Ποιότητα, μια λέξη τόσο δύσκολη να οριστεί και πολλές φορές ακόμα και να κατανοηθεί. Όλοι αναζητούν ποιοτικούς τρόπους διαβίωσης κι αξιοποίησης του χρόνου, κυνηγώντας ψαγμένες ταινίες, μουσικές, μαγαζιά, φαγητά και ό, τι μπορεί να φανταστεί κανείς σε όλους τους τομείς. Οι λεγόμενοι «ποιοτικοί» των ημερών μας, εκτός από την εναγώνια αναζήτηση της κουλτούρας, πολλές φορές παίρνουν και τη θέση του κριτή– σαν άλλοι κριτές των, κατά του σιναφιού τους, μη ποιοτικών ριάλιτι– κατά των επιλογών διασκέδασης του «μαζοποιημένου συνόλου», πάλι κατά την άποψή τους.

Σύμφωνα με τον δικό τους ποιοτικό κόσμο, πλήθος ανθρώπων, διασκεδάζει με πράγματα που δεν αξίζουν, καθώς δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν και σπαταλούν τον χρόνο τους. Διαμορφώνεται λοιπόν μία γενικευμένη δαιμονοποίηση της διασκέδασης, σαν να είναι κάτι φοβερό. Όμως, καλή η ποιότητα, ασυζητητί, αλλά μήπως όλοι έχουμε ανάγκη από λίγη «κενή» διασκέδαση;

Όλοι μας, μετά από μία κουραστική και γεμάτη πήξιμο μέρα, γυρνάμε στο σπίτι κομμάτια, αράζουμε στον καναπέ κι ανοίγουμε αυτό το διαολεμένο, κενό, ανούσιο και ευτελές έγχρωμο, κατά τα ποιοτικά πρότυπα, κουτί (τι κουτί, που σε λίγο θα έχει το πάχος χαρτιού Α4, αλλά τέλος πάντων), πέφτοντας πάνω σε μία χαζοαμερικάνικη ταινία με τα βασικά συστατικά επιτυχίας. Ωραίοι ηθοποιοί, λίγο μυξιάρικο love story, άλλες φορές γρήγορα αμάξια, πιστολίδι, βρωμόξυλο και γενικώς οτιδήποτε μπορεί να εντυπωσιάσει. Και ναι, το βράδυ αποκτά νόημα! Κρυμμένοι στα διαμερίσματα, κουκουλώνοντας την αμαρτία από το κουλτουριάρικο δόγμα, παρακολουθούμε αυτά τα ευτελή και εμπορευματοποιημένα θεάματα κι ακούτε όλοι: το γουστάρουμε! Το γουστάρουμε που χωρίς καμία ιδιαίτερη πνευματική προσπάθεια, παρακολουθούμε τη χαζοταινία και ξεκουραζόμαστε. Δεν είναι κάθε μέρα για ποιοτικό κινηματογράφο ρε αδερφέ, χρειάζεται και λίγη «ποιοτική κενότητα» να χαλαρώσουμε, να αποφορτιστούμε. Καλώς ή κακώς σε ξεκουράζει να βλέπεις έναν τυπά να κάνει τα απίστευτα ντριφτάροντας με το αμάξι τον ονείρων σου, να παρακολουθείς μια τυπική ρομαντζάδα γνωρίζοντας το κλασικό γλυκανάλατο φινάλε ή να βλέπεις τον πιο μισητό παίχτη του ριάλιτι να τρώει κλότσο από το show. Μην ντρέπεστε παιδιά, είμαστε πολλοί, είμαστε δυνατοί, μην κρύβεστε άλλο!

Άλλη κατάσταση που χρήζει δριμείας κριτικής είναι η νυχτερινή διασκέδαση. Διάφοροι κουλτουρο-λιεμέδες κράζουν όσους βγαίνουν κι ακούν ελληνικά τρας και λαϊκά τραγούδια της σειράς (μιλάμε για αμαρτία ρε!), χορεύουν οποιαδήποτε διασκευή παραδοσιακού άσματος ή «κάνουν μπίζνες πίσω από το τιμόνι» και πίνουν VAT 69 λες και δεν υπάρχει αύριο. Εν τω μεταξύ, την υποκριτική αυτή κριτική την ασκούν οι δήθεν ποιοτικοί τύποι που στο πέμπτο ποτό, είναι στη μπάρα και χορεύουν Δημάκη εκστασιασμένοι λες και ακούγονται live κορώνες στη λυρική. Ρε μας δουλεύετε; Τι ποιο ωραίο από ένα τρελό παρεάκι στην μπάρα ενός καμένου μαγαζιού, με τα μισά ηχεία ψιλοκαμένα από τις τσίτες που παίζει ο DJ, ο οποίος νομίζει πως είναι τουλάχιστον ο Tiesto, με χαμηλό φωτισμό και φωτορυθμικά 90s, με φθηνά σφηνάκια και πάχνη κάπνας από Marlboro σκληρό, να χορεύει ξέφρενα ONE, κραυγάζοντας: «Μωρό μου πότε θα βρεθούμε οι δυο, οι δυο μας σε δωμάτιο πραγματικό» σαν άλλοι νεάντερταλ που βγήκαν από τη σπηλιά.

‘Ντάξει ίσως αυτή η εικόνα να μην είναι κι η πιο γοητευτική (σκέφτομαι λίγο τους αούγκανους φίλους μου και προβληματίζομαι), αλλά αυτό που θέλω να πω είναι πως έχει την πλάκα του να ξεδίνεις λίγο μωρέ. Σίγουρα τα πιο αξέχαστα βράδια είχαν όλα τα παραπάνω συστατικά επιτυχημένης αποτυχίας και δημιούργησαν ιστορίες που θα λέμε για πολύ καιρό ακόμα, ξεφτιλίζοντας τα φιλαράκια κατά τη διάρκεια κάποιας καμένης νύχτας, μαζεμένοι στο σπίτι, αναπολώντας τα περασμένα μεγαλεία.

Η διασκέδαση έχει μία ισχυρή δόση ανεμελιάς και παιδικότητας, στοιχεία που λόγω της καθημερινότητας, των υποχρεώσεων και της υποτιθέμενης ωριμότητας ξεχνάμε. Σαφώς και τα παραπάνω ενδεικτικά παραδείγματα διασκέδασης δημιουργούν προβλήματα, όταν γίνονται κανόνας. Όμως, πού και πού καλό είναι ν’ απολαμβάνουμε μερικές καμένες και κενές νύχτες, να αποβάλλουμε την συσσωρευμένη πίεση και να γελάμε με την ψυχή μας με τα χάλια μας. Όλα είναι απαραίτητα, και τα ποιοτικά βιβλία και οι κουλτουριάρικες ταινίες, τα ντοκιμαντέρ, τα αξεπέραστα μπλουζ και τα κλασικά ροκ, όλα. Αλλά ας μην ξεχνάμε πως και όλα αυτά τα ντεκαντάνς και ανούσια σκηνικά προσφέρουν χαλάρωση, γέλιο και ενίοτε ξεκαρδιστικές αναμνήσεις (αν βέβαια τις θυμάσαι, ούτως ώστε να τις διηγηθείς).

Συντάκτης: Γιώργος Σαρδέλης
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου