανακαλύψεις όλα όσα δεν ξέρεις, τέτοια που το FBI μπροστά σου είναι γατάκι. Θέλεις να μάθεις τα πάντα για τη ζωή του ανθρώπου που ήρθε και σου αναστάτωσε την ύπαρξη. Πού συχνάζει, τι συμβαίνει στα σόσιαλ, τι σχέση έχει με φίλους, με πρώην, με νυν; Και μέχρι να μάθεις, μεταξύ μας, μπορεί να χάσεις και τον ύπνο σου.

Οι συναντήσεις σας, μετά από κάθε ανακάλυψη κι αποκάλυψη που σας φέρνει λιγάκι πιο κοντά, αποπνέουν τον ίδιο αέρα με την πρώτη φορά που όλα ήταν άγνωστα. Υπάρχει λαχτάρα κι έλξη, μια φοβερή χημεία, όμως κανένας από τους δύο δεν κάνει παραπάνω βήμα. Και τότε ξεκινούν οι αμφιβολίες, η χαρά γίνεται αγωνία και δυσπιστία για την περίπτωση να έχεις διαβάσει λάθος όλα τα σημάδια. Δικαιολογείς, ψυχαναλύεις, ρωτάς φίλους. Εκεί που πρέπει όμως να ρωτήσεις, σωπαίνεις από τον φόβο μήπως ραγίσεις το προστατευμένο περιβάλλον που φτιάξατε. Τι σόι μοιραίο είναι, όμως, αν δεν προσπαθήσεις τουλάχιστον; Αν δε δοκιμάσεις την πιθανότητα έστω να γίνει κάτι περισσότερο από μια καλή ιδέα;

Η διεκδίκηση είναι που χωρίζει τους ανθρώπους ανάμεσα στο “θα μπορούσε να συμβεί” και το “κοίτα να δεις που συμβαίνει”. Κέρδος θα έχεις ακόμη κι αν μείνει στάσιμη η κατάσταση για λόγους που τώρα δεν μπορείς να προβλέψεις, αφού θα έχεις να χαίρεσαι για τη δική σου εξέλιξη μέσα σε αυτή τη σχέση. Θα νιώσεις ανυπέρβλητη δύναμη κι ευχαρίστηση που επιτέλους διεκδίκησες αυτό που ήθελες. Κι ας μη σου βγήκε.

Άλλωστε, ποτέ, δεν ξέρεις, δυο άνθρωποι που θέλει η ζωή να συναντηθούν, μπορεί να το καταφέρουν πολλές φορές. Παίζει σημαντικό ρόλο το χρονικό πλαίσιο στο οποίο θα φέρει τον έναν στην πόρτα του άλλου, αλλά καμιά φορά, σημασία μεγαλύτερη έχει το ότι συναντήθηκαν. Και κρατώντας αυτό, βούτα με το κεφάλι. Είναι γλυκό το νερό, θα δεις.

Συντάκτης: Στέλλα Δελή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου